ΠΕΡΙ ΠΟΛΛΩΝ ΚΑΙ ΤΙΝΩΝ ΑΛΛΩΝ - AFTER ALOSIN ALLOFRON ΕΝΝΙΟΤΕ ΚΑΙ ΑΦΡΩΝ

        Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου Βιβλία και «Λόγοι»

30/1/12

ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ        30-1-2012

  
 

       Οι επιστήμονες υπολογίζουν ότι στο Γαλαξία μας υπάρχουν 300 δισεκατομμύρια άστρα και ότι στο Σύμπαν υπάρχουν 100 δισεκατομμύρια Γαλαξίες. Τα τελευταία χρόνια επιπλέον υπολογίζουν ότι όλο αυτό το τεράστιο Σύμπαν είναι μόνο το 5% του πραγματικού Σύμπαντος. Το υπόλοιπο 95% αποτελείται από ύλη και ενέργεια που δεν μπορούμε να αντιληφθούμε και γι’ αυτό χρησιμοποιούν τους όρους σκοτεινή ύλη και σκοτεινή ενέργεια.

Ο Μέγας Βασίλειος, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ερμηνεύοντας την αφήγηση της Βίβλου για τη Δημιουργία, εξηγούν ότι όλο αυτό το τεράστιο, το ασύλληπτα μεγάλο Σύμπαν το δημιουργεί κάποιο Όν που είναι το μοναδικό που υπάρχει από μόνο του, το μοναδικό άκτιστο Όν: η Αγία Τριάδα και ειδικότερα ο Υιός και Λόγος του Θεού, «δι’ Ού τα πάντα εγένοντο». Η Εκκλησία απεικονίζει τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, να κρατάει όλο αυτό το αχανές Σύμπαν σαν μια μπάλα του χάντμπολ στο ένα Του χέρι. Οι άγιοι βλέπουν τους «λόγους των όντων», βλέπουν ότι η άκτιστη δημιουργική ενέργεια του Θεού κάμνει τον κόσμο να υπάρχει, ότι, όχι απλώς τον δημιούργησε κάποτε, αλλά ότι τον δημιουργεί συνεχώς, όπως η εικόνα που βλέπουμε στην οθόνη της τηλεόρασης συνεχώς οφείλει την ύπαρξη της στο ηλεκτρικό ρεύμα, όπως το ολόγραμμα συνεχώς το κάνει να υπάρχει η ακτίνα λέιζερ. Αν «κοπεί» το ρεύμα θα εξαφανιστεί το ον που βλέπουμε. Αν αναστείλει τη δημιουργική της δράση η θεία Χάρη θα εξαφανιστούν τα πάντα.

Το Σύμπαν αποτελείται από 100 δισεκατομμύρια γαλαξίες και μέσα στο κεφάλι μας δραστηριοποιούνται 100 δισεκατομμύρια εγκεφαλικά κύτταρα-νευρώνες. Ο ενδοκρανιακός αυτός ζελές χωρίζεται σε δύο ημισφαίρια, δύο διαφορετικούς βιολογικούς επεξεργαστές, στο αριστερό και το δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου.

Όταν κυριαρχούν οι λειτουργίες του αριστερού ημισφαιρίου τότε σκεφτόμαστε γραμμικά, εστιάζουμε στο παρελθόν και το μέλλον. Το αριστερό ημισφαίριο λειτουργεί σαν ένας σειριακός επεξεργαστής, γραμμικά, παράγει τη λεκτική σκέψη μαθαίνει αποστηθίζοντας, μπορεί να μάθει «απ’ έξω», θεωρητικά, ένα εγχειρίδιο με οδηγίες περί οδήγησης ποδηλάτου. Το αριστερό ημισφαίριο δημιουργεί την αίσθηση του «εγώ είμαι» και όσο εστιάζω στο «εγώ είμαι» γίνομαι άτομο, μόνο, διαχωρισμένο από ότι με περιβάλλει, διαχωρισμένο από την υπόλοιπη ανθρωπότητα.

Όταν κυριαρχούν οι λειτουργίες του δεξιού ημισφαιρίου εστιάζουμε στην παρούσα στιγμή, στο «εδώ και τώρα». Το δεξί ημισφαίριο λειτουργεί σαν ένας παράλληλος επεξεργαστής, σκέφτεται μέσω εικόνων, μαθαίνει κιναισθητικά, αυτό μαθαίνει να ποδηλατεί. Όταν αναδύονται στην αυτοσυνειδησία μας οι λειτουργίες του δεξιού ημισφαιρίου νοιώθουμε συνδεδεμένοι μεταξύ μας και με το φυσικό περιβάλλον και αυτό μας προκαλεί μια αίσθηση πληρότητας, αρμονίας, ευφορίας, μια βαθειά εσωτερική γαλήνη. Το δεξί ημισφαίριο σκέφτεται με εικόνες και σ’ αυτές τις εικόνες υπάρχει χρώμα, κίνηση, ρυθμός, μουσική, αρμονία, ομορφιά.

Στ’ ακρογιάλια του Αιγαίου, κάτω από τον γαλανό, φωτεινό ουρανό συντελέστηκε ένα θαύμα καλό κι ωφέλιμο για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Βρέθηκε ο τρόπος να καλλιεργείται και να αναπτύσσεται το τσαγανό του ανθρώπου, βρέθηκε ο τρόπος ο θνητός να φθείρει την τρέχουσα φθορά και να νικιέται ο χρόνος, βρέθηκε ο τρόπος το αεράκι της έμπνευσης να πνέει ακόμη κι όταν το φθαρτό σαρκίο πνέει τα λοίσθια … βρέθηκε ο τρόπος να καλλιεργείται, και το «ασπρόμαυρο» αριστερό εγκεφαλικό μας ημισφαίριο, και το «πολύχρωμο», όλο ζωντάνια δεξιό· βρέθηκε ο τρόπος να διασώζεται και να κυριαρχεί το εντός παιδί, κι ο τρόπος αυτός ονομάστηκε παιδεία, ελληνική παιδεία.

Όταν εκείνη η παιδεία κυριάρχησε στις χώρες γύρω από τη Μεσόγειο, όταν η Ρωμαϊκή παγκοσμιοποίηση εδραιώθηκε σ’ Ανατολή και Δύση, το Όν που δημιουργεί και συνεχώς παράγει το ασύλληπτα τεράστιο Σύμπαν μας, ήρθε και γεννήθηκε σαν άνθρωπος στη ταπεινή Βηθλεέμ, για να μας σώσει, για να μας γλυτώσει από τη φθορά και το θάνατο. Ήρθε και μας πρόσφερε την ατέλειωτη, την αιώνια και άναρχη ζωή Του. Ήρθε και προσφέρει τον Εαυτό Του, ώστε όποιος δέχεται να Τον ακολουθεί, όποιος καταδέχεται να μετανοεί, να έχει αληθινή Ζωή. Όποιος μετανοεί, όποιος επιτρέπει να του συμβαίνει η αποδόμηση του εαυτού, όποιος επιτρέπει να πεθάνει η ψευδαίσθηση του προσώπου που μας δημιουργεί η αυτονομημένη λειτουργία του αριστερού εγκεφαλικού μας ημισφαιρίου, όποιος εκούσια προχωράει προς το θάνατο του ατόμου, όποιος επιτρέπει να του συμβεί η απέκδυση του ειδεχθούς προσωπείου που αφελώς νομίζουμε ότι είναι το πρόσωπό μας, η προσωπικότητά μας, όποιος αφήνει τη μάσκα να πέσει και σηκώνει τον σταυρό της εκούσιας κένωσης, θα φτάσει εν καιρώ να ομολογεί, «δεν ζω εγώ αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός», εν καιρώ ή και «από πρωΐας μέχρι νυχτός», μέσα σ’ ένα εικοσιτετράωρο! Ο Θεός έγινε άνθρωπος και έδωσε τη δυνατότητα σε κάθε ταλαίπωρο, θνητό ανθρωπάκο να αποκτήσει «νουν Χριστού». Φυσικά για να συμβεί το ασύλληπτα μεγάλο, το αδιανόητο αυτό γεγονός, χρειάζεται κάποια προετοιμασία, κάποια προπόνηση, μια ασκητική· χρειάζεται καλλιέργεια της καρδιάς, χρειάζεται η Παιδεία της καρδιάς, η τέχνη του θνήσκειν. Η Παιδεία αυτή της καρδιάς επιτρέπει στο θείο Βρέφος, σε Εκείνο το ασύλληπτα, αδιανόητα άπειρο Όν που συνεχώς δημιουργεί και παράγει όλο το αχανές Σύμπαν μας, όλα τα Σύμπαντα, να αυξηθεί και να κυριαρχήσει μέσα μας, να γίνει εντός μας το Πρόσωπο, ώστε να «καταντήσωμεν εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού». Εμείς τα κλήματα, Αυτός η Άμπελος. Εμείς τα μέλη του σώματος, Αυτός η Κεφαλή.

Η γιορτή των Τριών Ιεραρχών καθιερώθηκε τον 11ο αιώνα. Οι μεσαιωνικοί μας πρόγονοι αισθάνθηκαν την ανάγκη να τονίσουν την αξία της ελληνικής παιδείας, τον 11ο αιώνα, επειδή, τότε ακριβώς, φάνηκε, ότι είχε διαμορφωθεί ένας άλλος πόλος, ένας άλλος τρόπος ζωής, μια άλλη παιδεία. Μετά το Σχίσμα και εξ αιτίας του, στη Δύση, διασπάστηκε η καθολικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και απολυτοποιήθηκε το «μυαλό», αξιολογήθηκε μόνο η λεκτική σκέψη. Η education εστιάζει πλέον στη μονομερή καλλιέργεια των λειτουργιών του μισού μόνο εγκεφάλου, του γκρίζου αριστερού ημισφαιρίου. Όσα παιδιά τυχαίνει να είναι χαρισματικά στις λειτουργίες του δεξιού ημισφαιρίου ασφυκτιούν μέσα σε αυτό το μονόπλευρο εκπαιδευτικό σύστημα, με ποικίλους τρόπους αμύνονται, αντιδρούν και χαρακτηρίζονται υποτιμητικά ως δυσλεξικά. Ταυτόχρονα, μετά το Σχίσμα, η παιδεία της καρδιάς που επέτρεπε στο Πρόσωπο να αναδυθεί, διώχθηκε, κατασυκοφαντήθηκε, και στη θέση της αναπτύχθηκε η ανθρωποκεντρική καλλιέργεια του εγωτικού ατόμου.

Η γιορτή των Τριών Ιεραρχών μας θυμίζει ότι ολοκληρωμένος άνθρωπος δεν είναι το τέλειο κομπιούτερ, το γερό και γυμνασμένο μυαλό. Ολοκληρωμένος άνθρωπος είναι αυτός που καλλιεργεί και το μυαλό και την καρδιά, και τη διανοητική νοημοσύνη και τη συναισθηματική νοημοσύνη, αυτός που προπονεί και προάγει τις λειτουργίες και του αριστερού και του δεξιού ημισφαιρίου του εγκεφάλου. Ολοκληρωμένη παιδεία είναι αυτή που καλλιεργεί και τη λεκτική και την δια εικόνων σκέψη, που γυμνάζει και τον «λογικό» πολυμαθή γραφιά και τον «τρελούτσικο» πολυμήχανο εφευρέτη-καλλιτέχνη-ποιητή· η Παιδεία που ξέρει να ανασταίνει το Παιδί ώστε να μπορεί ο θνητός και 50 και 70 και 90 χρονών να είναι Παιδί, να είναι άνθρωπος, άνω να θρώσκει, αναβλύζοντας ζωντάνια, έμπνευση και φως· να συντηρεί τη φλόγα της έμπνευσης, να μην απογοητεύεται και να καρποφορεί εν μέσω παγετώνος, καρπούς ωφέλιμους κι ωραίους.

Οι Τρεις Ιεράρχες είναι προστάτες της Παιδείας που ξέρει να μετατρέπει την πέτρα, σε φως, της παιδείας που γεννήθηκε ακριβώς στον τόπο που ονομάζεται Ελ-λάς, ελ-φως και λας-πέτρα· της Παιδείας που ξέρει να μετατρέπει τον θνητό, από μελλοθάνατο δούλο της κοιλάδας αυτής του κλαυθμώνος, σε αθάνατο πολίτη της Βασιλείας του Θεού· από φίδι και πίθηκο σε αετό-φορέα του Υιού και Λόγου του Θεού· από εργαλείο και νούμερο, από στατιστικό μέγεθος, σε Πρόσωπο, σε παιδί που φέρει μέσα του εκείνο το Παιδίον το Νέον, τον προ αιώνων υπάρχοντα Θεό, τον Δημιουργό, τον μοναδικό που δικαιούται να λέει «Εγώ Ειμί», το Άλφα και το Ωμέγα.

 
  
  
 
Ότι προηγήθηκε είναι ομιλία που εκφωνήθηκε στον μητροπολιτικό ναό της Αγίας Σκέπης στην Έδεσσα, την Δευτέρα το πρωί ανήμερα της γιορτής των Τριών Ιεραρχών. Ότι ακολουθεί είναι, στα πρόχειρα, μερικά από αυτά που θα ήθελε ο ομιλήσας να πει αλλά επειδή η ομιλία ήδη ήταν αρκετά μεγάλη επέλεξε να τα παραλείψει.
 
  
  
 

Ο άνθρωπος έχει δυνάμει την υποστατική αρχή, είναι δυνάμει πρόσωπο. Πρέπει να πεθάνει για να ζήσει. Πρέπει να πεθάνει για να γεννηθεί Άνωθεν. Πρέπει να πεθάνει για να αναστήσει ο Πατέρας εντός της καρδίας του τον Αναστάντα. Χριστιανικά κανείς δεν μπορεί να ζει, χριστιανικά κανείς μπορεί μόνο να αποθνήσκει. Η κίνηση του θνητού οφείλει να είναι προς τον άδη, προς την εκούσια ταφή, προς την κένωση, με έμπνευση και χωρίς απελπισία. Εκούσια, εν γνώσει της επικείμενης Ανάστασης του Αναστάντος εντός της καρδίας του θνητού. Όσα νοιώθουμε ως πρόσωπο μας, ως προσωπικότητά μας είναι το προσωπείο, η μάσκα, το επίθεμα του όντος. Τα θελήματά μας, οι επιθυμίες μας, οι αξιολογήσεις μας, η γνώση μας περί καλού και κακού, η ηθική μας, οι ιδεολογίες μας, οι απόψεις μας, οι ερμηνείες μας, τα πιστεύω μας, οι αξίες μας. Όλα πρέπει να σβήσουν για να ανοίξει τόπος, για να καθαριστεί η φάτνη από τα είδωλα, για να γκρεμιστούν τα είδωλα και να πάψει ο θνητός να τους προσφέρει λατρεία, ώστε να μπορεί ο Ουρανός, ο ουράνιος Πατέρας, να μας αναγεννήσει, να γεννήσει μέσα μας τον Κύριο μας και Θεό, την Κεφαλή μας, τον Ιησού Χριστό. Η υπακοή αυτό το υπόβαθρο έχει, οφείλει να γίνεται για να απεκδυθεί ο θνητός τον «εαυτό» του, για να μπορέσει να πετάξει την μάσκα, ή μάλλον για να επιτρέψει στον Ιατρό να τον θεραπεύσει.

«Στη Δύση αναπτύχθηκε η ανθρωποκεντρική καλλιέργεια του εγωτικού ατόμου»:
Όποιος υιοθετεί και ασπάζεται και ενστερνίζεται τη λογική της διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου μειώνει την πιθανότητα να γνωρίσει, να διδαχθεί τα δικαιώματα του Θεού. Όποιος εστιάζει στην ατομική του ευδαιμονία, όποιος αποφασίζει ότι σκοπός της ζωής του είναι η καλοπέραση του εαυτούλη του, στερεί από τον εαυτό του τη δυνατότητα να ανοιχτεί στον ωκεανό, στο πανηγύρι της περιπέτειας της αναζήτησης του θελήματος του Θεού. Όποιος αγωνίζεται για τα δικαιώματα του ως άτομο, στερεί από τον εαυτό του το δικαίωμα να απελευθερωθεί από τη μίζερη πραγματικότητα του ατόμου, του ζώου, της κτηνώδους ή δαιμονιώδους ζωής. Στερεί τον εαυτό του από τη δυνατότητα να ενωθεί με το Ον, με Τον μόνο Όντα, με το Πρόσωπο. Ο άνθρωπος πραγματώνεται όχι όταν ικανοποιεί τα θελήματα και τις επιθυμίες του, όχι όταν εκπληρώνεται η αφελής ευχή, «ότι επιθυμείς», αλλά όταν θεραπεύεται αυτή η ίδια η επιθυμία του, όταν θεραπεύεται το πρωτοπαθές εν ημίν θέλημα, όταν ανοίγει η καρδιά του και συντονίζεται με το θέλημα του ουράνιου Πατέρα κατά το παράδειγμα του Ενανθρωπίσαντος, ο Οποίος δεν ήρθε για να μας πει τα δικά Του, αλλά για να μας αναγγείλει, για να φανερώσει την Αλήθεια «ην ήκουσε παρά του Θεού», ήρθε από υπακοή και για να υπακούσει στο θέλημα του Πατέρα και να μας διδάξει, αυτό να επιθυμούμε, αυτό να ζητάμε κι εμείς, «Πάτερ ημών … γενηθήτω το θέλημά Σου ως εν ουρανώ και επί της γης», όπως στον κτιστό ουρανό – μεταξύ των αγγέλων, όπως στον άκτιστο Ουρανό – εντός της Αγίας Τριάδος, έτσι και επί της γης – στο τετραδιάστατο χωροχρονικό συνεχές, στο σύμπαν μας. Το πρωταρχικό δικαίωμα του ανθρώπου είναι η θέωσή του, η πραγμάτωση, η ολοκλήρωση της λογικότητάς του, η αποκατάσταση του κατ’ εικόνα, η επίτευξη του καθ’ ομοίωσιν, η ένωση του με τον Υιό και Λόγο του Θεού.

Δυστυχώς αυτό το μεγάλο γεγονός, η ενανθρώπιση του Όντος, και η παροχή στον άνθρωπο της δυνατότητας ενώσεως μαζί Του σε βαθμό που να γίνει η «Ζωή Του ζωή μου», σε βαθμό που να μεταλλαχθεί η ζωή του θνητού και να γίνει αιώνια ακόμη και άναρχη έχει κρυφτεί μέσα στο θρησκευτικό περιτύλιγμα και έχει χάσει το δυναμισμό του.

Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια. Κάθε άνθρωπος έχει την εγγενή, λόγω της πτώσης, έπαρση και έχει την τάση να θεωρεί, ότι αυτός ξέρει καλύτερα. Όταν αυτή η εγγενής έπαρση αποκτήσει μεταφυσικό υπόβαθρο, επειδή κάθε θρησκευτική ιδεολογία είναι υποτίθεται θεόπνευστη, τότε «καίγεται» ο καημένος ο εγκέφαλος, ο θνητός αποτρελαίνεται και είναι έτοιμος να θυσιάσει και να θυσιαστεί για κουραφέξαλα. Ο Χριστός δεν ήρθε να ιδρύσει μια καινούργια θρησκεία, έστω την καλύτερη, ήρθε να απαλλάξει τους θνητούς από την ανάγκη του θρησκεύειν. Ο άνθρωπος στρέφεται προς τον Ουρανό και αναζητάει θεούς και δαίμονες από φόβο, λόγω του φόβου του θανάτου. Ο Χριστός ήρθε για να μας ελευθερώσει από τον θάνατο, ήρθε να μας προσφέρει ζωή αιώνια, την Ζωή Του, τον Εαυτό Του. Νίκησε τον θάνατο και αναλήφθηκε, ανέβασε την ανθρώπινη φύση στον χώρο του ακτίστου, όχι ως τέταρτο όν μέσα στην Αγία Τριάδα αλλά ως σώμα Του, ως σώμα του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Υιού και Λόγου του Θεού. Δυστυχώς αυτή η ασύλληπτα μεγαλειώδης πραγματικότητα, δυνατότητα, έχει ξεχαστεί, έχει κουκουλωθεί, σχεδόν έχει πνιγεί κάτω από το περιτύλιγμα της θρησκείας του Χριστιανισμού.

Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, γιόρταζαν ότι γιόρταζαν που συνέχεια εκείνων των εορτών τους είναι τα σημερινά μας καρναβάλια αλλά εκείνοι δεν γιόρταζαν απλώς για χαβαλέ. Μεταμφιέζονταν για να προσφέρουν λατρεία στους θεούς του έρωτα, για να ενωθούν με τον Έρωτα. Και για να «σπάσουν» τα φρένα της λογικής και της όποιας ηθικής χρειάζονταν την μάσκα, το προσωπείο, για να απαλλαγούν από το σκληρό, άκαμπτο, νεκρό, προσωπείο της ηθικής, της ελεγχόμενης από την λογική συμπεριφοράς. Δεν έκαμναν χαβαλέ παρελάσεις αλλά ΕΡΩΤΑ. Η Εκκλησία του Χριστού χρησιμοποίησε την μεταμφίεση. Ντύνει τους «εις τύπον και τόπον Χριστού» επισκόπους Της και τους αντ’ αυτών ιερείς στα μαύρα για να μας θυμίζει ότι στον κόσμο, στην καθημερινότητα μας, στον μεταπτωτικό μας χρόνο, κυριαρχεί ο θάνατος, η φθορά και ο θάνατος, το σκοτάδι, η μαυρίλα. Αντίθετα μέσα στον ναό, την ώρα της θείας Λειτουργίας φοράνε χρυσοποίκιλτα άμφια, λαμπερά, γιατί τότε συμβαίνει μια θαυμαστή τομή στον χρόνο, γιατί τότε μπολιάζεται ο χρόνος με αιωνιότητα, τότε οι θνητοί έχουν την ευκαιρία να περάσουν μια-δυο ώρες μέσα στη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

Χρησιμοποίησε η Εκκλησία του Χριστού τη μεταμφίεση αλλά όχι και την μάσκα γιατί ήθελε να φαίνεται το πρόσωπο του θνητού, να φαίνεται το πρόσωπο του φέροντος το Πρόσωπο, του φέροντος τον Άκτιστο, του φέροντος τον Χριστό, για να φαίνεται ο Χριστός!

 


«… χαρακτηρίζονται υποτιμητικά ως δυσλεξικά»:

Στα σχολεία μας καλλιεργούμε και αξιολογούμε σχεδόν αποκλειστικά τις λειτουργίες μόνο του αριστερού ημισφαιρίου, μόνο τη λεκτική σκέψη. Αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία, το ότι έχουμε καταντήσει ακόμη και το μάθημα της Πληροφορικής, θεωρητικό και καλούνται οι μαθητές, ακόμη και σ’ αυτό το μάθημα, να αποστηθίζουν θεωρητικές γνώσεις!


«Το σύνδρομο της δυσλεξίας παρουσιάζει μια μεγάλη ποικιλία συμπτωμάτων. Για το λόγο αυτό οι ειδικοί σε κάθε κλάδο δίνουν διαφορετικούς ορισμούς. Το να έχεις δυσλεξία δεν σε κάνει μεγαλοφυΐα, αλλά είναι καλό για την αυτοεκτίμηση όλων των δυσλεξικών να γνωρίζουν ότι το μυαλό τους δουλεύει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που δουλεύουν και τα μυαλά των μεγαλοφυϊών ανθρώπων. Αν οι βασικές τους ικανότητες δεν καταπιεστούν, ανατραπούν ή καταστραφούν από γονείς ή εκπαιδευτικούς, καταλήγουν να έχουν ευφυΐα ανώτερη του φυσιολογικού και ασυνήθιστα δημιουργικά ταλέντα. Κάποιοι διάσημοι δυσλεκτικοί: Leonard Da Vinci, Tom Cruise, Albert Einstein, Thomas Edisson, Pablo Picasso, Walt Disney, Alexander Graham Bell, Michael Faraday, Winston Churchill, John F. Kennedy, George Washington.

Η λεκτική σκέψη ακολουθεί τη δομή της γλώσσας και τη γραμμικότητα του χρόνου. Η μη-λεκτική σκέψη είναι πολύ πιο γρήγορη. Όταν χρησιμοποιούμε τη μη-λεκτική σκέψη, σκεφτόμαστε μέσα από τις νοητές εικόνες των εννοιών. Οι εικόνες είναι σαν τρισδιάστατες ταινίες που επιστρατεύουν πολλές από τις αισθήσεις μας. Η διαδικασία είναι πολύ γρηγορότερη από τη λεκτική σκέψη. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν το μη-λεκτικό τρόπο σκέφτονται 400 με 2.000 φορές γρηγορότερα». (Αποσπάσματα από το βιβλίο «ΤΟ ΧΑΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΔΥΣΛΕΞΙΑΣ»).

 
  

6/1/12

Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου: «ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ» (αποσπάσματα) 1/2

  
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ
© Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής-Χρυσοπηγής, Β’ Έκδοση Απρίλιος 2003, ISBN 960-87617-0-0, 731 00 Χανιά Κρήτη, Τηλ. 2821091125 – Fax 2821097600. Email: imx@otenet.gr
 
  
  
 

Δεν ήθελα καθόλου να κάθομαι. Ήθελα να πάω εδώ, να πάω εκεί, να ποτίσω, να κόψω ξύλα. Κι όλ’ αυτά με μία μετάνοια κάθε φορά. Είχα πολλή χαρά κι αγαλλίαση. Ένιωθα γεμάτος κι έτρεχα. Έτρεχα, δεν περπατούσα. Ντρεπόμουνα, όμως, να με βλέπουν οι Γέροντες να τρέχω, γι’ αυτό περπατούσα σιγά σιγά στην αρχή κι όταν απομακρυνόμουν, έτρεχα. Φτερά έκανα να πάω γρήγορα και να γυρίσω γρήγορα στους Γέροντές μου. Ζωή χαρισάμενη, τι να σας πω! Αυτή η ζωή είναι όντως αγγελική. Είχε κι εκείνος ο ευλογημένος ο Γέροντάς μου πολλή προθυμία. Μου έλεγε: «Πήγαινε εδώ, πήγαινε εκεί …». Έ, είχαμε βέβαια και πολλές δουλειές. Μου είχανε δώσει την επίβλεψη του κελλιού. Είχαμε σπίτι νοικοκυρεμένο. Είχαμε ελιές, είχαμε λίγα δέντρα, είχαμε και κηπευτικά.

Απ’ τις δουλειές φυσικά κουραζόμουνα. Πήγαινα σε πολλές δουλειές. Πήγαινα στο βουνό. Τα πόδια μου συχνά κοβόντουσαν. Έ, που να ήξεραν οι Γέροντές μου, παιδί με βλέπανε. Όταν κατέβαινα απ’ το βουνό μετά από τρεις ώρες δρόμο, μου έλεγε ο παπα-Ιωαννίκιος:

-Αύριο θα ζυμώσομε, γι’ αυτό τώρα ετοιμάσου να πάεις να φέρεις κλαδιά.

Έπαιρνα το σχοινί κι επήγαινα στο βουνό για κλαδιά. Επήγαινα σε βατό δρόμο αλλά και σ’ απότομο. Όχι μόνον αυτά θυμάμαι, αλλά πολλές φορές οι Γέροντές μου με στέλνανε να φέρω κούτσουρα ή ξύλα και τα έβαζα πάνω μου σαν γαϊδουροφόρτωμα. Κι όπως ήμουν φορτωμένος κι }063} είχε πάθει η μέση, καθόμουν στο πεζούλι να ξεκουραστώ. Αν καμιά φορά με πείραζε πολύ το βάρος, έλεγα στον εαυτό μου: «Θα σου δείξω εγώ, παλιογάϊδουρο!».Την τεμπελιά δεν την εγνώριζα. Έ, πραγματικά δεν λυπόμουν το σώμα μου. Επειδή τα γόνατά μου πονούσανε, εγώ ήθελα εκδίκηση. Δηλαδή, όσο διαμαρτύρονταν και πονούσανε, εγώ όλο και πιο μεγάλο φορτίο έπαιρνα. «Θα σου δείξω εγώ, παλιογάϊδαρο!», ξανάλεγα. Εκδικιόμουν, εκδικιόμουνα τον κακό εαυτό μου.

Με την αγάπη γίνεσαι αεικίνητος. Να ιδείς τότε πού πάνε οι αμαρτίες! Κοιμούνται όλα. Ακούτε; Αυτή είναι πραγματικά ξένη ζωή, ζωή οσία αγία ζωή παραδεισένια. }064}

Είδα έναν άγιο ζωντανό. Ναι, έναν άγνωστο άγιο. Ο καημένος, περιφρονημένος. Ποιος ξέρει, όταν πέθανε, έπειτα από πόσες ημέρες θα το μάθαμε κι ίσως μήνες, αν ήταν και χειμώνας. Πού να πήγαινε άνθρωπος εκεί ψηλά στη λίθινη καλύβα του! Δεν τον έβλεπε κανείς. Πολλές φορές αυτούς τους ερημίτες τους βρίσκανε έπειτα από ένα-δυό μήνες μετά την κοίμησή τους.

Το εκχείλισμα και το περίσσευμα της χάριτος ήλθε σ’ εμένανε τον ταπεινό, όταν είδα αυτόν, τον Γερο-Δημά, στο Κυριακό να κάνει τις μετάνοιές του και ν’ αναλύεται σε λυγμούς στην προσευχή του. Με τις μετάνοιες αυτουνού, τόσο }79} πολύ τον επεσκίασε η χάρις, ώστε ακτινοβόλησε και σ’ εμένα. Τότε ξέσπασε και σ’ εμένα ο πλούτος της χάριτος. Δηλαδή υπήρχε και πριν, με την αγάπη που είχα στον Γέροντά μου. Αλλά τότε αισθάνθηκα κι εγώ την χάρι πάρα πολύ έντονα. Να σας πω πώς μου συνέβηκε.

Ένα πρωί, κατά τις τρεισήμισι, επήγα στο Καθολικό, στην Αγία Τριάδα, για την ακολουθία. Ήταν νωρίς ακόμη. Δεν είχε χτυπήσει ακόμη το σήμαντρο. Κανείς δεν ήταν μες στην εκκλησία. Κάθισα στον πρόναο, κάτω από μία σκάλα. Ήμουν αθέατος και προσευχόμουν. Σε μια στιγμή ανοίγει η πόρτα της εκκλησίας και μπαίνει ένας ψηλός κι ηλικιωμένος μοναχός. Ήταν ο Γερο-Δημάς. Μόλις μπήκε, κοίταξε δεξιά-αριστερά· δεν είδε κανένα. Τότε, λοιπόν, κρατώντας ένα μεγάλο κομποσχοίνι, άρχισε τις μετάνοιες τις στρωτές, πολλές και γρήγορες, κι έλεγε συνεχώς: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με … Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς». Σε λίγο έπεσε σ’ έκσταση. Δεν μπορώ, δεν βρίσκω λόγια να σας περιγράψω τη συμπεριφορά του απέναντι στον Θεό· κινήσεις αγάπης και λατρείας, κινήσεις θείου έρωτος, θείας αγάπης κι αφοσιώσεως. Τον είδα να στέκεται, ν’ ανοίγει τα χέρια του όρθιος, σε σχήμα σταυρού, όπως έκανε ο Μωυσής στη θάλασσα, κι έκανε ένα πράγμα: «Ούουουουου! …». Τι ήταν αυτό; Ήταν μέσα στην χάρι. Έλαμπε μέσα στο φως. Αυτό ήταν! Αμέσως μου μετέδωσε την ευχή. Αμέσως μπήκα στη δική του ατμόσφαιρα. Δεν με είχε δεί. Ακούστε με. Συγκινήθηκα κι άρχισα να κλαίω. Ήλθε σ’ εμένανε τον ταπεινό κι ανάξιο η χάρις του Θεού. Πώς να σας το πω; Μου μετέδωσε την χάρι. Δηλαδή }80} η χάρις που είχε εκείνος ο άγιος ακτινοβόλησε και στη δική μου ψυχή. Μου μετέδωσε τα χαρίσματά του τα πνευματικά.

Λοιπόν, είχε πάθει έκσταση ο Γερο-Δημάς. Χωρίς να το θέλει το έκανε. Δεν μπορούσε να κρατήσει το βίωμά του. Ούτε κι αυτό που λέω είναι σωστό. Δεν μπορώ να το εκφράσω. Αυτό είναι κατάληψις υπό του Θεού. Αυτά δεν εξηγούνται. Καθόλου δεν εξηγούνται κι άμα τα εξηγήσεις, πέφτεις πολύ έξω. Όχι, δεν εξηγούνται, ούτε στα βιβλία αποδίδονται, ούτε γίνονται καταληπτά. Πρέπει να είσαι άξιος να τα καταλάβεις.

Στις τέσσερις η ώρα χτύπησαν οι καμπάνες. Ο Γερο-Δημάς μόλις άκουσε τις καμπάνες, έκανε μερικές μετάνοιες και σταμάτησε να προσεύχεται. Κάθισε στο πεζούλι –νομίζω πως είναι κτιστό το πεζούλι στον πρόναο – … }81}

… άνοιξε την πόρτα ο Γερο-Δημάς και μπήκε μέσα. Στάθηκε λίγο να τακτοποιηθεί στο στασίδι του για την ακολουθία, νομίζοντας πως κανείς δεν τον είχε δει. Κι εγώ χάθηκα μέσα απ’ τη σκιά της σκάλας και κρυφά και δειλά μπήκα μες στον κυρίως ναό. Επήγα κι επροσκύνησα την Αγία Τριάδα. Μετά εγύρισα και στάθηκα παράμερα. Στο «Μετά φόβου Θεού …» πολλοί πατέρες κοινώνησαν. Έβαλα κι εγώ μετάνοια και μετέλαβα. Από τη στιγμή που μετέλαβα, μου ήλθε μια χαρά υπερβολική, ένας ενθουσιασμός.

Μετά την ακολουθία έφυγα στο δάσος μόνος μου, γεμάτος χαρά κι αγαλλίαση. Τρέλα! Νοερώς έλεγα την Ευχαριστία πηγαίνοντας για την καλύβα. Με πάθος έτρεχα μες στο δάσος, πηδούσα απ΄ τη χαρά μου, άνοιγα σ’ έκταση τα χέρια μ’ ενθουσιασμό, δυνατά και φώναζα: «Δόξα Σοι ο Θεοοός! Δόξα Σοι ο Θεοοός!». Ναι, τα χέρια μου μείνανε ξερά, γίνανε κόκκαλο, ξύλο, κι ανοιγμένα ίσια σχημάτιζαν με το σώμα μου σταυρό. … Το κεφάλι μου σηκωμένο προς τον ουρανό, το στέρνο ετέντωνε με τα χέρια να φύγει για τον ουρανό. Το μέρος που είναι η καρδιά επήγαινε να πετάξει. … Πόση ώρα ήμουν σ’ αυτή την κατάσταση δεν ξέρω. Όταν συνήλθα, έτσι όπως ήμουν, κατέβασα τα χεράκια μου και σιωπηλός με δάκρυα προχώρησα πάλι με βρεγμένα τα μάτια μου.

Έφθασα στο κελλί. Δεν εκολάτσισα κατά τη συνήθειά μου. Να μιλήσω δεν μπορούσα. Πήγα στην εκκλησία, αλλά, }82} όπως συνήθιζα να ψάλλω διάφορα κατανυκτικά, δεν έψαλα. Κάθισα στο στασίδι κι έλεγα το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Συνέχιζε εκείνη η κατάσταση αλλά πιο ήρεμα. Μ’ έπνιγε η συγκίνηση.. αναλύθηκα σε δάκρυα. Έφευγαν αβίαστα απ’ τα μάτια μου, μόνα τους. Δεν τα ήθελα, αλλά ήταν συγκίνηση για την επίσκεψη του Θεού. Δεν σταμάτησαν ως το βράδυ. Δεν μπορούσα να ψάλλω, να σκέπτομαι, να μιλώ. Κι αν βρισκόταν άλλος εκεί, δεν θα του μιλούσα. Θα έφευγα, να είμαι μόνος.

Ένα είναι βέβαιο. Ο Γερο-Δημάς μου μετέδωσε το χάρισμα της ευχής και το διορατικό, την ώρα που ο ίδιος προσευχόταν στο νάρθηκα της Αγίας Τριάδος, του Καθολικού των Καυσοκαλυβίων. Αυτό που έπαθα, ποτέ δεν το είχα σκεφθεί, ούτε ποτέ επιθυμήσει, ούτε το περίμενα. …… Οι Πατέρες δεν έκαναν εκβιασμούς, δεν ζητούσαν σημεία, δεν ζητούσαν χαρίσματα. Εγώ δεν είπα ποτέ μου να έπαιρνα κάποιο χάρισμα απ’ τον Θεό. Ποτέ δεν το σκέφθηκα. Κι αυτό που ποτέ δεν σκέφθηκα παρουσιάσθηκε ξαφνικά κι εγώ ποτέ δεν του έδωσα σημασία.

Κατά το απογευματάκι της ίδιας ημέρας εβγήκα από την εκκλησία. Κάθισα στο πεζούλι και κοίταζα κατά τη θάλασσα. Πλησίαζε η ώρα που συνήθως ερχόντουσαν οι Γεροντές μου. Εκεί που κοίταζα μήπως έλθουν, τους είδα να προβάλλουν. Τους είδα να κατεβαίνουν κάτι μαρμάρινα }83} σκαλιά. Αυτός όμως ο τόπος ήταν μακρινός, δεν έπρεπε κανονικά να τον βλέπω. Τους είδα με την χάρι του Θεού. Ενθουσιάσθηκα. Ήταν η πρώτη φορά που μου συνέβηκε αυτό. Πετάγομαι έξω, τρέχω και τους φθάνω. Παίρνω τα δισάκια.

- Πώς το ήξερες ότι ερχόμαστε; Λέει ο Γέροντας.

- Γέροντα, δεν ξέρω πώς να σου το εξηγήσω. Ενώ ήσασταν πίσω απ’ το βουνό, εγώ σας είδα φορτωμένους κι έτρεξα. Το βουνό ήταν σαν τζάμι κι έβλεπα πίσω.

Το χάρισμα της διοράσεως ποτέ δεν το είχα επιθυμήσει. Ούτε όταν το έλαβα, προσπάθησα να προχωρήσω, δηλαδή να το καλλιεργήσω. Δεν του έδωσα σημασία. Ούτε ζήτησα ποτέ, ούτε ζητώ απ’ τον Θεό να μου αποκαλύψει κάτι, γιατί νομίζω ότι αυτό είναι αντίθετο με το θέλημά Του. Αλλά μετά το γεγονός με τον Γέρο-Δημά άλλαξα εντελώς. Η ζωή μου όλο χαρά και αγαλλίαση. Ζούσα μες στ’ άστρα, μες στο άπειρο, στον ουρανό. Πρώτα δεν ήμουν έτσι. }84}

Από τότε που αισθάνθηκα την χάρι του Θεού, όλα τα χαρίσματα πολλαπλασιάσθηκαν. Έγινα έξυπνος. Έμαθα τριαδικούς κανόνες, τον Κανόνα του Ιησού, άλλους κανόνες. Μόνο που τους διαβάζανε και τους ψάλλανε στην εκκλησία, τους μάθαινα απ’ έξω. Το Ψαλτήρι το έλεγα απ’ έξω. … Όντως άλλαξα. «Έβλεπα» πολλά πράγματα, αλλά δεν μιλούσα· δηλαδή δεν είχα το δικαίωμα να το πω, δεν είχα «πληροφορία». Όλα τα έβλεπα, όλα τα πρόσεχα, όλα τα ήξερα. Απ’ τη χαρά μου δεν πατούσα στη γη. Τότε άνοιξε η μύτη μου και μύριζα τα πάντα, άνοιξαν τα μάτια μου, άνοιξαν τ’ αυτιά μου. Από μακριά τα καταλάβαινα. Τα ζώα, τα πουλιά, τα ξεχώριζα όλα. Ήξερα απ’ το κελάηδημα αν είναι κότσυφας, αν είναι σπουργίτι, αν είναι σπίνος, αν είναι αηδόνι, αν είναι κομπογιάννηδες, αν είναι τσίχλες. Όλα τα πουλάκια τα καταλάβαινα απ’ τη φωνή τους. Τη νύκτα, ξημερώνοντας, χαιρόμουνα τη συναυλία που έκαναν τ’ αηδόνια, τα κοτσύφια, όλα, όλα …

Έγινα άλλος, καινούργιος, διαφορετικός. Ό,τι έβλεπα, το έκανα προσευχή. Το γύριζα στον εαυτό μου. Γιατί το πουλί ψάλλει και δοξολογεί τον Πλάστη; Ήθελα να το κάνω κι εγώ. Το ίδιο και με τα λουλούδια. Τα λουλούδια τα καταλάβαινα απ’ τις μυρωδιές και το άρωμά τους το άκουγα από μισή ώρα μακριά. Παρατηρούσα τα χόρτα, τα δέντρα, τα νερά, τα βράχια. Ά! Με τα βράχια μιλούσα. Πόσα είχαν δει αυτά! Τα ρωτούσα και μου λέγανε όλα τα μυστικά των Καυσοκαλυβίων. Κι εγώ συγκινιόμουν και }85} κατανυγόμουν. Τα έβλεπα όλα με την χάρι του Θεού. Έβλεπα, αλλά δεν μιλούσα. Συχνά πήγαινα στο δάσος. Πολύ μ’ ενθουσίαζε να περπατώ ανάμεσα απ’ τις πέτρες και τα σχοίνα, τα μικρά και τα μεγάλα δένδρα.

Μια μέρα, ένα πρωινό επροχώρησα μόνος μου στο παρθένο δάσος. Όλα, δροσισμένα από την πρωινή δροσιά, λαμπύριζαν στον ήλιο. Βρέθηκα σε μία χαράδρα. Την πέρασα. Κάθισα σ’ ένα βράχο. Δίπλα μου κρύα νερά κυλούσαν ήσυχα κι έλεγα την ευχή. Ησυχία απόλυτη. Τίποτα δεν ακουγόταν. Σε λίγο, μέσα στην ησυχία ακούω μία γλυκιά φωνή, μεθυστική, να ψάλλει, να υμνεί τον Πλάστη. Κοιτάζω, δεν διακρίνω τίποτα. Τελικά, απέναντι σ’ ένα κλαδί βλέπω ένα πουλάκι· ήταν αηδόνι. Κι ακούω το αηδονάκι να κελαηδάει, να σχίζεται· μάλλιασε, που λέμε, η γλώσσα του, φούσκωσε απ’ τους λαρυγγισμούς ο λαιμός του. Αυτό το πουλάκι το μικροσκοπικό να κάνει κατά πίσω τα φτερά του, για να έχει δύναμη και να βγάζει αυτούς τους γλυκύτατους τόνους, αυτή την ωραία φωνή και να φουσκώνει ο λάρυγγάς του! Πω, πω, πω! Να ‘χα ένα ποτηράκι με νερό, για να πηγαίνει να πίνει και να ξεδιψάει!

Μου ήλθαν δάκρυα στα μάτια. Τα ίδια εκείνα δάκρυα της χάριτος που κυλούσαν αβίαστα και τα οποία απέκτησα απ’ τον Γερο-Δημά. Ήταν η δεύτερη φορά που τα δοκίμαζα. }86}

Δεν μπορώ να σας μεταφέρω αυτά που ένιωσα. Αυτά που αισθάνθηκα. Σας φανέρωσα, όμως, το μυστήριο. Και σκεπτόμουν: «Γιατί το αηδονάκι να βγάζει αυτούς τους λαρυγγισμούς; Γιατί να κάνει αυτές τις τρίλιες; Γιατί να ψάλλει αυτό το υπέροχο άσμα; Γιατί, γιατί, γιατί … γιατί να ξελαρυγγιάζεται; Γιατί, γιατί, για ποιο σκοπό; Μήπως περιμένει να το επαινέσει κανείς; Όχι, βέβαια, εκεί κανείς δεν θα το κάνει αυτό». Μόνος μου φιλοσοφούσα. Αυτό τ’ απέκτησα μετά το γεγονός με τον Γερο-Δημά. Πριν απ’ αυτό δεν το έκανα. Πόσα δεν μου είπε το αηδονάκι! Και πόσα του είπα μες στη σιωπή …

Έμοιαζα μέσα κει στην ερημιά στο ξεροβόρι, σαν ένα πουλάκι τ’ ουρανού κατατρεγμένο. Σκέψου ένα πουλάκι μέσα σε μία τέτοια θύελλα τι θα έκανε; Δεν θα έψαχνε να βρει μια φωλίτσα, μια σπηλιά να τρυπώσει; Το ίδιο έκανα κι εγώ μες στο θόρυβο και τη θύελλα, κατατρομαγμένος απ’ τα στοιχεία της φύσεως. Έτρεξα να βρω καταφύγιο, έτρεξα να κρυφθώ στην αγκαλιά του επουράνιου Πατέρα μου. Ένιωθα τη θαλπωρή του Χριστού, την ένωσή μου με τον Θεό. Αισθάνθηκα μεγάλη χαρά κι αγαλλίαση κι ανακούφιση τρυπώνοντας μέσα στο θείον. Δεν μ’ ένοιαζε για τη φουρτούνα, την καταιγίδα, που είναι αυτού του κόσμου. Η ψυχή μου ζητούσε κάτι πιο υψηλό, πιο τέλειο. Ένιωθα ασφαλής, παρηγορημένος κι αναπαυμένος. Πέρασα χρυσές ημέρες. Εκμεταλλεύθηκα μια μεγάλη κακοκαιρία.

Έτσι να σκεπτόμαστε πάντα. Κι έτσι να ζούμε τη δυσκολία και τη δυστυχία. Όλα να τα θεωρούμε ευκαιρίες για προσευχή, για πλησίασμα στον Θεό. Αυτό είναι το μυστικό· πως ο άνθρωπος του Θεού θα τα κάνει όλα προσευχή. Κι ο Απόστολος Παύλος αυτό θα εννοεί, όταν λέγει, «χαίρω εν τοις παθήμασί μου», για όλες τις θλίψεις που του συνέβησαν. Έτσι γίνεται ο αγιασμός. Να μας αξιώσει ο Θεός. Εγώ πολύ το ζητάω στην προσευχή μου. }117}

Παλαιά συνηθίζαμε, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ν’ αγιάζομε τα σπίτια. Κάποια χρονιά επήγα κι εγώ κι αγίαζα. Χτυπούσα τις πόρτες των διαμερισμάτων, μου ανοίγανε κι έμπαινα μέσα ψάλλοντας: «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε …». Όπως πήγαινα στην οδό Μαιζώνος, βλέπω μία σιδερένια πόρτα. Ανοίγω, μπαίνω μέσα στην αυλή, που ήταν γεμάτη από μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, και προχωρώ στη σκάλα. Ήταν μία σκάλα }147} εξωτερική, που ανέβαινε πάνω και κάτω είχε υπόγειο. Ανέβηκα τη σκάλα, χτυπάω την πόρτα και παρουσιάζεται μία κυρία. Αφού μου άνοιξε, εγώ άρχισα κατά τη συνήθειά μου το «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε …». Με σταματάει απότομα. Εν τω μεταξύ με ακούσανε και δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο βγαίνανε κοπέλες απ’ τα δωμάτια. «Κατάλαβα, έπεσα σε οίκο ανοχής», είπα μέσα μου. Η γυναίκα μπήκε μπροστά μου να μ’ εμποδίσει.

- Να φύγεις, μου λέει. Δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το Σταυρό. Να φιλήσω εγώ το Σταυρό και να φύγεις, σε παρακαλώ.

Εγώ τώρα πήρα σοβαρό κι επιτιμητικό ύφος και της λέω:

- Εγώ δεν μπορώ να φύγω! Εγώ είμαι παπάς, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα εδώ ν’ αγιάσω.

- Ναι, αλλά δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές.

- Μα δεν ξέρομε αν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ή εσύ. Διότι αν με ρωτήσει ο Θεός και ζητήσει να Του πω ποιος κάνει να φιλήσει το Σταυρό, οι κοπέλες ή εσύ, μπορεί να έλεγα: «Οι κοπέλες κάνει να τον φιλήσουν και όχι εσύ. Οι ψυχές τους είναι πιο καλές από τη δική σου».

Εκείνη τη στιγμή εκοκκίνησε λίγο. Της λέω λοιπόν:

- Άσε τα κορίτσια να φιλήσουν το Σταυρό.

Τους έκανα νόημα να πλησιάσουν. Εγώ πιο μελωδικά από πρώτα έψαλλα το «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε …», διότι είχα μία χαρά μέσα μου, που ο Θεός οικονόμησε τα πράγματα να πάω και σ’ αυτές τις ψυχές.

Φιλήσανε όλες το Σταυρό. Ήταν όλες περιποιημένες, }148} με τις πολύχρωμες φούστες κλπ. Και τους είπα:

- Παιδιά μου, χρόνια πολλά. Ο Θεός μας αγαπάει όλους. Είναι πολύ καλός και «βρέχει επί δικαίους και αδίκους». Όλοι Τον έχομε Πατέρα και για όλους μας ενδιαφέρεται ο Θεός. Μόνο να φροντίσομε να Τον γνωρίσομε και να Τον αγαπήσομε κι εμείς και να γίνομε καλοί. Να Τον αγαπήσετε και θα δείτε πόσο ευτυχισμένες θα είστε.

Κοιτάζανε απορημένες. Κάτι πήρε η ψυχούλα τους η ταλαιπωρημένη.

- Χάρηκα, τους λέω τέλος, που μ’ αξίωσε ο Θεός να έλθω σήμερα και να σας αγιάσω. Χρόνια πολλά!

- Χρόνια πολλά, είπαν κι εκείνες κι έφυγα. }149}

Τα χρόνια μετά τον πόλεμο ήταν πολύ δύσκολα κι οι άνθρωποι αγωνίζονταν, για να ζήσουν. ...

Η Έφη ήταν δεκαεφτά χρονώ κι έμενε το καλοκαίρι με τους γονείς της και τον αδελφό της στο Μπογιάτι. Είχαν περιβόλι με κηπευτικά και τα πουλούσαν. Ένα βράδυ η μητέρα της Έφης την έστειλε σ’ ένα μαγαζάκι εκεί κοντά, }153} ν’ αγοράσει πετρέλαιο για τη λάμπα. Σημειώστε ότι δεν είχαν τότε ρεύμα. Επιστρέφοντας προς το σπίτι η Έφη συναντάει στο δρόμο ένα αγόρι, συμμαθητή της. Μιλούσαν για τα μαθήματα. Το σημείο όμως που είχαν σταματήσει βρισκόταν πίσω από ένα φορτηγό αυτοκίνητο. Τη στιγμή εκείνη πέρασε ο αδελφός της Έφης και τους είδε να κουβεντιάζουν. Το παρεξήγησε, γιατί πίστεψε ότι πονηρά κουβεντιάζουν και το είπε στην μητέρα τους.

- Η Έφη μας ντροπιάζει, είπε, κουβεντιάζει στο δρόμο μ’ ένα αγόρι.

Όταν έφθασε στο σπίτι η Έφη, η μητέρα της την μάλωσε πολύ και την έδειρε. Τότε οι αρχές ήταν πολύ αυστηρές. Η Έφη πικράθηκε πολύ. Επαναστάτησε για την αδικία και την καχυποψία του αδελφού της.

Την άλλη μέρα γύρισε στο σπίτι ο πατέρας, που έλειπε. Εκείνος της φέρθηκε διαφορετικά, δηλαδή με κατανόηση και καλό τρόπο.

- Εγώ δεν τα πιστεύω αυτά της λέει. Έλα, πάμε να ποτίσομε το περιβόλι. Εσύ θα κάθεσαι κι όπου βλέπεις πως ποτίζεται μια βραγιά, θα μου λέεις να γυρίζω το νερό σ’ άλλη βραγιά.

Έτσι έγινε. Η Έφη, όμως, δεν είχε κοιμηθεί καθόλου την προηγούμενη νύχτα. Η στενοχώρια κι η αδικία την πνίγανε. Απελπίσθηκε κι αποφάσισε να θέσει τέρμα στη ζωή της. Την ώρα λοιπόν που ξεκινούσαν με τον πατέρα της για το περιβόλι έκανε ένα σχέδιο. Να πάρει ένα γεωργικό φάρμακο και το βραδάκι, μετά το πότισμα, κρυφά να το πιεί και να πεθάνει. Σκεπτόταν: «Να δω τότε }154} θα με αγαπούν;». Πήρε λοιπόν το φάρμακο το έβαλε στη τσέπη της και περίμενε να βραδιάσει, για να το πάρει. Δεν άργησε να έλθει η δύσκολη ώρα. Ο πατέρας αμέριμνος της λέει:

- Πήγαινε στην άκρη του περιβολιού να κλείσεις το νερό.

Πήγε γρήγορα. Ήταν αθέατη. Κανείς δεν υπήρχε γύρω της. Ο πατέρας αρκετά μέτρα μακριά κι εκείνη τρέμοντας έβαλε το χέρι στην τσέπη. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ακούει βήματα. Δεν πρόλαβε να κουνηθεί κι εμφανίζεται μπροστά της κάποιος άγνωστος ιερέας. Την χαιρετάει και της λέει:

- Έφη μου, ξέρεις πόσο ωραίος είναι ο Παράδεισος! Φως, χαρά, αγαλλίαση. Ο Χριστός είναι όλος φως και σκορπάει τη χαρά και την αγαλλίαση σε όλους. Μας περιμένει στην άλλη ζωή, για να μας χαρίσει τον Παράδεισο. Υπάρχει όμως κι η κόλαση, που είναι όλο σκοτάδι, λύπη, στενοχώρια, αγωνία, κατάθλιψη. Αν πάρεις αυτό που έχεις στην τσέπη σου, θα πάεις στην κόλαση. Πέταξέ το, λοιπόν, αμέσως, για να μη χάσομε την ομορφιά του Παραδείσου.

Η Έφη τα έχασε στην αρχή, αλλά μετά από λίγο λέει στον ιερέα, αφού, χωρίς να το καταλάβει, είχε πετάξει το φάρμακο:

- Περιμένετε να φωνάξω και τον πατέρα μου να σας δει.

Τρέχει μες στο περιβόλι. Χάθηκε περνώντας τις ψηλές καλαμποκιές, για να βρει τον πατέρα της. Τον ηύρε και του λέει: }155}

- Πατέρα έλα γρήγορα να δεις έναν ιερέα, που ήλθε στην άκρη του περιβολιού μας!

Όταν όμως εφθάσανε στο σημείο που έπρεπε να περιμένει ο ιερέας, δεν υπήρχε κανείς εκεί.

Για πολύ καιρό η Έφη δεν μπορούσε να εξηγήσει όλα όσα της συνέβησαν εκείνο το βράδυ.

… Κάποια φορά η Έφη πήγε στην νονά της, στο σαλόνι είχε μια επίσκεψη. Η Έφη δεν εγνώριζε ποιος ήταν. Η νονά σε μια στιγμή έρχεται στην κουζίνα και λέει της Έφης:

- Έφη, ετοίμασε γλυκό και καφέ και φέρε τα στο σαλόνι για τον επισκέπτη.

… Γύρισε η Έφη στην κουζίνα, άλλαξε το δίσκο και τον πήγε στο σαλόνι. Αλλά τι να δει! Πήγε να της πέσει ο δίσκος απ’ τα χέρια. Βλέπει μπροστά της τον ιερέα που είχε εμφανισθεί εκείνο το δύσκολο γι’ αυτήν βράδυ στο περιβόλι τους. }156}

- Είμαι ο πατήρ Πορφύριος, της λέω χαμογελώντας.

Έτσι γνωρισθήκαμε με την Έφη κι από τότε έχομε μεγάλη φιλία. }157}

ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Η Εκκλησία είναι άναρχη, ατελεύτητη, αιώνια, όπως ο ιδρυτής της, ο Τριαδικός Θεός, είναι άναρχος, ατελεύτητος, αιώνιος. Η Εκκλησία είναι άκτιστη, όπως και ο Θεός είναι άκτιστος. Υπήρχε προ των αιώνων, προ των αγγέλων, προ της δημιουργίας του κόσμου. Είναι θείο καθίδρυμα και σ’ αυτήν «κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος». Είναι το μυστήριο των μυστηρίων. Υπήρξε αφανέρωτο και εφανερώθη «επ’ εσχάτων των χρόνων». Η Εκκλησία παραμένει απαρασάλευτη, γιατί είναι ριζωμένη στην αγάπη και στη σοφή πρόνοια του Θεού.

Την αιώνια Εκκλησία αποτελούν τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. }197}

Η αγάπη του Θεού μας έπλασε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν Του. Μας συμπεριέλαβε στην Εκκλησία παρ’ ότι εγνώριζε την αποστασία μας. Μας έδωσε τα πάντα, για να μας κάνει κι εμάς θεούς κατά χάριν και δωρεάν. Εν τούτοις εμείς, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας μας, εχάσαμε το αρχέγονον κάλλος, την αρχέγονη δικαιοσύνη και αποκοπήκαμε απ’ την Εκκλησία. Έξω απ’ την Εκκλησία, μακριά απ’ την Αγία Τριάδα, εχάσαμε τον Παράδεισο, το παν. Έξω, όμως, απ’ την Εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία, δεν υπάρχει ζωή. Γι’ αυτό η σπλαχνική καρδιά του Θεού-Πατέρα μας δεν μας άφησε έξω απ’ την αγάπη Του. Άνοιξε για μας πάλι τις πύλες του Παραδείσου, επ’ εσχάτων των χρόνων και εφανερώθη εν σαρκί.

Με τη θεία σάρκωση του μονογενούς Υιού του Θεού φανερώθηκε πάλι στους ανθρώπους το προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου.

Ο Θεός εν τη απείρω αγάπη Του μας ένωσε πάλι με την Εκκλησία Του στο πρόσωπο του Χριστού. Μπαίνοντας στην άκτιστη Εκκλησία, ερχόμαστε στον Χριστό, μπαίνομε στο άκτιστον. Καλούμαστε δηλαδή κι εμείς οι πιστοί να γίνομε άκτιστοι κατά χάριν, να γίνομε μέτοχοι }198} των θείων ενεργειών του Θεού, να μπούμε μέσα στο μυστήριο της θεότητος, να ξεπεράσομε το κοσμικό μας φρόνημα, να αποθάνομε κατά «τον παλαιό άνθρωπον» και να γίνομε ένθεοι. Όταν ζούμε στην Εκκλησία, ζούμε τον Χριστό. Αυτό είναι πολύ λεπτό θέμα, δεν μπορούμε να το καταλάβομε. Μόνο το Άγιον Πνεύμα μπορεί να μας το διδάξει.

Η Εκκλησία και ο Χριστός είναι ένα. Το σώμα της Εκκλησίας τρέφεται, αγιάζεται, ζει με τον Χριστό. Αυτός είναι ο Κύριος, ο παντοδύναμος, ο παντογνώστης, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, ο στηριγμός μας, ο φίλος μας, ο αδελφός μας. Αυτός είναι το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος, η βάσις, το παν. Χωρίς Χριστό, Εκκλησία δεν υπάρχει. Νυμφίος ο Χριστός· νύμφη η καθεμία ψυχή.

Ο Χριστός ένωσε το σώμα της Εκκλησίας με τον ουρανό και τη γη. Με τους αγγέλους, τους ανθρώπους και }199} όλα τα δημιουργήματα, με όλη την κτίση του Θεού, με τα ζώα και τα πουλιά, με κάθε μικρό αγριολούλουδο, με κάθε μικρό έντομο. Έγινε έτσι η Εκκλησία «πλήρωμα του τα πάντα εν πάσι πληρουμένου», δηλαδή του Χριστού. Όλα εν Χριστώ και συν Χριστώ, μέσα και μαζί με τον Χριστό. Αυτό είναι το μυστήριο της Εκκλησίας.

Ο Χριστός φανερώνεται μέσα στην ενότητα τη μεταξύ μας και στην αγάπη Του, την Εκκλησία. Εκκλησία δεν είμαι μόνος εγώ, αλλά μαζί κι εσείς. Εκκλησία είμαστε όλοι. Μέσα στην Εκκλησία όλοι ενσωματώνονται. Είμαστε όλοι ένα και ο Χριστός κεφαλή. … Είμαστε όλοι ένα, γιατί ο Θεός είναι Πατέρας μας κι είναι παντού. Όταν το ζήσομε αυτό, είμαστε μέσα στην Εκκλησία. … Ε, αυτό μόνο δια της χάριτος το καταλαβαίνει κανείς. Ζούμε τη χαρά της ενότητος, της αγάπης. Και γινόμαστε ένα μ’ όλους. Δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα!

Το σπουδαίο είναι να μπούμε στην Εκκλησία. Να ενωθούμε με τους συνανθρώπους μας, με τις χαρές και τις λύπες όλων. Να τους νοιώθομε δικούς μας, να προσευχόμαστε για όλους, να πονάμε για τη σωτηρία τους, να ξεχνάμε τους εαυτούς μας. Να κάνομε το παν γι’ αυτούς, όπως ο Χριστός για μας. Μέσα στην Εκκλησία γινόμαστε ένα με κάθε δυστυχισμένο και πονεμένο κι αμαρτωλό. }200}

Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του, χωρίς να σωθούν και οι άλλοι. Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτό του, για να σωθεί ο ίδιος. Τους άλλους πρέπει ν’ αγαπάμε και να προσευχόμαστε να μη χαθεί κανείς· να μπουν όλοι στην Εκκλησία. Αυτό έχει αξία. Και μ’ αυτή την επιθυμία πρέπει να φεύγει κανείς απ’ τον κόσμο, για να πάει στο μοναστήρι ή στην έρημο.

Όταν ξεχωρίζουμε τον εαυτό μας, δεν είμαστε χριστιανοί. Αληθινοί χριστιανοί είμαστε, όταν αισθανόμαστε βαθιά ότι είμαστε μέλη του μυστικού σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας, με μια συνεχή σχέση αγάπης. Όταν ζούμε ενωμένοι εν Χριστώ, δηλαδή όταν ζούμε την ενότητα μέσα στην Εκκλησία Του με το αίσθημα του ενός. … Αυτό είναι το μεγαλύτερο βάθος, η μεγαλύτερη έννοια που έχει η Εκκλησία. Εκεί βρίσκεται το μυστήριο· να ενωθούν όλοι σαν ένας άνθρωπος εν Θεώ.

Είμαστε ένα ακόμη και με τους ανθρώπους που δεν είναι κοντά στην Εκκλησία. Είναι μακριά από άγνοια. }201}

Η Εκκλησία είναι νέα ζωή εν Χριστώ. Στην Εκκλησία δεν υπάρχει θάνατος, δεν υπάρχει κόλασις. }202}

Ο Χριστός καταργεί το θάνατο. Όποιος μπαίνει στην Εκκλησία σώζεται, γίνεται αιώνιος. Μία είναι η ζωή, είναι ατελείωτη συνέχεια, δεν έχει τέλος, δεν υπάρχει θάνατος. Όποιος ακολουθεί τις εντολές του Χριστού, δεν πεθαίνει ποτέ. Πεθαίνει κατά σάρκα, κατά τα πάθη και αξιώνεται να ζει απ’ την εδώ ζωή μες στον Παράδεισο, στην Εκκλησία μας, και κατόπιν στην αιωνιότητα. Με τον Χριστό ο θάνατος γίνεται η γέφυρα, που θα την περάσομε σε μια στιγμή, για να συνεχίσομε να ζούμε εν τω ανεσπέρω φωτί.

Κι εγώ αφότου έγινα μοναχός, πίστευσα ότι δεν υπάρχει θάνατος. Έτσι ένοιωθα και νιώθω πάντα, ότι είμαι αιώνιος και αθάνατος. Τι ωραία!

Μέσα στην Εκκλησία που έχει τα μυστήρια που σώζουν δεν υπάρχει απελπισία. Μπορεί να είμαστε πολύ αμαρτωλοί. Εξομολογούμαστε, όμως, μας διαβάζει ο παπάς κι έτσι συγχωρούμαστε και προχωρούμε προς την αθανασία, χωρίς καθόλου άγχος, χωρίς καθόλου φόβο.

Όταν αγαπήσομε τον Χριστό ζούμε τη ζωή του Χριστού. Άμα αυτό, με την χάρι του Θεού, το κατορθώσομε, τότε βρισκόμαστε σε μια άλλη κατάσταση, ζούμε μια άλλη κατάσταση ζηλευτή. Για μας δεν υπάρχει καμιά φοβία. Ούτε θάνατος, ούτε διάβολος, ούτε κόλασις. Όλ’ αυτά υπάρχουν για τους ανθρώπους που είναι μακράν του Χριστού, για τους μη χριστιανούς. Για μας που είμαστε χριστιανοί }203} και κάνομε το θέλημά Του, εκεί, όπως το λέει, δεν υπάρχουν αυτά τα πράγματα. Υπάρχουν δηλαδή, αλλ’ όταν ο άνθρωπος αποκτείνει τον παλαιό άνθρωπο «συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις», δεν δίδει σημασία στον διάβολο ούτε και στο κακό. Δεν τον απασχολεί. Εκείνο που τον απασχολεί είναι η αγάπη, η λατρεία στον Χριστό και στον συνάνθρωπό του. Άμα φθάσομε στο βαθμό να αισθανόμαστε τη χαρά, την αγάπη, τη λατρεία του Θεού χωρίς καμιά φοβία, φθάνομε να λέμε: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Κανείς δεν μας εμποδίζει να μπούμε μέσα στο μυστήριο.

Με τη λατρεία του Θεού ζεις στον Παράδεισο. Άμα γνωρίσεις και αγαπήσεις τον Χριστό, ζεις στον Παράδεισο. Ο Χριστός είναι ο Παράδεισος. Ο Παράδεισος αρχίζει από δω. Η Εκκλησία είναι ο επί γης Παράδεισος ομοιότατος με τον εν ουρανοίς. Ο Παράδεισος που είναι στον ουρανό ο ίδιος είναι κι εδώ στη γη. Εκεί όλες οι ψυχές είναι ένα, όπως η Αγία Τριάδα είναι τρία πρόσωπα, αλλά είναι ενωμένα κι αποτελούν ένα.

Κύριο μέλημά μας είναι να αφομοιωθούμε στον Χριστό, να ενωθούμε με την Εκκλησία. Αν μπούμε στην αγάπη του Θεού, μπαίνομε στην Εκκλησία. Αν δεν μπούμε στην }204} Εκκλησία, αν δεν γίνομε ένα με την εδώ, την επίγεια Εκκλησία, υπάρχει φόβος να χάσομε και την επουράνια.

Όποιος ζει τον Χριστό, γίνεται ένα μαζί Του, με την Εκκλησία Του. Ζει μια τρέλα! Η ζωή αυτή είναι διαφορετική απ’ τη ζωή των άλλων ανθρώπων. Είναι χαρά, είναι φως, είναι αγαλλίαση, είναι ανάταση. Αυτή είναι η ζωή της Εκκλησίας, η ζωή του Ευαγγελίου, η Βασιλεία του Θεού. «Η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν». Έρχεται μέσα μας ο Χριστός κι εμείς είμαστε μέσα Του. Και συμβαίνει όπως μ’ ένα κομμάτι σίδηρο που τοποθετημένος μες στη φωτιά γίνεται φωτιά και φως· έξω απ’ τη φωτιά, πάλι σίδηρος σκοτεινός, σκοτάδι.

Στην Εκκλησία γίνεται η θεία συνουσία, γινόμαστε ένθεοι. Όταν είμαστε με τον Χριστό, είμαστε μέσα στο φως· κι όταν ζούμε μέσα στο φως, εκεί δεν υπάρχει σκότος. Το φως όμως δεν είναι παντοτινό· εξαρτάται από μας. Συμβαίνει όπως με το σίδηρο, που έξω απ’ τη φωτιά γίνεται σκοτεινός. Σκότος και φως δεν συμβιβάζονται. Ποτέ δεν μπορεί να έχομε σκοτάδι και φως συγχρόνως. Ή φως ή σκότος. Όταν ανάψεις το φως, πάει το σκότος. }205}

Για να διατηρήσουμε την ενότητά μας, θα πρέπει να κάνομε υπακοή στην Εκκλησία, στους επισκόπους της. Υπακούοντας στην Εκκλησία, υπακούομε στον ίδιο τον Χριστό. Ο Χριστός θέλει να γίνομε μία ποίμνη μ’ έναν ποιμένα.

Να πονάμε την Εκκλησία. Να την αγαπάμε πολύ. Να μη δεχόμασθε να κατακρίνουν τους αντιπροσώπους της. … Και με τα μάτια μας να δούμε κάτι αρνητικό να γίνεται από κάποιον ιερωμένο, να μην το πιστεύομε, ούτε να το σκεπτόμαστε, ούτε να το μεταφέρομε. Το ίδιο ισχύει και τα λαϊκά μέλη της Εκκλησίας και για κάθε άνθρωπο. Όλοι είμαστε Εκκλησία.

Να προσέχομε και το τυπικό μέρος. Να ζούμε τα μυστήρια, ιδιαίτερα το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Σ’ αυτά }206} βρίσκεται η Ορθοδοξία. Προσφέρεται ο Χριστός στην Εκκλησία με τα μυστήρια και κυρίως με την Θεία Κοινωνία. Να σας πω για μια επίσκεψη του Θεού σ’ εμένανε τον ταπεινό, για να δείτε την χάρι των μυστηρίων.

Έτσι όπως πονούσα, μου σταυρώσανε το σπυράκι με ευχέλαιο κι αμέσως έσβησε ο πόνος.

Την Πεντηκοστή εξεχύθη η χάρις του Θεού όχι μόνο στους αποστόλους αλλά και σ’ όλο τον κόσμο που βρισκόταν γύρω τους. Επηρέασε πιστούς και απίστους. }207}

Ενώ ο Απόστολος Πέτρος ομιλούσε τη δική του γλώσσα, η γλώσσα του μετεποιείτο εκείνη την ώρα στο νου των ακροατών. Με τρόπο μυστικό το Άγιον Πνεύμα τους έκανε να καταλαβαίνουν τα λόγια του στη γλώσσα τους, μυστικά, χωρίς να φαίνεται. Αυτά τα θαύματα γίνονται με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Παραδείγματος χάριν, η λέξη «σπίτι» σ’ αυτόν που ήξερε γαλλικά θ’ ακουγόταν «la maison». Ήταν ένα είδος διοράσεως· άκουγαν την ίδια τους τη γλώσσα. Ο ήχος χτυπούσε στο αυτί, αλλά εσωτερικά, με τη φώτιση του Θεού, τα λόγια ακούγονταν στη γλώσσα τους. Οι Πατέρες της Εκκλησίας αυτή την ερμηνεία της Πεντηκοστής δεν την αποκαλύπτουν πολύ φανερά, φοβούνται τη διαστρέβλωση. Το ίδιο συμβαίνει και με την Αποκάλυψη του Ιωάννου. Οι αμύητοι δεν μπορούν να καταλάβουν το νόημα του μυστηρίου του Θεού.

Παρακάτω λέει, «εγένετο δε πάση ψυχή φόβος …», δηλαδή κατέλαβε φόβος την κάθε ψυχή. Αυτός ο «φόβος» δεν ήταν φόβος. Ήταν κάτι άλλο, κάτι ξένο, κάτι ακατανόητο, κάτι, κάτι που δεν μπορούμε να το πούμε. Ήταν το δέος, ήταν το γέμισμα, ήταν η χάρις. Ήταν το γέμισμα υπό της θείας χάριτος. Στην Πεντηκοστή οι άνθρωποι βρέθηκαν ξαφνικά σε μία τέτοια κατάσταση θεώσεως, που τα χάσανε. Έτσι, όταν η θεία χάρις τους επεσκίαζε, τους ετρέλαινε όλους –με την καλή έννοια – τους ενθουσίαζε. }208}

Η «κλάσις του άρτου» ήταν η Θεία Κοινωνία. Και συνεχώς αυξάνονταν οι σωζόμενοι, εφόσον έβλεπαν όλους τους χριστιανούς να είναι «εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας αινούντες τον Θεόν». … Αυτό είναι ενθουσιασμός κι αυτό πάλι τρέλα. Εγώ όταν το ζω αυτό, το αισθάνομαι και κλαίω. Πηγαίνω στο γεγονός, ζω το γεγονός, το αισθάνομαι κι ενθουσιάζομαι και κλαίω. Αυτό είναι θεία χάρις. Αυτό είναι και η αγάπη προς τον Χριστό.

Αυτό που ζούσαν οι απόστολοι μεταξύ τους κι αισθανόντουσαν όλη αυτή τη χαρά, στη συνέχεια έγινε με όλους κάτω από το υπερώον. Δηλαδή αγαπιόντουσαν, χαιρόταν ο ένας τον άλλον, ο ένας με τον άλλον είχαν ενωθεί. Ακτινοβολεί αυτό το βίωμα και το ζούνε κι άλλοι. }209}

Ο απώτερος σκοπός της θρησκείας μας είναι το «ίνα ώσιν έν». Εκεί ολοκληρώνεται το έργο του Χριστού. Η θρησκεία μας είναι αγάπη, είναι έρωτας, είναι ενθουσιασμός, είναι τρέλα, είναι λαχτάρα του θείου. Είναι μέσα μας όλ’ αυτά. Είναι απαίτηση της ψυχής μας η απόκτησή τους.

Για πολλούς όμως η θρησκεία είναι ένας αγώνας, μία αγωνία κι ένα άγχος. Γι’ αυτό πολλούς απ’ τους «θρήσκους» τους θεωρούνε δυστυχισμένους, γιατί βλέπουνε σε τι χάλια βρίσκονται. Κι έστι είναι τα πράγματα. Γιατί αν δεν καταλάβει κανείς το βάθος της θρησκείας και δεν τη ζήσει, η θρησκεία καταντάει αρρώστια και μάλιστα φοβερή. Τόσο φοβερή, που ο άνθρωπος χάνει τον έλεγχο των πράξεών του, γίνεται άβουλος κι ανίσχυρος, έχει αγωνία κι άγχος }210} και φέρεται υπό του κακού πνεύματος. Κάνει μετάνοιες, κλαίει, φωνάζει, ταπεινώνεται τάχα, κι όλη αυτή η ταπείνωση είναι μια σατανική ενέργεια. Ορισμένοι τέτοιοι άνθρωποι ζούνε τη θρησκεία σαν ένα είδος κολάσεως. Μέσα στην εκκλησία κάνουν μετάνοιες, σταυρούς, λένε, «είμαστε αμαρτωλοί, ανάξιοι» και μόλις βγούνε έξω, αρχίζουν να βλασφημάνε τα θεία, όταν κάποιος λίγο τους ενοχλήσει. Φαίνεται καθαρά ότι υπάρχει στο μέσον δαιμόνιο.

Στην πραγματικότητα η χριστιανική θρησκεία μεταβάλλει τον άνθρωπο και τον θεραπεύει. Η κυριότερη, όμως, προϋπόθεση, για να αντιληφθεί και να διακρίνει ο άνθρωπος την αλήθεια, είναι η ταπείνωση. Ο εγωισμός σκοτίζει το νου του ανθρώπου, τον μπερδεύει, τον οδηγεί στην πλάνη, στην αίρεση. Είναι σπουδαίο να κατανοήσει ο άνθρωπος την αλήθεια.

Μες στη σπηλιά ο άνθρωπος φθείρεται αρρωσταίνει, καταστρέφεται, ενώ έξω ζωογονείται. Μπορείς να καταλάβεις την αλήθεια; Τότε είσαι στον ήλιο, στο φως, βλέπεις όλα τα μεγαλεία· αλλιώς είσαι σε μια σπηλιά σκοτεινή. Φως και σκότος. Ποιο είναι το πιο καλό; Να είσαι πράος, ταπεινός, ήσυχος, να έχεις μέσα σου αγάπη ή να είσαι νευρικός, στενόχωρος, να διαπληκτίζεσαι με τους πάντες; Ασφαλώς το ανώτερο είναι η αγάπη. }211}

Η αμαρτία κάνει τον άνθρωπο πολύ μπερδεμένο ψυχικά. Το μπέρδεμα δεν φεύγει με τίποτα. Μόνο με το φως του Χριστού γίνεται το ξεμπέρδεμα. Την πρώτη κίνηση την κάνει ο Χριστός. «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες …». Μετά εμείς οι άνθρωποι αποδεχόμαστε αυτό το φως με την αγαθή μας προαίρεση, που την εκφράζομε με την αγάπη μας απέναντί Του, με την προσευχή, με τη συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας, με τα μυστήρια.

Πολλές φορές ούτε ο κόπος ούτε οι μετάνοιες, ούτε οι σταυροί προσελκύουν την χάρι. Υπάρχουν μυστικά. Το ουσιαστικότερο είναι να φεύγεις από τον τύπο και να πηγαίνεις στην ουσία. Ό,τι γίνεται να γίνεται από αγάπη. (ΚΟΛΠΟΙΣ ΚΤΩΝΤΑΙ) }212}

Η αγάπη εννοεί πάντα να κάνει θυσίες. Σ’ ότι κάνεις αγγάρια, κλωστάει η ψυχή, αντιδρά. Η αγάπη ελκύει την χάρι του Θεού. Όταν έλθει η χάρις, έρχονται τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. «Ο δε καρπός του Πνεύματος εστιν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια». Αυτά είναι που πρέπει να έχει μια υγιής ψυχή εν Χριστώ.

Ο άνθρωπος με τον Χριστό γίνεται χαριτωμένος και ζει έτσι πάνω απ’ το κακό. Το κακό γι’ αυτόν δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο το αγαθό, ο Θεός. Δεν μπορεί να υπάρχει κακό. Δηλαδή, εφόσον έχει το φως, δεν μπορεί να έχει σκοτάδι. Ούτε μπορεί να τον καταλάβει το σκοτάδι, διότι έχει το φως. }213}

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΕΡΩΤΟΣ

Ο Χριστός είναι το παν. Αυτός είναι η αγάπη μας, Αυτός είναι ο έρωτάς μας. Είναι έρωτας αναφαίρετος ο έρωτας του Χριστού. Από κει πηγάζει η χαρά.

Η χαρά είναι ο ίδιος ο Χριστός. Είναι μια χαρά που σε κάνει άλλο άνθρωπο. Είναι μια πνευματική τρέλα, αλλά εν Χριστώ. Σε μεθάει σαν το κρασί το ανόθευτο, αυτό το κρασί το πνευματικό. … Ο πνευματικός οίνος είναι άκρατος, ανόθευτος, πολύ δυνατός κι όταν τον πίνεις σε μεθάει. Αυτή η μέθη είναι δώρο του Θεού, που δίδεται στους «καθαρούς τη καρδία». }217}

Όσο μπορείτε να νηστεύετε, όσες μετάνοιες μπορείτε να κάνετε, όσες αγρυπνίες θέλετε ν’ απολαμβάνετε· αλλά να είστε χαρούμενοι. Να έχετε τη χαρά του Χριστού. Είναι η χαρά που διαρκεί αιώνια, που έχει αιώνια ευφροσύνη. Είναι η χαρά του Κυρίου μας, που δίνει την ασφαλή γαλήνη, τη γαλήνια τερπνότητα και την πάντερπνη ευδαιμονία. Η χαρά η πασίχαρη, που ξεπερνά κάθε χαρά. Ο Χριστός θέλει κι ευχαριστείται να σκορπάει τη χαρά, να πλουτίζει τους πιστούς Του με χαρά. Εύχομαι, «ίνα η χαρά υμών ή πεπληρωμένη».

Αυτή είναι η θρησκεία μας. Εκεί πρέπει να πάμε. Ο Χριστός είναι ο Παράδεισος παιδιά μου. Τι είναι Παράδεισος; Ο Χριστός είναι. Από δω αρχίζει ο Παράδεισος. Είναι ακριβώς το ίδιο· όσοι εδώ στη γη ζουν τον Χριστό, ζουν το Παράδεισο. Έτσι είναι που σας το λέγω. Είναι σωστό αληθινό αυτό πιστέψτε με! Έργο μας είναι να προσπαθούμε να βρούμε έναν τρόπο να μπούμε μέσα στο φως του Χριστού. Δεν είναι να κάνεις τα τυπικά. Η ουσία είναι να είμαστε μαζί με τον Χριστό. Να ξυπνήσει η ψυχή και ν’ αγαπήσει τον Χριστό, να γίνει αγία. Να επιδοθεί στο θείο έρωτα. }218}

Αυτά η ψυχή μας θέλει να αποκτήσει. Αν προετοιμασθούμε ανάλογα, η χάρις θα μας τα δώσει. Δεν είναι δύσκολο. Αν αποσπάσομε την χάρι, όλα είναι εύκολα, χαρούμενα κι ευλογία Θεού. Η θεία χάρις διαρκώς κρούει την πόρτα της ψυχής μας και περιμένει ν’ ανοίξομε, για να έλθει στην διψώσαν καρδίαν μας και να την πληρώσει. Το πλήρωμα είναι ο Χριστός, η Παναγία μας, η Αγία Τριάς. Τι ωραία πράγματα!

Άμα αγαπάεις ζεις στην Ομόνοια και δεν ξέρεις ότι βρίσκεσαι στην Ομόνοια. Ούτε αυτοκίνητα βλέπεις, ούτε κόσμο βλέπεις, ούτε τίποτα. Είσαι μέσα σου με το πρόσωπο που αγαπάεις. Το ζεις, το ευχαριστιέσαι, σ’ εμπνέει. Δεν είναι αληθινά αυτά; Σκεφθείτε αυτό το πρόσωπο που αγαπάτε να είναι ο Χριστός. Ο Χριστός στο νου σου, ο Χριστός στην καρδιά σου, ο Χριστός σ’ όλο σου το είναι, ο Χριστός παντού.

Ο Χριστός είναι η ζωή, η πηγή της ζωής, η πηγή της χαράς, η πηγή του φωτός του αληθινού, το παν. Όποιος αγαπάει τον Χριστό και τους άλλους, αυτός ζει τη ζωή. Ζωή χωρίς Χριστό είναι θάνατος, είναι κόλαση, δεν είναι ζωή. Αυτή είναι η κόλαση, η μη αγάπη. Ζωή είναι ο Χριστός. Η αγάπη είναι η ζωή του Χριστού. Ή θα είσαι στη ζωή ή στο θάνατο. Από σένα εξαρτάται να διαλέξεις. }219}

Ενώ το επιθυμούμε, ενώ το θέλομε, ενώ είμαστε άξιοι, η θεία χάρις έρχεται μέσω του αδελφού. Όταν αγαπάμε τον αδελφό, αγαπάμε την Εκκλησία, άρα τον Χριστό. Μέσα στην Εκκλησία είμαστε κι εμείς. Άρα όταν αγαπάμε την Εκκλησία αγαπάμε και τον εαυτό μας.

Ν’ αγαπάμε τον Χριστό μόνο γι’ Αυτόν. Ποτέ για μας. Ας μας βάλει όπου θέλει. Ας μας δώσει ότι θέλει. }220}

Είναι κακό ν’ απελπίζεσαι, διότι ο απελπισμένος πικραίνεται και χάνει την προθυμία και τη δύναμή του.

Όσο αγαπάεις τον Χριστό, τόσο νομίζεις ότι δεν Τον αγαπάεις κι όλο λαχταράεις περισσότερο να Τον αγαπήσεις. Χωρίς όμως να το καταλαβαίνεις πηγαίνεις πιο ψηλά, πιο ψηλά! }222}

Όταν βρεις τον Χριστό σου αρκεί δεν θέλεις τίποτ’ άλλο, ησυχάζεις. Γίνεσαι άλλος άνθρωπος. Ζεις παντού, όπου υπάρχει ο Χριστός. Ζεις στα άστρα, στο άπειρο, στον ουρανό με τους αγγέλους, με τους αγίους, στη γη με τους ανθρώπους, με τα φυτά, με τα ζώα, με όλους, με όλα. Όπου υπάρχει η αγάπη στον Χριστό εξαφανίζεται η μοναξιά. Είσαι ειρηνικός, χαρούμενος, γεμάτος. Ούτε μελαγχολία ούτε αρρώστια, ούτε πίεση ούτε άγχος ούτε κατήφεια, ούτε κόλαση.

Ο Χριστός είναι σ’ όλες σου τις σκέψεις, σ’ όλα σου τα έργα. Έχεις την χάρι και μπορείς όλα να τα υποφέρεις για τον Χριστό. Ακόμη μπορείς να πάσχεις και αδίκως. Να υποφέρεις αδικίες για τον Χριστό, και μάλιστα με χαρά. Όπως έπαθε Εκείνος, το ίδιο κι εσύ μπορείς να πάσχεις αδίκως. Διάλεξες τον Χριστό, για να μην πάθεις; Τι λέει ο Απόστολος Παύλος; «Χαίρω εν τοις παθήμασί μου». Αυτή είναι η θρησκεία μας. Να ξυπνήσει η ψυχή και ν’ αγαπήσει τον Χριστό, να γίνει αγία. Να επιδοθεί μόνο στο θείο έρωτα. Έτσι θα την αγαπήσει κι Εκείνος.

Όταν έλθει ο Χριστός στην καρδιά η ζωή αλλάζει. Ο Χριστός είναι το παν. Όποιος ζει μέσα του τον Χριστό, ζει πράγματα που δεν λέγονται· άγια και ιερά. Ζει εν αγαλλιάσει. Αυτά είναι αλήθεια. Τα έχουνε ζήσει άνθρωποι, }223}

Όταν μπει ο Χριστός στην καρδιά, τα πάθη εξαφανίζονται. Δεν μπορείς ούτε αν βρίσεις, ούτε να μισήσεις, ούτε να εκδικηθείς, ούτε, ούτε, ούτε … Πού να βρεθούν τα μίση, οι αντιπάθειες, οι κατακρίσεις, οι εγωισμοί, τα άγχη, οι καταθλίψεις; Κυριαρχεί ο Χριστός. Και η λαχτάρα του ανεσπέρου φωτός. Αυτή η λαχτάρα σε κάνει να αισθάνεσαι ότι ο θάνατος είναι η γέφυρα που θα την περάσεις σε μια στιγμή για να συνεχίσεις τη ζωή του Χριστού. Εδώ στη γη έχεις ένα εμπόδιο γιαυτό χρειάζεται η πίστη. Αυτό το εμπόδιο είναι το σώμα. Ενώ μετά το θάνατο η πίστη καταργείται και βλέπεις τον Χριστό, όπως βλέπεις τον ήλιο. Στην αιωνιότητα, βέβαια, θα τα ζεις όλα πιο έντονα.

Όταν όμως δεν ζεις με τον Χριστό, ζεις μες στη μελαγχολία στη θλίψη στο άγχος στη στενοχώρια· δεν ζεις σωστά. Τότε παρουσιάζονται πολλές ανωμαλίες και στον οργανισμό. Επηρεάζεται το σώμα, οι ενδοκρινείς αδένες, το συκώτι, η χολή, το πάγκρεας, το στομάχι. Σου λένε: «Για να είσαι υγιής, πάρε το πρωί το γάλα σου, το αυγουλάκι σου, το βουτυράκι σου με δύο-τρία παξιμάδια». Κι όμως, αν ζεις σωστά, αν αγαπήσεις τον Χριστό, μ’ ένα πορτοκάλι κι ένα μήλο είσαι εντάξει. Το μεγάλο φάρμακο είναι να επιδοθεί κανείς στη λατρεία του Χριστού. Όλα θεραπεύονται. Όλα λειτουργούν κανονικά. Η αγάπη του Θεού όλα τα μεταβάλλει, τα μεταποιεί, τα αγιάζει, τα διορθώνει, τα αλλάζει, τα μεταστοιχειώνει.

Πολύ θα παρηγορηθεί η ψυχούλα μας, όταν λαχταρήσομε }224} τον Κύριο. Δεν θ’ ασχολούμαστε τότε με τα καθημερινά και τα χαμερπή. Θ’ ασχολούμαστε με τα πνευματικά και τα ανώτερα, θα ζούμε στον κόσμο τον πνευματικό. Όταν ζεις στον κόσμο τον πνευματικό, ζεις σε άλλον κόσμο, σ’ αυτόν που αρέσκεται και λαχταράει η ψυχή σου. Δεν αδιαφορείς όμως και για τον άνθρωπο· θέλεις κι αυτός να βρει τη σωτηρία, το φως τον αγιασμό. Να μπουν όλοι στην Εκκλησία.

Ο Χριστός είναι το άκρον εφετόν, το άκρον επιθυμητόν, δεν υπάρχει ανώτερο. Όλα τα αισθητά έχουν κόρο, αλλά ο Θεός δεν έχει κόρο. Αυτός είναι το παν. Ο Θεός είναι το άκρον εφετόν. Καμιά άλλη χαρά, κανένα άλλο κάλλος, τίποτα δεν μπορείς να παραβγεί μ’ Αυτόν. Τι άλλο από το ανώτατον;

Ο έρωτας προς τον Χριστό είναι κάτι άλλο. Δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει υγεία, δίνει, δίνει, δίνει … Κι όσο δίνει, τόσο πιο πολύ ο άνθρωπος θέλει να ερωτεύεται. Ενώ ο ανθρώπινος έρωτας μπορεί να φθείρει τον άνθρωπο, να τον τρελάνει. Όταν αγαπήσομε τον Χριστό, όλες οι άλλες αγάπες υποχωρούν. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό. Η αγάπη του Χριστού δεν έχει κορεσμό. Η σαρκική αγάπη έχει κορεσμό. Μετά μπορεί ν’ αρχίσει η ζήλεια, η γκρίνια, μέχρι κι ο φόνος. Μπορεί να μεταβληθεί σε μίσος. Η εν Χριστώ αγάπη, δεν }225} αλλοιώνεται. Η κοσμική αγάπη, λίγο διατηρείται και σιγά σιγά σβήνει, ενώ η θεία αγάπη ολοένα μεγαλώνει και βαθαίνει. Κάθε άλλος έρωτας μπορεί να φέρει τον άνθρωπο σ’ απελπισία. Ο θείος έρως, όμως μας ανεβάζει στη σφαίρα του Θεού, μας χαρίζει γαλήνη, χαρά, πληρότητα. Οι άλλες ηδονές κουράζουν, ενώ αυτή διαρκώς δεν χορταίνεται. Είναι μία ηδονή ακόρεστος, που δεν τη βαριέται κανείς ποτέ. Είναι το άκρον αγαθόν.

Μόνο σ’ ένα σημείο σταματάει ο κορεσμός· όταν ο άνθρωπος ενωθεί με τον Χριστό. Αγαπάει, αγαπάει, αγαπάει κι όσο αγαπάει, τόσο βλέπει ότι θέλει ακόμη ν’ αγαπήσει. Το βλέπει, ότι δεν έχει ενωθεί, δεν έχει δοθεί στην αγάπη του Θεού. Έχει συνεχώς την έφεση, την επιθυμία, τη χαρά, για να κατορθώσει να φθάσει στο άκρον εφετόν, στον Χριστό. Όλο νηστεύει κι όλο κάνει μετάνοιες κι όλο προσεύχεται κι όμως όλο δεν ικανοποιείται. Δεν το καταλαβαίνει ότι έφθασε ήδη σ’ αυτή την αγάπη. Αυτό που επιθυμεί, δεν το νιώθει ότι τον γέμισε, ότι το πήρε, ότι το αισθάνεται, ότι το ζει. Αυτό το θείο έρωτα, αυτή τη θεία αγάπη λαχταρούν και ποθούν όλοι οι ασκηταί. Μεθούν με τη θεία μέθη. Μ’ αυτή τη θεία μέθη το μεν σώμα μπορεί να γηράσκει, να παρέρχεται το πνεύμα όμως, νεάζει και ανθεί.

Οι ύμνοι και τα τροπάρια της Εκκλησίας μας είναι γεμάτα με θείο έρωτα. Ακούστε τι λέει στον κανόνα του Αγίου Αποστόλου Τιμοθέου:

«Ποθήσας θερμώς των εφετών το ακρότατον

και δι’ αγάπης συγκραθείς, }226}

πόθω κατάλληλον ζωήν μετήλθες, θεόληπτε,

δια παντός σου κατοπτεύων τον έρωτα

και της αυτού θεωρίας πιμπλάμενος».

«Συγκραθείς» σημαίνει γίνεσαι ένα, ενώνεσαι με τον ερωμένο. Και «πιμπλάμενος», από το «πίπλημι», σημαίνει γεμίζω, χορταίνω. Ώ, λέξεις σπουδαίες! Να κάνετε συλλογή από τέτοιες λέξεις, που δείχνουν τη θεία αγάπη, τη θεία τρέλα. Δεν τις χορταίνεις! Ναι, δεν χορταίνεται η αγάπη στον Χριστό. Όσο Τον αγαπάεις, νομίζεις ότι δεν Τον αγαπάεις κι όλο θέλεις πιο πολύ να Τον αγαπάεις. Συγχρόνως, όμως, πλημμυρίζει η ψυχή σου απ’ την παρουσία Του και την εν Κυρίω χαρά την αναφαίρετο. Δεν θέλεις τότε τίποτα να επιθυμήσεις. Κάτι παρόμοιο γράφει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος:

«Η χαρά, ήτις πηγάζει από τον Θεόν, υπάρχει δυνατωτέρα της ενταύθα ζωής και όστις γευθή αυτήν, όχι μόνον δεν θέλει προσέχει εις τα πάθη, αλλ’ ουδέ την ενταύθα ζωήν αυτού θέλει επιθυμήσει, ούτε άλλο τι αισθητόν θέλει προτιμήσει αυτής της χαράς, εάν αύτη υπάρχη αληθής και όχι πλάνη. … και εις την καρδίαν ήτις δέχεται αυτήν (την αγάπην του Θεού), πάσα γλυκύτης τούτου του κόσμου θεωρείται περιττή· διότι κανέν άλλο πράγμα δεν δύναται να εξομοιωθή με την γλυκύτητα της επιγνώσεως του Θεού» }227}

Όταν νυγεί η ψυχή μας, όταν τρωθεί από το θείο πόθο, η ευπάθεια της σαρκός μαραίνεται. Ο θείος πόθος νικάει κάθε πόνο κι έτσι κάθε πόνος μεταποιείται και γίνεται αγάπη Χριστού. … Όλοι οι πόνοι θα περάσουν θα νικηθούν, θα μεταποιηθούν. Τότε γίνονται όλα Χριστός, γίνονται }229} Παράδεισος. Αλλά για να ζούμε στον Παράδεισο πρέπει να αποθάνομε, να αποθάνομε για όλα, να είμαστε σαν νεκροί. Τότε θα ζούμε πραγματικά θα ζούμε στον Παράδεισο. Αν δεν νεκρωθούμε κατά τον παλαιό άνθρωπο, δεν γίνεται τίποτα.

Να βάλομε την πρίζα της καρδιάς μας στην αγάπη Του, για να ενωθούμε μαζί Του. Αυτό ζητάει ο Κύριος όχι για τον ευατό Του, από εγωισμό, αλλά για μας, για να μας χαρίσει το παν, τη χαρά, την ευτυχία.

Είχε βρει το μυστικό της θείας αγάπης. Δεν είναι δύσκολο, αντίθετα είναι τόσο εύκολο να το ανακαλύψουμε. Εξαρτάται από τον τρόπο και την προετοιμασία, θέλει ορθόδοξο πνεύμα. }230}

Η έννοια του φόβου είναι καλή για τα πρώτα στάδια. Είναι για τους αρχαρίους, γι’ αυτούς που ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος. Ο άνθρωπος ο αρχάριος, που δεν έχει ακόμη λεπτυνθεί, συγκρατείται απ’ το κακό με το φόβο. Και ο φόβος είναι απαραίτητος, εφόσον είμαστε υλικοί άνθρωποι και χαμερπείς. Αλλ’ αυτό είναι ένα στάδιο, ένας χαμηλός βαθμός σχέσεως με το θείον. Το πάμε στη συναλλαγή, προκειμένου να κερδίσουμε τον Παράδεισο ή να γλιτώσομε την κόλαση. Αυτό αν το καλοεξετάσομε, δείχνει κάποια ιδιοτέλεια, κάποιο συμφέρον. Εμένα δεν μου αρέσει αυτός ο τρόπος. }234}

Αν θελήσομε και Τον ακολουθήσομε, και τούτη η ζωή με τον Χριστό είναι χαρά, έστω και μέσα σε δυσκολίες. Όπως το λέει ο Απόστολος Παύλος: «Χαίρω εν τοις παθήμασί μου». Αυτή είναι η θρησκεία μας, εκεί πρέπει να πάμε. Δεν είναι τυπικά, όσο είναι να ζει κανείς με τον Χριστό. Όταν αυτό το πετύχεις, τι άλλο θέλεις; Κέρδισες το παν. Ζεις τον Χριστό και ο Χριστός ζει μέσα σου. Όλα μετά είναι πολύ εύκολα, η υπακοή, η ταπείνωση, η ειρήνη.

Από αυτή τη λατρεία για τον Χριστό προήλθε το Άσμα ασμάτων του σοφού Σολομώντος. Αυτό το βιβλίο καλλιεργεί το θείο πόθο, τη θεία αγάπη, τη λατρεία και την εγρήγορση στη σχέση με τον ουράνιο Νυμφίο. Τι ωραία λόγια, ερωτικά, γεμάτα αγάπη, πάθος, έρωτα θείο! Φαίνονται σαν ανθρώπινα, είναι όμως θεία. «Ότι τέτρωμαι της σης αγάπης εγώ», λέει ένα τροπάριο. Δηλαδή «πάσχω, υποφέρω, Σε ζητάει η ψυχή μου, θέλει Εσένα που είσαι το φως, η ζωή, ο Θεός, ο Κύριός μου και ο Θεός μου».

Κατεξοχήν στο Άσμα ασμάτων βλέπομε τον Χριστό ως Νυμφίο. Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος της ψυχής μας. Η ψυχή μας, νύμφη Του, Τον ακολουθεί σ’ όλα. Και στο }235} μαρτύριο και στο Γολγοθά και στη Σταύρωση αλλά και στην Ανάσταση. Όταν φθάσομε σ’ αυτή την αγάπη, τότε ο Χριστός θα εγκύψει μέσα μας και θα γεμίσει την ψυχή μας.

Διαρκώς ν’ ατενίζετε προς τα άνω, προς τον Χριστό, να εξοικειώνεσθε με τον Χριστό, να εργάζεσθε με τον Χριστό, να πονάτε με τον Χριστό, να χαίρεσθε με τον Χριστό. Να είναι το παν για σας ο Χριστός. Η ψυχή σας να ζητάει, να φωνάζει τον Νυμφίο της: «Σε, Νυμφίε μου, ποθώ …». Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος, είναι ο Πατέρας, είναι το παν. Δεν υπάρχει ανώτερο πράγμα στη ζωή από το ν’ αγαπάμε τον Χριστό. Ό,τι θέλομε είναι στον Χριστό. Ο Χριστός είναι το παν. Όλη η χαρά, όλη η ευφροσύνη, όλη η παραδεισιακή ζωή. Όλα τα μεγαλεία έχομε, όταν έχομε τον Χριστό μέσα μας. Η ψυχή που είναι ερωτευμένη με τον Χριστό είναι πάντα χαρούμενη κι ευτυχισμένη, όσους κόπους και θυσίες κι αν της κοστίσει αυτό.

Κανείς δεν μπορεί ν’ αρνηθεί ότι το πλήρωμα είναι ο Χριστός. Όσοι αρνούνται αυτή την αλήθεια είναι άρρωστοι ψυχικώς, κατέχονται υπό του κακού πνεύματος. Αρνούνται αυτό που τους λείπει. Έτσι βρίσκει κενή την ψυχή τους και μπαίνει ο διάβολος μέσα τους.

Λέει στο Άσμα ασμάτων η νύμφη για τον Νυμφίο }236} Χριστό: «Εγώ καθεύδω και η καρδία μου αγρυπνεί. Φωνή αδελφιδού μου κρούει επί την θύραν».

Η νύμφη αγρυπνεί και ονειρεύεται Αυτόν. Εκφράζει, έτσι, την αγάπη της και την πλήρη αφοσίωσή της. Τον έχει συνεχώς στο νου της, στην καρδιά της, ακόμη και στον ύπνο. Τον λατρεύει. Καταλάβατε; Η λατρεία να γίνεται εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της καρδίας. Τι θα πει αυτό; Η μόνη σας έννοια να είναι ο Θεός. Όχι όπως οι άλλες έννοιες. Αυτή η έννοια να είναι διαφορετική. Είναι ένα είδος λατρείας προς τον Χριστό. Αυτή είναι η έννοια που θέλγει και ευχαριστεί. Δεν είναι κάτι που γίνεται αγγάρια. Νιώθετε ευχαρίστηση και ηδονή πνευματική. Δεν είναι όπως το μάθημα που διαβάζει το παιδί, για να πάει στο σχολείο. Είναι όπως ο έρωτας μεταξύ δύο ανθρώπων αλλά ανώτερος, πνευματικός.

Έτσι κι η ψυχή μας φωνάζει στον Θεό εξαιτίας της οδύνης που νιώθει, όταν Τον αναζητάει. Και κάνει και κάποιο κόπο, κάποια προσπάθεια. Τι σημαίνει ο κόπος της τικτούσης και το κλάμα; Δεν είναι ο πόνος κι η οδύνη, ώσπου να έλθει μέσα μας ο Χριστός; Αυτή η οδύνη είναι η πιο μεγάλη. Τη γνωρίζουν όσοι την εδοκίμασαν. Είναι μαρτύριο αφόρητο. }237}

Η ψυχή του Χριστιανού πρέπει να είναι λεπτή, να είναι ευαίσθητη, να είναι αισθηματική, να πετάει, όλο να πετάει, να ζει μες στα όνειρα. Να πετάει μες στ’ άπειρο, μες στ’ άστρα, μες στα μεγαλεία του Θεού, μες στη σιωπή.

Όποιος θέλει να γίνει χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Αυτό είναι! Πρέπει να πονάεις. Ν’ αγαπάεις και να πονάεις. Να πονάεις γι’ αυτόν που αγαπάεις. Η αγάπη κάνει κόπο για τον αγαπημένο. Όλη νύχτα τρέχει, αγρυπνεί, ματώνει τα πόδια, για να συναντηθεί με τον αγαπημένο. Κάνει θυσίες δεν λογαριάζει τίποτα, ούτε απειλές ούτε δυσκολίες εξαιτίας της αγάπης. Η αγάπη προς τον Χριστό είναι άλλο πράγμα, απείρως ανώτερο.

Και όταν λέμε αγάπη, δεν είναι οι αρετές που θ’ αποκτήσομε αλλά η αγαπώσα καρδία προς τον Χριστό και τους άλλους. Το κάθετί εκεί να το στρέφομε.

Εμείς όμως έχομε φλόγα για τον Χριστό; Τρέχομε, }238} όταν είμαστε κατάκοποι, να ξεκουρασθούμε στην προσευχή, στον Αγαπημένο ή το κάνομε αγγάρια και λέμε: «Ώ, τώρα έχω να κάνω και προσευχή και κανόνα …»; Τι λείπει και νιώθομε έτσι; Λείπει ο θείος έρως. Δεν έχει αξία να γίνεται μια τέτοια προσευχή. Ίσως μάλιστα κάνει και κακό.

Αν στραπατσαρισθεί η ψυχή και γίνει ανάξια της αγάπης του Χριστού διακόπτει ο Χριστός τις σχέσεις διότι ο Χριστός «χοντρές» ψυχές δεν θέλει κοντά Του. Η ψυχή πρέπει να συνέλθει πάλι, για να γίνει άξια του Χριστού, να μετανοήσει «έως εβδομηκοντάκις επτά». Η μετάνοια η αληθινή θα φέρει τον αγιασμό. Όχι να λέεις «πάνε τα χρόνια μου χαμένα, δεν είμαι άξιος» αλλά μπορείς να λέεις «θυμάμαι κι εγώ τις μέρες τις αργές που δεν ζούσα κοντά στον Θεό». Και στη δική μου τη ζωή κάπου θα υπάρχουν άδειες μέρες. Ήμουν δώκεκα χρονών, που έφυγα για το Άγιον Όρος. Δεν ήταν αυτά χρόνια; Μπορεί βέβαια να ήμουν μικρό παιδί, αλλά έζησα δώδεκα χρόνια μακράν του Θεού· τόσα πολλά χρόνια! …

Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ: «Πάσα γαρ εργασία σωματική τε και πνευματική μη έχουσα πόνον ή κόπον, ουδέποτε καρποφορεί τω ταύτην μετερχομένω, ότι βιαστή εστίν η Βασιλεία των ουρανών και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν, βίαν ειπών την του σώματος εν πάσιν επίπονον άσκησιν». }239}

Χρειάζεται προσοχή και προσπάθεια για να κατανοεί κανείς αυτά που μελετάει και να τα ενστερνίζεται. Αυτός είναι ο κόπος που θα κάνει ο άνθρωπος. Στην κατάνυξι στην ζέση στα δάκρυα θα μπει μετά χωρίς να κοπιάσει. Αυτά ακολουθούν είναι δώρα Θεού. Ο έρωτας θέλει προσπάθεια; }240}

Εγώ ο καημένος επιθυμώ ν’ ακούω τα λόγια των Πατέρων, των ασκητών, τα λόγια της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Σ’ αυτά θέλω να εντρυφώ. Αυτά καλλιεργούν το θείο έρωτα. Τα επιθυμώ και προσπαθώ, αλλά δεν μπορώ. Αρρώστησα και «το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σάρξ ασθενής». Δεν μπορώ να κάνω μετάνοιες. Τίποτα. Επιθυμώ, έχω ζήλο και έρωτα να είμαι στο Άγιον Όρος και να κάνω μετάνοιες, να προσεύχομαι, να λειτουργώ και να είμαι μ’ έναν ακόμη ασκητή. Είναι καλύτερο να είναι δύο. Το είπε ο ίδιος ο Χριστός: «Ου γαρ εισί δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών».

Ο Χριστός κάθεται έξω απ’ τη θύρα της ψυχής μας και κρούει για να Του ανοίξομε, μα δεν μπαίνει μέσα. Δεν θέλει να εκβιάσει την ελευθερία, που ο ίδιος μας έχει δώσει. … Ο Χριστός είναι ευγενής. Στέκει }241} έξω απ’ τη θύρα της ψυχής μας και χτυπάει απαλά. Αν του ανοίξομε, θα έλθει μέσα μας και θα μας δώσει τα πάντα, τον εαυτό Του, μυστικά, αθόρυβα.

Ούτε μπορούμε να Τον αγαπήσομε, αν ο ίδιος δεν μας αγαπήσει. Ο Χριστός δεν θα μας αγαπήσει, άμα εμείς δεν είμαστε άξιοι να μας αγαπήσει. Για να μας αγαπήσει, πρέπει να βρει μέσα μας κάτι το ιδιαίτερο. Θέλεις, ζητάεις, προσπαθείς, παρακαλείς, δεν παίρνεις όμως τίποτα. Ετοιμάζεσαι ν’ αποκτήσεις εκείνα που θέλει ο Χριστός, για να έλθει μέσα σου η θεία χάρις, αλλά δεν μπορεί να μπει, όταν δεν υπάρχει εκείνο που πρέπει να έχει ο άνθρωπος. Ποιο είναι αυτό; Είναι η ταπείνωση. Αν δεν υπάρχει ταπείνωση, δεν μπορούμε ν’ αγαπήσομε τον Χριστό. Ταπείνωση και ανιδιοτέλεια στη λατρεία του Θεού. «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου».

Κανείς να μη σας βλέπει κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το θείον. Όλ’ αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σας έχω πει για τ’ αηδονάκι; Μες στο δάσος κελαηδάει. Στη σιγή. Να πεις πως κάποιος τ’ ακούει, πως κάποιος το επαινεί; Κανείς. Πόσο ωραίο κελάηδημα μες στην ερημιά! Έχετε δει πως φουσκώνει ο λάρυγγάς του; Έτσι γίνεται και μ’ αυτόν }242} που ερωτεύεται τον Χριστό. Άμα αγαπάει, «φουσκώνει ο λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα».

Έ, όταν φθάσεις σε μια τέτοια ταπείνωση κι εξαναγκάσεις την χάρι του Θεού να κατοικήσει μέσα σου, τότε τα κέρδισες όλα. Όταν έχεις ταπείνωση, όταν γίνεις αιχμάλωτος του Θεού, αιχμάλωτος με την καλή έννοια, δηλαδή δοχείο της θείας χάριτος, τότε μπορείς να πεις με τον Απόστολο Παύλο: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη εν εμοί Χριστός». Είναι πάρα πολύ εύκολο να πραγματοποιηθεί αυτό, να κάνομε, δηλαδή αυτά που θέλει ο Θεός. Όχι απλώς εύκολο αλλά ευκολότατο. Αρκεί να κάνομε το άνοιγμα. Όταν κάνομε το άνοιγμα, για να δεχούμε το θείον, γινόμαστε άξιοι του Θεού, για να εγκύψει μέσα μας ο Χριστός. Και αν εγκύψει μέσα μας ο Χριστός μας χαρίζει την ελευθερία. Πού να βρεις λέξεις γι’ αυτά τα μυστήρια! Όλο το μυστικό είναι η αγάπη, ο έρωτας στον Χριστό. Το δόσιμο στον κόσμο τον πνευματικό. Ούτε μοναξιά νιώθει κανείς, ούτε τίποτα. Ζει μέσα σ’ άλλον κόσμο. Εκεί που η ψυχή χαίρεται, εκεί που ευφραίνεται, που ποτέ δεν χορταίνει. }243}

Είναι μία πανήγυρις και το κέντρο όλης της χαράς είναι το πρόσωπο του Χριστού. Τι είναι ακριβώς, δεν μπορούμε στο βάθος να το καταλάβομε, διότι ο Θεός είναι άπειρος, είναι μυστήριο, είναι σιωπή. Ο Θεός είναι πολύ μυστικός, αλλά υπάρχει παντού. Θεό ζούμε, Θεό αναπνέομε, αλλά δεν μπορούμε να αισθανθούμε το μεγαλείο Του, την πρόνοιά Του. Συχνά κρύβει τις ενέργειες της θείας Του προνοίας (ΛΟΓΟΙ ΟΝΤΩΝ). Όταν όμως αποκτήσομε την αγία ταπείνωση, τότε τα βλέπομε όλα κι όλα τα ζούμε· ζούμε τον Θεό ολοφάνερα κι αισθανόμαστε τα μυστήρια Του. Τότε πια αρχίζομε να Τον αγαπάμε. Κι αυτό είναι κάτι που το ζητάει Εκείνος. Είναι το πρώτο που ζητάει για τη δική μας ευτυχία, … }245}

Το άκρον εφετόν είναι ο Θεός, ο Πατέρας ο Υιός το Άγιον Πνεύμα. Όλα τα πρόσωπα είναι ένα μεταξύ τους και είναι ένα και με την Εκκλησία.

Χριστέ μου, είσαι η αγάπη μου!

Δεν σκέπτομαι το θάνατο. Ό,τι θέλει ο Κύριος. Εγώ θέλω να σκέπτομαι τον Χριστό. Ανοίξτε και σεις τα χέρια σας και ριχθείτε στην αγκαλιά του Χριστού. Τότε ζει μέσα σας. Κι όλο νομίζετε ότι δεν Τον αγαπάτε πολύ και θέλετε πιο πολύ να Τον πλησιάσετε και να είστε ένα μαζί Του. Περιφρονήστε τα πάθη, μην ασχολείσθε με τον διάβολο. Στραφείτε στον Χριστό. Για να γίνουν αυτά, χρειάζεται να έλθει η χάρις. «Η θεία χάρις, η πάντοτε τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα». }246}

ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

Το παν είναι η αγάπη, ο έρωτας με τον Κύριο, τον Νυμφίο Χριστό. Γίνετε άξιοι της αγάπης του Χριστού. Για να μη ζείτε στο σκοτάδι, γυρίστε το διακόπτη της προσευχής, ώστε να έλθει το θείο φως στην ψυχή σας. Στο βάθος του είναι σας θα φανεί ο Χριστός. Εκεί, στο βάθος είναι η Βασιλεία του Θεού. }249}

Η προσευχή γίνεται μόνο με το Άγιον Πνεύμα. Αυτό διδάσκει την ψυχή πώς να προσεύχεται. … Εμείς δεν χρειάζεται να κάνομε καμία προσπάθεια. Ν’ απευθυνόμασθε στον Θεό με ύφος ταπεινού δούλου, με φωνή παρακλητική και ικετευτική. Τότε η προσευχή μας είναι ευάρεστη στον Θεό. … Όταν κινηθεί για προσευχή ο νους του ανθρώπου, στο δευτερόλεπτο του δευτερολέπτου έρχεται η θεία χάρις. Τότε ο άνθρωπος γίνεται χαριτωμένος και βλέπει με άλλα μάτια τα πάντα. Το παν είναι ν’ αγαπήσομε τον Χριστό, την προσευχή τη μελέτη.

Πριν απ’ την προσευχή η ψυχή πρέπει να προετοιμάζεται με προσευχή. Προσευχή για την προσευχή. }250}

Στην προσευχή μπαίνομε χωρίς να το καταλάβομε. Χρειάζεται να βρεθούμε και σε κατάλληλο κλίμα. … Διαβάζοντας τις ψαλμωδίες, τις ακολουθίες με έρωτα, χωρίς να το καταλάβομε γινόμαστε άγιοι. Ευφραινόμαστε με τα θεία λόγια. Αυτή η ευφροσύνη, αυτή η χαρά είναι η δική μας προσπάθεια για να μπούμε εύκολα στην ατμόσφαιρα της προσευχής, η προθέρμανση όπως λέμε.

Ο ίδιος ο Κύριος θα μας διδάξει την προσευχή. Δεν θα τη μάθομε μόνοι μας, ούτε άλλος κανείς θα μας τη μάθει. Μη λέμε, «έκανα τόσες μετάνοιες, εξασφάλισα τώρα την χάρι», αλλά να ζητάμε να λάμψει εντός μας το ακήρατον }251} φως της θείας γνώσεως και να ανοίξει τα πνευματικά μας μάτια, για να κατανοήσομε τα θεία Του λόγια.

Με τον τρόπο αυτό χωρίς να το καταλάβομε αγαπάμε τον Θεό χωρίς σφιξίματα, προσπάθεια κι αγώνα. Αυτά που είναι δύσκολα στους ανθρώπους για τον Θεό είναι πολύ εύκολα. Τον Θεό θα Τον αγαπήσομε ξαφνικά όταν η χάρις θα μας επισκιάσει. Αν αγαπήσομε πολύ τον Χριστό, η ευχή θα λέγεται μόνη της. Ο Χριστός θα είναι συνεχώς στο μυαλό μας και στην καρδιά μας.

Για να μένομε, όμως σ’ αυτή την κατάσταση και να μην τη χάνομε, θέλει έρωτα θείο, θέλει θεία φλογερή αγάπη στον Χριστό. Ο έρως απευθύνεται σε ένα ον ανώτερο. Ο εραστής, ο Θεός, ποθεί τον ερώμενο και ο ερώμενος θέλει να φθάσει τον εραστή. Ο εραστής αγαπάει τον ερώμενο με μία θεία και τελεία αγάπη. Ο Θεός που αγαπάει τον άνθρωπο, είναι ανιδιοτελής.

Η αγάπη προς τον Θεό είναι ανώτερη, όταν εκφράζεται ως ευγνωμοσύνη. Είναι ανάγκη ν’ αγαπάμε, όχι ως καθήκον, αλλ’ όπως είναι η ανάγκη να τρώμε. Πολλές φορές εμείς πλησιάζομε στον Θεό από ανάγκη ν’ ακουμπήσομε, επειδή δεν μας αναπαύουν όλα γύρω μας και νιώθομε ερημιά. }252}

Μόνος Του θα έλθει ο Χριστός και θα εγκύψει στην ψυχή μας, αρκεί να βρει ορισμένα πραγματάκια που να Τον ευχαριστούν· αγαθή προαίρεση, ταπείνωση και αγάπη. Χωρίς αυτά δεν μπορούμε να πούμε το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με».

Έχομε, επί παραδείγματι ένα ραδιόφωνο. Όταν έχομε στραμμένη την κεραία στο σημείο «1», ας πούμε, όπου βρίσκονται οι πιο πολλοί πομποί, τότε ακούγεται η εκπομπή καλύτερα. Στο σημείο «2» δεν έχει τόσους πομπούς και ακούγεται κάπως λιγότερο. Στο σημείο «3» δεν ακούγεται καθόλου καλά. Το ίδιο γίνεται και στην επικοινωνία με το θείον. Όταν η ψυχή είναι στραμμένη στο «1», η επικοινωνία γίνεται πολύ καλά. Αυτό οφείλεται βέβαια σε δύο βασικές προϋποθέσεις, στην αγάπη και στην ταπείνωση. Με τις προϋποθέσεις αυτές η ψυχή επικοινωνεί με τον Θεό, ακούει τη φωνή Του, δέχεται το λόγο Του, παίρνει δύναμη και χάρι θεϊκή, μεταμορφώνεται. Στρέφεται στον Θεό με απαλό τρόπο και κατανύσσεται. Όταν υπάρχει λιγότερη αγάπη και ταπείνωση – θέση «2» - επικοινωνούμε λιγότερο καλά με το θείον. Όταν πάρει η ψυχή τη θέση «3», δεν γίνεται καθόλου καλή επικοινωνία, διότι είναι γεμάτη από πάθη, μίση, εχθρότητες και δεν μπορεί να ανέλθει.

Για να έλθει ο Χριστός μέσα μας, όταν Τον επικαλούμασθε με το «Κύριε Ιησού Χριστέ», πρέπει η καρδιά να είναι καθαρή, να μην έχει κανένα εμπόδιο, να είναι ελεύθερη από μίσος, από εγωισμό, από κακία. … }253} … Αν όμως έχομε μέσα μας κάποιο κατάκριμα, πάλι υπάρχει κάποιο μυστικό. Και το μυστικό είναι να ζητήσομε συγγνώμη ή να το πούμε στον πνευματικό. Αλλ’ αυτό θέλει ταπείνωση, …

Σε καθετί που συμβαίνει να ρίχνετε το βάρος στον εαυτό σας. Να προσεύχεσθε με ταπείνωση, να μην αυτοδικαιώνεσθε. Βλέπετε για παράδειγμα αντιζηλία από απέναντι; Προσευχή εσείς με αγάπη, για να ρίξετε αγάπη στην αντιζηλία. Ακούτε συκοφαντία εναντίον σας; Προσευχηθείτε. Προσέχετε γιατί «και θρους γογγυσμών ουκ αποκρύπτεται». Ο παραμικρός γογγυσμός κατά του πλησίον επηρεάζει την ψυχή σας και δεν μπορείτε να προσευχηθείτε. Το Πνεύμα το Άγιον, όταν βρίσκει έτσι την ψυχή δεν τολμάει να πλησιάσει.

Οι προσευχές μας δεν εισακούονται διότι δεν είμαστε άξιοι. Πρέπει να γίνεις άξιος, για να προσευχηθείς. }254}

Όταν τακτοποιήσεις όλες τις εκκρεμότητες και ετοιμασθείς, τότε πάεις και προσφέρεις το δώρο σου.

Άξιοι γίνονται όσοι επιθυμούν και λαχταρούν να γίνουν του Χριστού, όσοι δίνονται στο θέλημα του Θεού. Να μην έχεις κανένα θέλημα, αυτό έχει μεγάλη αξία, είναι το παν. Ο σκλάβος δεν έχει θέλημα. Το να μην έχομε κανένα θέλημα μπορεί να γίνει μ’ έναν τρόπο απαλό· με την αγάπη στον Χριστό και την τήρηση των εντολών Του. }255}

Μόνον ο Χριστός μπορεί να μας βγάλει απ’ τον κλοιό της ερημιάς. Προσευχή και μετάνοια και ελεημοσύνη. Δώστε έστω κι ένα ποτήρι νερό, αν δεν έχετε χρήματα. Και να ξέρετε ότι όσο αγιάζεσθε, τόσο εισακούονται οι προσευχές σας.

Να μην εκβιάζομε με τις προσευχές μας τον Θεό. Να μη ζητάμε απ’ τον Θεό να μας απαλλάξει από κάτι, ασθένεια κ.λπ. ή να μας λύσει τα προβλήματά μας, αλλά να ζητάμε δύναμη και ενίσχυση από Εκείνον, για να τα υπομένομε. Όπως Εκείνος κρούει με ευγένεια την πόρτα της ψυχής μας, έτσι κι εμείς να ζητάμε ευγενικά αυτό που επιθυμούμε κι αν ο Κύριος δεν απαντάει, να σταματάμε να το ζητάμε. Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του. Εφόσον πιστεύομε στην αγαθή Του πρόνοια, εφόσον πιστεύομε ότι Εκείνος γνωρίζει τα πάντα απ’ τη ζωή μας κι ότι πάντα θέλει το αγαθόν, γιατί να μη δείχνομε εμπιστοσύνη; Να προσευχόμαστε απλά και απαλά, χωρίς πάθος και εκβιασμό. Ξέρομε ότι παρελθόν, παρόν και μέλλον, όλα είναι γνωστά, γυμνά και τετραχηλισμένα ενώπιον του Θεού. … Εμείς να μην επιμένομε· η προσπάθεια κάνει κακό αντί για καλό. Μην κυνηγάμε ν’ αποκτήσομε αυτό που θέλομε, αλλά να τ’ αφήνομε }256} στο θέλημα του Θεού. Γιατί όσο το κυνηγάμε τόσο αυτό απομακρύνεται. Άρα, λοιπόν υπομονή και πίστη και γαλήνη. Κι αν το ξεχάσομε εμείς ο Κύριος ποτέ δεν ξεχνάει κι αν είναι για το καλό μας, θα μας δώσει αυτό που πρέπει κι όταν πρέπει.

Εύκολα ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ό,τι επιθυμούμε. Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι να μην το έχετε στο νου σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα. Το μυστικό είναι να ζητάτε την ένωσή σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, «δώσ’ μου τούτο, εκείνο …». Είναι αρκετό να λέμε, «Κύριε Ιησού ελέησόν με». Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση για τις διάφορες ανάγκες μας. Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μας παρέχει την αγάπη Του. Το θέμα είναι ν’ ανταποκριθούμε σ’ αυτή την αγάπη με την προσευχή και την τήρηση των εντολών Του. Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός δεν γίνεται τίποτα. }257}

Όταν έχομε με τον Χριστό σχέση απολύτου εμπιστοσύνης, είμαστε ευτυχισμένοι, έχομε χαρά. Έχομε τη χαρά του Παραδείσου. Αυτό είναι το μυστικό. Και τότε φωνάζομε με τον Απόστολο Παύλο: «Εμοί γαρ το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος» και: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Ώ, τι είναι αυτά! Τρέλα! Όλα να γίνονται απλά, απαλά.

… «ότι ευρίσκεται τοις μη πειράζουσιν Αυτόν, εμφανίζεται δε τοις μη απιστούσιν Αυτώ». }258}

Έτσι ν’ αγωνίζεσθε στην πνευματική ζωή, απλά, απαλά, χωρίς βία. Το απλό και απαλό είναι ένας αγιότατος τρόπος της πνευματικής ζωής, αλλά δεν είναι δυνατό να το μάθεις έτσι απ’ έξω. Πρέπει μυστικά να μπει μέσα σου, ώστε η ψυχή σου να ενστερνίζεται τον τρόπο αυτόν με την χάρι του Θεού. Όμως πολλές φορές, ενώ θέλομε να τον επιτύχομε, το παίρνει είδηση ο αντίθετος και μας εμποδίζει. Να εφαρμόζετε το «μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου». Όταν το θέλεις όταν εκβιάζεις το θείον δεν έρχεται. Θα έλθει «εν ημέρα ή ου προσδοκάς και εν ώρα ή ου γινώσκεις». Εδώ υπάρχει το μυστήριο· δεν μπορώ να σας το εξηγήσω. }259}

Όταν χάνετε τη θεία χάρι να μην κάνετε τίποτα. Να συνεχίζετε τη ζωή σας και τον αγώνα σας απλά, απαλά, ώσπου χωρίς αγωνία να έλθει πάλι η αγάπη και ο έρωτας και η λαχτάρα στον Χριστό. Και τότε όλα πάνε καλά. Και τότε η χάρις σας γεμίζει και χαιρόσαστε. Ένα μυστικό είναι η ακολουθίες. Να επιδίδεσθε σε αυτές και η χάρις του Θεού μυστικά θα έλθει.

Να προσεύχεσθε στον Θεό με ανοικτά τα χέρια. Αυτό είναι το μυστικό των αγίων. Μόλις άνοιγαν τα χέρια τους, τους επεσκέπτετο η θεία χάρις. Οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποιούν ως πιο αποτελεσματική τη μονολόγιστη ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Το κλειδί για την πνευματική ζωή είναι η ευχή. Την ευχή δεν μπορεί κανείς να τη διδάξει, ούτε τα βιβλία, ούτε ο γέροντας, ούτε κανείς. Ο μόνος διδάσκαλος είναι η θεία χάρις. Αν σας πω ότι το μέλι είναι γλυκό είναι ρευστό είναι έτσι κι έτσι, δεν θα καταλάβετε, αν δεν το γευθείτε. Το ίδιο και στην προσευχή, αν σας πω, «είναι έτσι, νιώθεις έτσι» κ.λπ. δεν θα καταλάβετε, ούτε θα προευχηθείτε, «ει μη εν Αγίω Πνεύματι».

Μόνο το Πνεύμα το Άγιον μόνο η χάρις του Θεού μπορεί να εμπνεύσει την ευχή. }260}

Μόλις ακούσετε προσβλητικό λόγο, λυπάσθε και μόλις σας πουν καλό λόγο, χαίρεσθε και λάμπετε; Μ’ αυτό δείχνετε ότι δεν είστε έτοιμοι, δεν έχετε τις προϋποθέσεις. Για να έλθει η θεία χάρις, πρέπει ν’ αποκτήσετε τις προϋποθέσεις, την αγάπη και την ταπείνωση, διαφορετικά δημιουργείται αντίδραση. Για να μπείτε σ’ αυτή τη «φόρμα», θα ξεκινήσετε απ’ την υπακοή. Πρέπει πρώτα να δοθείτε στην υπακοή, για να έλθει η ταπείνωση. Βλέποντας την ταπείνωση, ο Κύριος στέλνει τη θεία χάρι κι έπειτα έρχεται μόνη, αβίαστα η προσευχή. Αν δεν κάνετε υπακοή και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή δεν έρχεται και υπάρχει φόβος πλάνης. Να ετοιμάζεσθε σιγά σιγά απαλά απαλά και να κάνετε την ευχή μέσα στο νου. Ό,τι είναι στο νου, είναι και στην καρδιά.

Μόνο με τη θεία χάρι μπορείς να προσευχηθείς. Καμία προσευχή δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη θεία χάρι. … μόνο Αυτός που }261} κατέχει τη θεία σοφία μπορεί να δοξολογήσει, καθώς πρέπει τον Θεό. Και ο Κύριος μόνο δίδει χάρι προς τούτο. Όταν έλθει η χάρις όταν έλθει η αγάπη, λέεις το όνομα «Χριστός» και γεμίζει ο νους, γεμίζει κι η καρδιά. Η αγάπη αυτή η λαχτάρα αυτή έχει και βαθμούς. Όταν ζεις αυτή την αγάπη, επιθυμείς ν’ αποκτήσεις τα πνευματικά, όταν είσαι ξύπνιος, αλλά τα ίδια βλέπεις και στα όνειρα. Τα πάντα να τα κάνεις μέσα στην αγάπη. Να κινείσαι μέσα στην αγάπη. Από αγάπη στον Θεό να κάνεις τον κόπο, τον κάθε κόπο. Να αισθάνεσαι αγάπη, ευγνωμοσύνη προς τον Θεό, χωρίς να έχεις στο νου σου να επιτύχεις κάτι. Αξία έχει να λέεις την ευχή με τρυφερότητα ψυχής, με αγάπη, με λαχτάρα, και τότε δεν θα σου φαίνεται κουραστική· όπως όταν λέεις, «μητέρα μου … πατέρα μου», και νιώθεις πλήρη ανάπαυση.

Όχι λοιπόν βία, για ν’ αποκτήσεις την ευχή. Όχι, «θ’ αγωνισθώ, για ν’ αποκτήσω την ευχή και να κερδίσω τον Παράδεισο». Να μη σκέπτεσαι ότι στον ουρανό θα λάβεις εκατονταπλασιόνα. Να λέεις την ευχή χωρίς υπολογισμούς, χωρίς υστεροβουλίες, όχι για να κερδίσεις κάτι. Κι αν κάνεις χίλιες μετάνοιες, για να μπεις στον Παράδεισο, δεν έχει αξία. Να το κάνεις από αγάπη κι αν ο Θεός θέλει να σε βάλει στην κόλαση, ό,τι θέλει ας κάνει. Αυτό σημαίνει ανιδιοτέλεια. Δεν έχει αξία να κάνεις εκατό μετάνοιες και να μη νιώθεις τίποτα. Ας κάνεις είκοσι μόνο ή δεκαπέντε, αλλά να γίνονται με συναίσθηση και αγάπη στον Κύριο και με συμμόρφωση στις θείες εντολές Του. Έτσι σιγά σιγά φεύγουν τα πάθη, υποχωρούν οι αμαρτίες και απαλά }262} απαλά, χωρίς να σφιγγόμαστε, μπαίνομε στην προσευχή. Άμα είσαι άδειος, που σημαίνει ότι δεν έχεις αγάπη, και μετάνοιες και προσευχή να κάνεις, τίποτα δεν κάνεις. Και όταν για οποιονδήποτε λόγο έρχεσαι σε κατάνυξη, να μη χάνεις την ευκαιρία να λέεις την ευχή κι έτσι σιγά σιγά σου γίνεται βίωμα. Όταν προχωρήσεις δεν είναι η σκέψη της ευχής που ακούγεται στο νου, αλλά είναι κάτι άλλο. Είναι κάτι που το αισθάνεσαι μέσα σου, αλλά χωρίς εσύ να κάνεις προσπάθεια. Αυτό το «κάτι» είναι η θεία χάρις που σου χαρίζει ο Χριστός.

Η κατάνυξη είναι πάθος ιερό· υποφέρεις χωρίς να σφίγγεσαι. Εγώ όλα τα εξηγώ με την Αγία Γραφή: «Αλλ’ είς των στρατιωτών λόγχη αυτού την πλευράν ένυξε και ευθέως εξήλθεν αίμα και ύδωρ». Κέντησε με βέλος, με τη λόγχη, κι έκανε πληγή. Αυτή τη ρίζα έχει η λέξη «κατάνυξη», από το ρήμα «νύττω, κατανύττω». Ακούστε με: «Κατανύττω» με μαχαίρι σημαίνει «πληγώνω πολλές φορές». Κι όταν πρόκειται για την ψυχή, το «κατανύττομαι» σημαίνει ότι καταπληγώνομαι απ’ την αγάπη του Θεού. «Κατατιτρώσκω», τι πάει να πει; «Τέτρωμαι της σης αγάπης εγώ». «Ώρκισα υμάς, θυγατέρες Ιερουσαλήμ, εν ταις δυνάμεσι και εν ταις ισχύσεσι του αγρού· εάν εύρητε τον αδελφιδόν μου, τι απαγγείλητε αυτώ; Ότι τετρωμένη αγάπης εγώ ειμί» (Άσμα ασμάτων). Δηλαδή λέει η νύμφη, που ψάχνει να }263} εύρει τον Νυμφίο Χριστό: «Είμαι καταπληγωμένη απ’ την αγάπη μου γι’ Αυτόν. Πώς να Τον ξεχάσω; Πώς να ζήσω δίχως Αυτόν; Υποφέρω βαθιά, όταν Εκείνος είναι μακριά». Άρα κατάνυξη είναι ένας βαθύς πόνος, Πάθος ιερό.

Ο ερωμένος δεν μπορεί να ζήσει μακριά απ’ το αγαπώμενο πρόσωπο ούτε χρειάζεται να φέρει το πρόσωπο απ’ το νου στην καρδιά, αλλά μόλις δει την ερωμένη, σκιρτάει η καρδιά του. Όταν είναι μακριά και την σκέπτεται, πάλι σκιρτάει η καρδιά του. Δεν χρειάζεται να κάνει καμία προσπάθεια. Έτσι και με τον Χριστό. Αλλά βέβαια εκεί είναι όλα θεία. Θείος έρως, θεία αγάπη, όχι σαρκική. Είναι ήρεμη, αλλά και πιο έντονη πιο βαθιά. Κι όπως στη φυσική αγάπη, όταν δεν βλέπεις το αγαπώμενο πρόσωπο, υποφέρεις, έτσι υποφέρεις κι εδώ. Αλλά κι όπως, όταν είσαι κοντά στο αγαπώμενο πρόσωπο, υποφέρεις από αγάπη και δακρύζεις, έτσι κι εδώ υποφέρεις από αγάπη και, χωρίς να το καταλάβεις, αναλύεσαι σε δάκρυα αγάπης, κατανύξεως, χαράς. Αυτό είναι κατάνυξη. Δεν είναι, όμως, πάντα τα δάκρυα η ένδειξη. Αυτά είναι συχνά γυναικεία αδυναμία.

Η νοερά προσευχή γίνεται μόνο από εκείνον που έχει αποσπάσει την χάρι του Θεού. Δεν πρέπει να γίνεται με τη σκέψη, «να τη μάθω, να την καταφέρω, να τη φθάσω», }264} γιατί μπορεί να οδηγηθούμε στον εγωισμό και στην υπερηφάνεια. Χρειάζεται πείρα, λαχτάρα, αλλά και σύνεση, προσοχή και φρόνηση, για να είναι η προσευχή καθαρή και θεάρεστη. Ένας λογισμός, «είμαι προσωρημένος», τα χαλάει όλα. Τι να υπερηφανευθούμε; Δεν έχομε τίποτα δικό μας. Αυτά τα θέματα είναι λεπτά.

Να προσεύχεσθε χωρίς να σχηματίζετε στο νου σας εικόνες. Να μη φαντάζεσθε τον Χριστό. Οι Πατέρες ετόνιζαν το ανεικόνιστον στην προσευχή. Με την εικόνα υπάρχει το ευόλισθον, διότι ενδέχεται στην εικόνα να παρεμβληθεί άλλη εικόνα. Ενδέχεται και ο πονηρός να κάνει παρεμβολές και να χάσομε την χάρι.

Η ευχή να γίνεται μέσα μας με το νου και όχι με τα χείλη, για να μη δημιουργείται διάσπαση και ο νους να πηγαίνει από δω κι από κει. Με έναν απαλό τρόπο εμείς να βάλομε στο νου μας τον Χριστό, λέγοντας απαλά απαλά: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Να μη σκέπτεσθε τίποτα παρά μόνο τα λόγια «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Τίποτ’ άλλο. Τίποτα. Ήρεμα, με τα μάτια ανοικτά, για να μην κινδυνεύετε από φαντασίες και πλάνες, με προσοχή και αφοσίωση να στρέφεσθε στον Χριστό. Να λέτε την ευχή με τρόπο απαλό και όχι συνέχεια, αλλά όταν υπάρχει διάθεση και ατμόσφαιρα κατανύξεως, η οποία είναι δώρο της θείας χάριτος. Χωρίς την χάρι αυτοϋπνωτίζεσαι και μπορεί να πέσεις σε φώτα και πλάνη και παράκρουση.

Να μη γίνεται η ευχή αγγάρια. Η πίεση μπορεί να φέρει μία αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. }265} Κάτι γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγάρια, αλλά δεν είναι υγιές. Ούτε να χρησιμοποιείτε τεχνητούς τρόπους. Δεν χρειάζεται ούτε μικρό σκαμνάκι, ούτε σκύψιμο της κεφαλής, ούτε κλείσιμο των ματιών. Λένε πολλοί: «Κάτσε σ’ ένα μικρό σκαμνάκι, σκύψε και στύψου και συγκεντρώσου». Αλλά πού … Δοκιμάστε να δείτε. Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα, για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμία προσπάθεια, όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στο δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο. Να μη δένεσθε με τον τόπο. Το παν είναι ο έρωτας στον Χριστό. Άμα η ψυχή σας επαναλαμβάνει με λατρεία με πόθο τις πέντε λέξεις, «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», δεν χορταίνει. Είναι λέξεις αχόρταστες! Σ’ όλη σας τη ζωή να τις λέτε. Κρύβουν τόσους χυμούς!

Ακούστε να σας πω και κάτι που μου συνέβη πριν από λίγες μέρες. Είχε έλθει εδώ απ’ το Άγιον Όρος ένας μοναχός, που ασχολείται με τη νοερά προσευχή. Μου λέει, λοιπόν:

- Πώς κάνεις την ευχή; Κάθεσαι σε χαμηλό σκαμνάκι, σκύβεις το κεφάλι σου και συγκεντρώνεσαι; }266}

- Όχι. Μες στο νου μου λέω το «Κύριε Ιησού Χριστέ …» καθαρά και προσέχω τις λέξεις. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με … Κύριε Ιησού …»· έτσι το κάνω μες στο νου μου και προσέχω μόνο τις λέξεις.

- Γέροντα, δεν τα λέεις καλά, πολύ πλανεμένα τα λέεις. Πρέπει ο νους να είναι μες στην καρδιά· γι’ αυτό λέγεται «καρδιακή προσευχή».

- Να σου πω και κάτι άλλο. Μερικές φορές που τύχαινε να έχω κανέναν πειρασμό, έβαζα στο νου μου την εικόνα του Χριστού του Εσταυρωμένου, με καρφωμένα τα χέρια και τα πόδια να στάζουν αίμα, με το ακάνθινο στεφάνι να του τρυπάει το μέτωπο κι εγώ, γονατισμένος στα πόδια Του, Του έλεγα: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».

- Και δεν έβαζες το νου στη καρδιά;

- Όχι, του λέω.

- Έχεις πλάνη, μου λέει. Πρέπει ο νους να είναι στην καρδιά, γι’ αυτό και λέγεται «καρδιακή προσευχή». Πλάνη!

Επήγε να φύγει.

- Γέροντα, του λέω, άκου να σου πω. Εκεί όπου λέω την ευχή στο νου μου, καμιά φορά η χαρά μου δυναμώνει δυναμώνει κι όταν δυναμώσει η χαρά μου λέγοντας το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», αισθάνομαι το νου μου να σκιρτάει μαζί με την καρδιά. Δηλαδή αισθάνομαι το νου μου να πέφτει στην καρδιά κι εκεί νιώθω όλη αυτή τη χαρά, λέγοντας την ευχή. Αρχίζω νοερά και μετά πηγαίνει μόνος του νους μου, όταν έλθει η χαρά. }267}

- Ά, έτσι, αυτό είναι! Μου λέει. Με συγχωρείς που είπα «πλάνη».

Ο νους είναι που σκέπτεται. Η καρδιά δεν σκέπτεται. Το νου να έχετε στον Θεό και η καρδιά σκιρτάει από χαρά αυθόρμητα. Κατανύσσεται. Για να έλθει ο Χριστός στην καρδιά πρέπει να Τον αγαπήσετε. Για να Τον αγαπήσετε, πρέπει να σας αγαπήσει πρώτα Εκείνος. Πρέπει πρώτα ο Θεός να σας γνωρίσει και μετά εσείς. Θα εγκύψει και Αυτός αν εσείς πρώτα Του το ζητήσετε. Για να σας αγαπήσει, πρέπει να είστε άξιοι. Για να είστε άξιοι, πρέπει να κάνετε προετοιμασία.

Πρώτα απ’ όλα μακριά η ιδιοτέλεια. Η προσευχή πρέπει να είναι ανιδιοτελής. Όλα να γίνονται μυστικά ανιδιοτελώς. Δηλαδή να μη σκέπτεσθε πως, αν συγκεντρωθείτε με το νου, η χάρις θα έλθει και στην καρδιά και θα έχετε και σκίρτημα. Να μην προσεύχεσθε μ’ αυτόν τον υπολογισμό αλλά με απλότητα και ταπείνωση. Ν’ αποβλέπετε πάντοτε στη δόξα του Θεού. Τι σας είπα για τ’ αηδόνι; Εκείνο ψάλλει, χωρίς να το βλέπει κανείς. Έτσι να είστε, ανιδιοτελείς. Να δίδεσθε στη λατρεία του Θεού μυστικά.

Προσέχετε όμως! Όπως είπαμε, «μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου». Να μην παίρνει είδηση ο κακός εαυτός. Να ζείτε τον Παράδεισο και να μην το γνωρίζει ο κακός εαυτός σας και το φθονήσει. Μην ξεχνάτε ότι υπάρχει κι ο φθόνος του αντιθέτου.

Προετοιμασία είναι ακόμη να μάθετε να τηρείτε τις εντολές του Θεού. Να διώχνετε τα πάθη, κατάκριση, θυμό κ.λπ. μ’ έναν τρόπο μαλακό. Δηλαδή να μη χτυπάτε απευθείας }268} το κακό, αλλά περιφρονώντας το πάθος να στρέφεσθε με αγάπη προς τον Θεό. Ν’ ασχολείσθε με τους ύμνους, τα τροπάρια των αγίων, των μαρτύρων και τους ψαλμούς του Δαβίδ. Να μελετάτε την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας. Μ’ αυτό τον τρόπο η ψυχή σας θ’ απαλύνεται, θ’ αγιάζεται, θα θεούται, θα είναι έτοιμη ν’ ακούσει του Θεού τα μηνύματα.

Σιγά σιγά θα σας επισκέπτεται η χάρις. Θα μπαίνετε μες στη χαρά. Θ’ αρχίσετε να ζείτε στην ειρήνη, οπότε μετά θα γίνετε πιο δυνατοί με τη θεία χάρι. Δεν θα θυμώνετε δεν θα εκνευρίζεσθε, δεν θα παρεξηγείτε, δεν θα κατακρίνετε, θα τους δέχεσθε όλους με αγάπη. Θα έχετε εκείνο που λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Η αγάπη ου περπερεύεται … ουκ ασχημονεί … ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία· πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει». Η ευχή καθαρίζει την ψυχή και κρατάει το νου. Το τελειότερο έργο γίνεται στ’ άδυτα της ψυχής του ανθρώπου, που είναι κλεισμένα ερμητικά, γνωστά μόνο στον Θεό. Έτσι βλέπομε κάτι το συγκλονιστικό: ανθρώπους που μεταβάλλονται σε παιδιά του Θεού, αν και έφθασαν στα βάθη της αυτοκαταστροφής τους.

Κι εγώ ο καημένος σαράβαλο είμαι αυτή την προσπάθεια κάνω. Δεν αναλύομαι σε προσευχές έτσι φανερά, αλλά μυστικά προσεύχομαι. Καταλάβατε; Έρχεται η χάρις του Θεού κι επισκιάζει κι εσάς. Δίδει μια δροσιά, μια }269} χάρι και σ’ εσάς, που μένομε μαζί που τρώμε μαζί που συζητούμε που προσευχόμαστε που αναστρεφόμαστε απλά. Καταλάβατε; Μόνον ένας απερίσκεπτος, ένας «χοντρός», που δεν μπόρεσε η προσευχή να τον συγκινήσει, μένει ξένος ως προς την χάρι. Να προσεύχεσθε να σας φανερώσει ο Θεός τα άδηλα. Είναι πολλά που δεν τα ξέρομε. Να λέτε στον Χριστό: «Ό,τι θέλεις Εσύ, ό,τι θέλει η αγάπη Σου, Κύριε». Εκείνος θα σας οδηγήσει. Σε Αυτόν ν’ ατενίζετε.

Για ν’ ασχοληθείτε με τη νοερά προσευχή αποκλειστικά, πρέπει να έχετε την καθοδήγηση του πνευματικού. Η νοερά προσευχή δεν γίνεται χωρίς πνευματικό οδηγό. Υπάρχει κίνδυνος η ψυχή να παραπλανηθεί. Θέλει προσοχή. Εκείνος θα σας διδάξει να μπείτε στη σειρά για την ευχή, γιατί αν δεν μπείτε στη σειρά υπάρχει φόβος να δείτε το φως το αντίθετο, να ζείτε στην πλάνη και να σκοτισθείτε, οπότε τότε αγριεύει κανείς, αλλάζει το ύφος του κ.λπ. Αυτός είναι ο διχασμός της προσωπικότητος. Είδατε πως δημιουργείται η πλάνη; Αν, όμως προχωρείτε στην ευχή με τις συμβουλές του γέροντα, θα δείτε το αληθινό φως.

Πρέπει ο πνευματικός να είναι έμπειρος στη νοερά προσευχή. Δεν μπορεί, αν προσεύχεται έτσι μηχανικά και δεν έχει αισθανθεί την προσευχή με την χάρι του Θεού, να }270} πει στον άλλο πώς να προσεύχεται. Θα το πει, βέβαια, όπως το έχει διαβάσει στα βιβλία και όπως το λένε οι Πατέρες. Ολόκληρα βιβλία έχουν γραφεί που ομιλούν περί προσευχής. Και τόσοι τα διαβάζουν και κανείς δεν ξέρει να προσευχηθεί. Θα πεις: «Τα διαβάζομε, μαθαίνομε τον τρόπο, προετοιμαζόμαστε κι ο Θεός ευλογεί και μας στέλνει την χάρι Του και τα καταλαβαίνομε». Ναι, αλλά είναι μυστήριο. Μυστήριο η προσευχή και προπάντων η νοερά προσευχή.

Φοβερή πλάνη μπορεί να δημιουργηθεί με τη νοερά προσευχή. Τις άλλες τις προσευχές τις κάνομε κάπως με το μυαλό μας. Απλά τις λέμε και τις ακούνε τα’ αυτιά μας· έχουν άλλο τρόπο. Αλλά η νοερά προσευχή είναι κάτι άλλο. Κάτι άλλο που αν σ’ αυτό το νοερό αναφθεί η έφεσις όχι απ’ τον καλό εαυτό σου αλλά απ’ τον άλλο, τον εγωιστή, οπωσδήποτε θ’ αρχίσεις να βλέπεις τα φώτα, όχι το φως του Χριστού, οπωσδήποτε θ’ αρχίσεις να αισθάνεσαι μια ψευτοχαρά. Αλλά έξω στη ζωή σου, στις συναναστροφές σου θα είσαι πιο άγριος και πιο θυμώδης και πιο οργίλος και πιο αγχώδης. Έ, να λοιπόν το γνώρισμα του πλανεμένου. Ο πλανεμένος δεν δέχεται την πλάνη του. Είναι φανατισμένος και κάνει κακό. Όπως συμβαίνει με τους ζηλωτές, αλλά με ζήλο ου κατ’ επίγνωσιν. Ακούστε ένα παράδειγμα.

Ο Γέροντας, ο άγιος Μακάριος, θα πήγαινε σε κάποια πανήγυρη με τον υποτακτικό του. Ο υποτακτικός πήγαινε μπροστά. Ήταν ακόμη αρχάριος κι είχε το ζήλο τον αρχαρίτικο. Λοιπόν, εκεί που πήγαινε, συναντάει έναν }271} ειδωλολάτρη, ιερέα των ειδώλων. Του κακομίλησε, του είπε:

- Πού πάεις, πλανεμένε;

Τότε, εκείνος θύμωσε και τον έδειρε και τον άφησε σχεδόν αναίσθητο.

Έπειτα από κάμποση ώρα συναντάει τον Γέροντα. Ο αββάς Μακάριος, θεοφόρος που ήταν, καθώς τον είδε έτσι ταραγμένο, του λέει:

- Άνθρωπε του Θεού, πού πάεις;

Αυτός, μόλις άκουσε αυτά τα λόγια, μαλάκωσε, κοντοστάθηκε και του λέει:

- Ο λόγος σου με γλύκανε.

- Ναι, του λέει ο πατήρ Μακάριος. Σε βλέπω που τρέχεις, μόνο που δεν ξέρεις που τρέχεις.

Αλλά τα είπε μ’ έναν ταπεινό κι αδελφικό τρόπο αγάπης.

Λέει ο ειδωλολάτρης:

- Τα λόγια σου, όταν ομιλείς, μου ανοίγουν την καρδιά, ενώ ένας άλλος εδώ, πριν λίγο, μου είπε τ’ αντίθετα και τον ξυλοφόρτωσα.

Του μίλησε τόσο ωραία ο άγιος Μακάριος, που σιγά σιγά άλλαξε αυτός την πίστη του, έγινε και μοναχός και σώθηκε. Με τον καλό τρόπο μετέδωσε το πνεύμα το καλό. Μετέδωσε την άκτιστο ενέργεια και μπήκε στην ψυχή του ειδωλολάτρη. Ενώ ο άλλος, ο υποτακτικός, μετέδωσε το πνεύμα το θυμώδες, το ταραχώδες, απ’ αυτό που είχε μέσα του. }272}

Είδατε τι θα πει πλάνη; Όταν έχεις γέροντα, δεν διατρέχεις τον κίνδυνο της πλάνης. Όταν έχεις γέροντα καλό, θεοφόρο, μαθαίνεις τα μυστικά της προσευχής. Συμπροσεύχεσαι με τον γέροντα και σιγά σιγά αρχίζεις να μπαίνεις στην πνευματική ζωή και να μαθαίνεις πώς προσεύχεται ο γέροντας. Εκείνος δεν μπορεί να σου πει: «Κάνε έτσι κι έτσι …». Ό,τι δεις από εκείνον, κάνε το κι εσύ. Πηγαίνεις στον γέροντα σου λέγει για τη νοερά προσευχή. Πρέπει να γνωρίζεις ότι, αν δεν τη ζει ο ίδιος, τίποτα δεν θα κάνει. Όταν όμως την έχει ζήσει τη νοερά προσευχή και τη ζει, υπάρχει ένα μυστήριο. Το μυστήριο είναι ότι τα λόγια του τα’ ακούει ο διδασκόμενος, αλλά βλέπει και τον τρόπο, πώς η καρδιά του ανοίγει και πώς μιλάει με τον Θεό νοερώς. Τον βλέπει η ψυχούλα του. Όχι μόνον, αλλά επικοινωνεί ψυχή με ψυχή και αισθάνεται η μία ψυχή την άλλη. Νιώθει πως δημιουργείτα η «φόρμα» πως δημιουργείται η κατάστασις αυτή δια της θείας χάριτος.

Δεν είναι απλό πράγμα. Αυτό είναι διδασκαλία. Διότι λέμε ότι η προσευχή δεν διδάσκεται, αλλά όντως διδάσκεται, όταν ζήσεις κοντά σε κάποιον, ο οποίος όντως προσεύχεται. Όταν πάρεις και διαβάσεις ένα βιβλίο περί προσευχής, ίσως δεν καταλάβεις τίποτα. Όταν όμως, έχεις τον γέροντα κοντά σου που προσεύχεται, ό,τι σου πει για την προσευχή τα καταλαβαίνεις, τα ενστερνίζεσαι, μπαίνεις μέσα στην προσευχή, προσεύχεσαι κι εσύ χωρίς να το καταλάβεις, επικοινωνείς. Δεν είναι το βιβλίο δεν είναι η γνώση, είναι το αίσθημα, είναι ο τρόπος, είναι το άνοιγμα, είναι το αγκάλιασμα. }273}

Μήπως κι αυτό που γίνεται και σας μιλάω δεν είναι κι αυτό μια προσευχή; Επειδή τα λέγω απ’ την καρδιά μου και νιώθομε αυτό το σκίρτημα κι αυτή τη λαχτάρα. Αν δεν είναι έτσι, πώς εξηγείται που έχομε τόση λαχτάρα;

Ν’ αγαπήσομε τον Χριστό. Τότε από μέσα μας θα βγαίνει με λαχτάρα, με θέρμη, με θείο έρωτα το όνομα του Χριστού θα φωνάζομε το όνομά Του μυστικά, αλάλητα. Να στεκόμαστε απέναντι στον Θεό με λατρεία, ταπεινά, πάνω στα χνάρια του Χριστού. Να μας ελευθερώσει ο Χριστός από κάθε πτυχή του παλαιού μας ανθρώπου. Να παρακαλούμε να μας έλθουν δάκρυα πριν την προσευχή. Αλλά προσοχή! «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου». Να προσεύχεσθε με συντριβή: «Είμαι άξιος να μου δώσεις τέτοια χάρι, Χριστέ μου»; Και τότε τα δάκρυα αυτά γίνονται δάκρυα ευγνωμοσύνης. Συγκινούμαι· δεν έκανα το θέλημα του Θεού αλλά ζητώ το έλεός Του.

Κι όταν λέτε την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» να τη λέτε αργά ταπεινά απαλά με θείο έρωτα. Με γλυκύτητα να λέτε το όνομα του Χριστού. Να λέτε μια μια τις λέξεις. «Κύριε … Ιησού … Χριστέ … ελέησόν με» απαλά τρυφερά αγαπητικά σιωπηλά μυστικά νοερά αλλά και με έξαρση, }274} με λαχτάρα με έρωτα δίχως ένταση βία ή άπρεπη έμφαση χωρίς σφιξίματα και σπρωξίματα. Πώς εκφράζεται η μάνα που αγαπάει το παιδί της; «Παιδάκι μου! … κορούλα μου! … Παναγιωτάκη μου! … Χρηστάκη μου!». Με λαχτάρα. Λαχτάρα! Αυτό είναι όλο το μυστικό. Εδώ μιλάει η καρδιά. «Παιδάκι μου, ψυχή μου!». «Κύριέ μου, Ιησού μου, Ιησού μου, Ιησού μου! …». Αυτό που έχεις στην καρδιά σου, στο νου σου, αυτό εκφράζεις «εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της ισχύος σου και εξ όλης της διανοίας σου».

Κάποιες φορές καλό είναι να λέτε δυνατά το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», για να τ’ ακούνε και οι αισθήσεις, ν’ ακούει και τ’ αυτί! Είμαστε ψυχή και σώμα και υπάρχει αλληλεπίδραση.

Όταν, όμως, ερωτευθείς τον Χριστό, προτιμάεις τη σιωπή και τη νοερά προσευχή. Τότε παύουν τα λόγια. Είναι η εσωτερική σιωπή, η σιγή, που προηγείται, συνοδεύει και ακολουθεί τη θεία επίσκεψη, τη θεία ένωση και σύγκραση της ψυχής με το θείον. Όταν βρεθείς σ’ αυτή την κατάσταση δεν χρειάζονται λόγια. Αυτό είναι κάτι που το ζεις. Κάτι που δεν εξηγείται. Μόνο αυτός που τη ζει αυτή τη κατάσταση την καταλαβαίνει. Το αίσθημα της αγάπης σε πλημμυρίζει, σε ενώνει με τον Χριστό. Γεμίζεις από χαρά κι αγαλλίαση, που δείχνει ότι έχεις μέσα σου τη θεία αγάπη, την τελεία αγάπη. Η θεία αγάπη είναι ανιδιοτελής, απλή, αληθινή. }275}

Ο τελειότερος τρόπος προσευχής είναι ο σιωπηλός. Η σιγή. «Σιγησάτω πάσα σάρξ βροτεία». Εκεί γίνεται η θέωση. Μες στη σιγή στη σιωπή στο μυστήριο. Εκεί γίνεται η πιο αληθινή λατρεία. Για να ζήσετε όμως αυτό πρέπει να φθάσετε σε μέτρα. Τότε τα λόγια υποχωρούν. Θυμηθείτε: «Σιγησάτω πάσα σάρξ βροτεία». Αυτός ο τρόπος, της σιγής, είναι ο πιο τέλειος. Έτσι θεούσαι. Μπαίνεις στα μυστήρια του Θεού. Δεν πρέπει εμείς να μιλάμε πολύ. Ν’ αφήνομε να μιλάει η χάρις.

Είναι τόσο γεμάτη η καρδιά, που αρκεί να πεις μια λέξη, «Ιησού μου!», και τέλος καμία λέξη. Η αγάπη εκφράζεται καλύτερα χωρίς λόγια. Όταν μια ψυχή όντως ερωτευθεί τον Κύριο προτιμά τη σιωπή και τη νοερά προσευχή. Η πλημμύρα της θείας αγάπης γεμίζει την ψυχή από χαρά κι αγαλλίαση. }276}

Ο Θεός είναι πανταχού παρών και τα πάντα πληρών. Προσπαθώ να πετάξω μες στ’ άπειρο, μες στ’ άστρα. Ο νους μου πελαγώνει μες στο μεγαλείο της παντοδυναμίας του Θεού, αναλογιζόμενος τις αποστάσεις των εκατομμυρίων ετών φωτός. Τον παντοδύναμο Θεό Τον αισθάνομαι ενώπιόν μου κι ανοίγω τα χέρια κι ανοίγω την ψυχή μου, να ενωθώ μαζί Του. Να μεταλάβω της θεότητος …

Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στον Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μία νύκτα ολόκληρη να προσεύχεται κι ο άλλος μονάχα πέντε λεπτά κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι. }277} Ακούστε με, παιδιά μου, να σας πω ένα παράδειγμα.

Ένας μοναχός εβάδιζε στην έρημο κι εκεί απάντησε έναν άλλο μοναχό. Χαιρετίσθηκαν.

- Από πού έρχεσαι; Του λέει.

- Από το χωριό τάδε.

- Πως περνάτε εκεί πέρα;

- Έχομε φοβερή ανομβρία. Έχομε στενοχώρια.

- Έ, και τι κάνατε; Προσευχηθήκατε;

- Ναι.

- Έβρεξε;

- Δεν έβρεξε.

- Φαίνεται, λέει, δεν θα προσευχηθήκατε εκτενώς. Ας κάνομε και μια προσευχούλα εδώ στον Θεό να βοηθήσει.

Κι όπως ήταν εκεί, άρχισαν να προσεύχονται. Αμέσως ήλθε ένα μικρό σύννεφο που μεγάλωσε, μαύρισε, κατέβηκε κάτω και να! Έριξε πολλή βροχή. Τι έγινε εδώ; Έγινε εκτενής προσευχή. Λίγη προσευχή εκάνανε κι έβρεξε. Αλλά σημασία είχε τη ένταση.

«Εμπόνως και εντόνως» που λέγει ο άγιος Μακάριος. Ο άγιος Μακάριος προσευχόταν εκτενώς εξ όλης ψυχής και εξ όλης καρδίας και εξ όλης διανοίας. Είχε δοθεί ψυχή τε και σώματι στη λατρεία. Μπορεί έτσι να σήκωνε το χέρι του και να έμενε ξερό από την υπερένταση. Το ίδιο και αυτός που κάνει μία κατάρα και σηκώνει το χέρι εναντίον κάποιου μπορεί να μεταδώσει το κακό. }278}

Όλα τα προβλήματά μας, τα υλικά, τα σωματικά, τα πάντα, να τ’ αναθέτομε στον Θεό. Όπως λέμε στην Θεία }279} Λειτουργία, «… και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Όλη τη ζωή μας σ’ Εσένα, Κύριε, αφήνομε. Ό,τι θέλεις Εσύ. «Γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης».

Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει, αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ …». Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αϋπνία· να μη σκέπτεσαι τον ύπνο. Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεββάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς ή όχι. Να συγκεντρώνεσαι, να λέεις τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ …» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.

Όλα με την προσευχή τακτοποιούνται. Αλλά πρέπει να έχεις αγάπη, φλόγα στην προσευχή. Να μην έχεις άγχος αλλά εμπιστοσύνη στην αγάπη και στην πρόνοια του Θεού. Όλα είναι μέσα στην πνευματική ζωή. Όλα αγιάζονται, και τα καλά και τα δύσκολα και τα υλικά και τα πνευματικά και όσα αν ποιήτε, προς δόξαν Θεού ποιείτε. Πως το λέει ο απόστολος Παύλος; «Είτε ουν εσθίετε, είτε πίνετε, είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε». Όταν είσαι εν προσευχή όλα γίνονται όπως πρέπει. Παραδείγματος χάριν, πλένεις πιάτα και δεν σπάζεις κανένα, δεν κάνεις ζημιές. Έρχεται μέσα σου η χάρις του Θεού. Όταν έχεις την χάρι, όλα γίνονται με χαρά, χωρίς κόπο. }280}

Όταν κάνομε συνέχεια προσευχή, θα μας φωτίζει ο Θεός τι να κάνομε κάθε φορά και στις πιο δύσκολες καταστάσεις. Θα το λέει ο Θεός μέσα μας. Θα βρίσκει τρόπους ο Θεός. Μπορούμε βέβαια να συνδυάζομε την προσευχή και με νηστεία. Δηλαδή, όταν έχομε ένα σοβαρό πρόβλημα ή δίλημμα, να προηγείται πολλή προσευχή και νηστεία.

Όταν πάλι έχομε αιτήματα για τον κόσμο να τα λέμε μυστικά, με την προσευχή που γίνεται «εν τω κρυπτώ» και δεν φαίνεται. Η πολλή περίσπαση δεν διευκολύνει την προσευχή. Αφήστε τα τηλέφωνα, τις επικοινωνίες και τα πολλά λόγια με τους ανθρώπους. Αν ο Κύριος δεν βοηθήσει, τι κάνουν οι δικές μας προσπάθειες; Άρα προσευχή, προσευχή με αγάπη. Καλύτερα τους βοηθάμε από μακριά με την προσευχή. Τους βοηθάμε με τον πιο καλό, με τον πιο τέλειο τρόπο.

Να προσεύχεσθε για την Εκκλησία, για τον κόσμο, για όλους. Όλη η χριστιανοσύνη είναι μέσα στην ευχή. Αν προσεύχεσθε μόνο για τον εαυτό σας, αυτό κρύβει ιδιοτέλεια. Ενώ, όταν προσεύχεσθε για την Εκκλησία, μέσα στην Εκκλησία είστε κι εσείς. Στην Εκκλησία είναι ο }281} Χριστός ενωμένος με την Εκκλησία αλλά και με τον Πατέρα και με το άγιον Πνεύμα. Η αγία Τριάδα και η Εκκλησία είναι ένα. Η λαχτάρα σας πρέπει να είναι πάνω σ’ αυτό, στο να αγιάσει ο κόσμος, να γίνουν όλοι του Χριστού. Τότε μπαίνετε στην Εκκλησία, ζείτε στη χαρά του Παραδείσου, στον Θεό, γιατί όλο το πλήρωμα της θεότητος κατοικεί στην Εκκλησία.

Είμαστε όλοι ένα σώμα με κεφαλή τον Χριστό. Όλοι είμαστε Εκκλησία. Η θρησκεία μας αυτό το μεγαλείο έχει, ενώνει τον κόσμο νοερώς. Η δύναμη της προσευχής είναι μεγάλη, πολύ μεγάλη, κυρίως όταν γίνεται από πολλούς αδελφούς. Στην κοινή προσευχή ενούνται όλοι. Να νιώθομε τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας. Αυτό είναι η ζωή μας, το αγαλλίαμά μας, ο θησαυρός μας. Όλα είναι εύκολα εν Χριστώ. Ο Χριστός είναι το κέντρο· όλοι συντρέχουν προς το κέντρο και ενώνονται εν ενί πνεύματι και μια καρδία. Κάτι τέτοιο συνέβη κατά την Πεντηκοστή. }282}

Η αγάπη η λατρεία προς τον Θεό, η λαχτάρα, η ένωσις μετά του Θεού, η ένωσις μετά της Εκκλησίας είναι ο επί γης Παράδεισος. Αν αποσπάσομε τη θεία χάρι, όλα είναι εύκολα, χαρούμενα και ευλογία Θεού.

Όταν έχομε κάποιο πρόβλημα εμείς ή κάποιος άλλος, να ζητάμε κι από άλλους προσευχές και να παρακαλούμε όλοι τον Θεό με πίστη και αγάπη. Να είστε σίγουροι ότι ο Θεός ευαρεστείται σ’ αυτές τις προσευχές και επεμβαίνει κάνοντας θαύματα. Αυτό δεν το έχομε καταλάβει καλά. Το πήραμε έτσι απλά και λέμε: «Κάνε μια προσευχή για μένα».

Πιο πολύ θα προσεύχεσθε για τους άλλους παρά για τον εαυτό σας. Θα λέτε το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» και θα έχετε μέσα σας πάντοτε και τους άλλους. Όλοι είμαστε παιδιά του ίδιου Πατέρα, είμαστε όλοι ένα· γι’ αυτό όταν προσευχόμαστε για τους άλλους λέμε, «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», και όχι «ελέησέ τους». Τους κάνομε έτσι ένα με τον εαυτό μας.

Η προσευχή για τους άλλους, που γίνεται απαλά και με βαθιά αγάπη, είναι ανιδιοτελής κι έχει μεγάλη πνευματική ωφέλεια. Χαριτώνει τον προσευχόμενο, αλλά χαριτώνει κι εκείνον για τον οποίο προσεύχεται, του φέρνει την χάρι του Θεού. Όταν έχετε μεγάλη αγάπη και αυτή η αγάπη σας κινεί σε προσευχή, τότε τα κύματα της αγάπης σας πηγαίνουν και επηρεάζουν αυτόν για τον οποίο προσεύχεσθε }283} και δημιουργείτε γύρω του μια ασπίδα προστασίας και τον επηρεάζετε, τον οδηγείτε προς το αγαθόν. Βλέποντας την προσπάθειά σας ο Θεός δίδει πλούσια την χάρι Του και σ’ εσάς και σ’ εκείνον. Αλλά πρέπει να αποθάνομε για τον εαυτό μας. Καταλάβατε;

Εσείς με τη σοφία σας υποδεικνύετε ενώ αυτό δεν είναι και τόσο σωστό. Το μυστικό είναι άλλο, όχι αυτό που θα πούμε, που θα υποδείξομε στους άλλους. Το μυστικό είναι η αφοσίωσή μας, η προσευχή μας στον Θεό, για να επικρατήσει αυτό που πρέπει στους αδελφούς μας με την χάρι του Θεού. Αυτό είναι. Αυτό που εμείς δεν μπορούμε να το κάνομε, θα το κάνει η χάρις Του.

Προσεύχομαι για τα θέματά σας, αλλ’ αυτό δεν αρκεί. Πρέπει η προσευχή μου να βρίσκει κι από σας μια ανταπόκριση. }284} Ο Θεός που στέλνει την χάρι Του σ’ εμάς, πρέπει να βρει την αγκαλιά μας ανοικτή, ώστε να τη δεχθεί. Κι ό,τι επιτρέψει Εκείνος θα είναι προς ψυχική μας ωφέλεια. Όχι όμως, ημών προσευχομένων, υμών δε κοιμωμένων.

Συχνά με κατηγορούν, αλλά εγώ «ωσεί κωφός ουκ ήκουον και ωσεί άλαλος ουκ ανοίγων το στόμα αυτού». Γι’ αυτούς που σας κατηγορούν να κάνετε προσευχή. Να λέτε, «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», όχι «ελέησέ τον», και θα είναι μες στην προσευχή αυτή κι εκείνος που σας κατηγορεί. Σας λέει ο άλλος κάτι στενόχωρο; Ο Θεός το ξέρει. Εσείς ν’ ανοίγετε τα χέρια σας στον Θεό λέγοντας, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Να τον κάνετε ένα με τον εαυτό σας. Κι Εκείνος γνωρίζει τι τον βασανίζει βαθιά μέσα του και βλέποντας την αγάπη σας σπεύδει εις βοήθειαν. Εκείνος ερευνά τους πόθους της καρδιάς.

Να προσεύχεσθε για την κάθαρση κάθε ανθρώπου, για να μιμηθείτε τον αγγελικό τρόπο στη ζωή σας. Ναι, οι άγγελοι δεν προσεύχονται για τον εαυτό τους. Εγώ έτσι προσεύχομαι για τους ανθρώπους, για την Εκκλησία, για το Σώμα της Εκκλησίας. Την ώρα που προσεύχεσθε για την Εκκλησία, απαλλάσεσθε κι απ’ τα πάθη. Την ώρα που δοξολογείτε απαλύνεται η ψυχούλα σας και αγιάζεται υπό της θείας χάριτος. Αυτή την τέχνη θέλω να μάθετε. }285}

Ο Θεός θέλει να ομοιωθούμε με τους αγγέλους. Οι άγγελοι μόνο δοξολογούν τον Θεό. Αυτή είναι η προσευχή τους, μόνο η δοξολογία. Είναι λεπτό πράγμα η δοξολογία· ξεφεύγει απ’ τα ανθρώπινα. Εμείς είμαστε άνθρωποι πολύ υλικοί και χαμερπείς, γι’ αυτό και προσευχόμαστε στον Θεό ιδιοτελώς. Τον παρακαλούμε να μας τακτοποιήσει τα θέματά μας, η υγεία μας, τα παιδιά μας. Προσευχόμαστε, όμως, ανθρώπινα και με ιδιοτέλεια. Η δοξολογία είναι ανιδιοτελής προσευχή. Οι άγγελοι δεν προσεύχονται, για να κερδίσουν κάτι, είναι ανιδιοτελείς. Ο Θεός έδωσε και σ’ εμάς αυτή τη δυνατότητα, αν είναι η προσευχή μας μια διαρκής δοξολογία, προσευχή αγγελική. Εδώ βρίσκεται το μεγάλο μυστικό. Όταν μπούμε σ’ αυτή την προσευχή θα δοξάζομε τον Θεό συνεχώς αφήνοντας τα όλα σ’ Αυτόν, όπως εύχεται η Εκκλησία μας: «… πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Αυτά είναι τα «ανώτερα μαθηματικά» της θρησκείας μας! }286}

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΟΣ

Είναι ένα μυστήριο ο άνθρωπος. Φέρομε μέσα μας κληρονομιά αιώνων, όλο το καλό που βιώθηκε από τους προφήτες, τους αγίους, τους μάρτυρες, τους αποστόλους και κυρίως από τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό· αλλά επίσης και το κακό που υπάρχει στον κόσμο από του Αδάμ μέχρι σήμερα. Όλα είναι μέσα μας, και τα ένστικτα και τα πάντα, και ζητούν ικανοποίηση. Αν δεν τα ικανοποιήσομε, κάποτε θα εκδικηθούν, εκτός και τα διοχετεύσομε αλλού, στο ανώτερο, στον Θεό.

Γι’ αυτό πρέπει να αποθάνομε κατά τον παλαιό άνθρωπο και να ενδυθούμε τον νέο. Αυτό ομολογούμε με το μυστήριο του βαπτίσματος. Με το βάπτισμα μπαίνομε στη χαρά του Χριστού. … Δεύτερο βάπτισμα είναι η εξομολόγηση με την οποία γίνεται η κάθαρση από τα πάθη, η απονέκρωση. }289} Έτσι έρχεται η θεία χάρις μέσω των μυστηρίων.

Το Πνεύμα το Άγιον μας τα διδάσκει όλα. Μας αγιάζει. Μας θεώνει. Όταν έχομε το Πνεύμα του Θεού, γινόμαστε ανίκανοι προς κάθε αμαρτία, καθιστάμεθα ανίκανοι προς το αμαρτάνειν. Όταν έχομε το Άγιον Πνεύμα, δεν μπορούμε να κάνομε το κακό. Δεν μπορούμε να θυμώσομε, να μισήσομε, να κακολογήσομε, δεν, δεν, δεν …

Να γίνομε γεμάτοι, έμπλεοι Αγίου Πνεύματος. Εδώ έγκειται η ουσία της πνευματικής ζωής. Αυτό είναι η τέχνη. Τέχνη τεχνών. Ας ανοίξουμε τα χέρια κι ας ριχθούμε στην αγκαλιά του Χριστού. Όταν έλθει ο Χριστός, κερδίσαμε το παν. Ο Χριστός θα μεταποιήσει τα πάντα μέσα μας. Θα φέρει την ειρήνη, τη χαρά, την ταπείνωση, την αγάπη, την προσευχή, την ανάταση. Η χάρις του Χριστού θα μας ανακαινίσει. Αν στραφούμε σ’ Αυτόν με πόθο, με λαχτάρα, με αφοσίωση, με έρωτα, ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα.

Χωρίς τον Χριστό είναι αδύνατο να διορθώσομε τον εαυτό μας, δεν θα μπορέσομε ν’ αποδεσμευθούμε απ’ τα πάθη, Μόνοι μας δεν μπορούμε να γίνομε καλοί. «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Όσο κι αν προσπαθήσομε τίποτα δεν θα επιτύχομε. Ένα πρέπει να κάνομε, να στραφούμε σ’ Εκείνον και να Τον αγαπήσομε «εξ όλης της ψυχής». Η αγάπη στον Χριστού· μόνο αυτή είναι η καλύτερη θεραπεία των παθών. }290}

Ο Θεός έχει βάλει μια δύναμη μέσα στην ψυχή του ανθρώπου. Απ’ αυτόν εξαρτάται πώς τη διοχετεύει, για το καλό ή για το κακό. Αν το καλό το παρομοιάσομε με ανθόκηπο γεμάτο λουλούδια, δέντρα και φυτά, ενώ το κακό με αγκάθια και τη δύναμη με νερό, τότε μπορεί να συμβεί το εξής: όταν το νερό το διοχετεύσομε προς τον ανθόκηπο, τότε όλα τα φυτά αναπτύσσονται πρασινίζουν ανθίζουν ζωογονούνται· την ίδια στιγμή τα’ αγκάθια επειδή δεν ποτίζονται μαραίνονται χάνονται. Και το αντίθετο.

Δεν χρειάζεται, λοιπόν να ασχολείσθε με τα αγκάθια. Μην καταπιάνεσθε με την εκδίωξη του κακού. Έτσι μας θέλει ο Χριστός, να μην ασχολούμαστε με τα πάθη και με τον αντίθετο. Κατευθύνετε το νερό, δηλαδή όλη τη δύναμη της ψυχής σας προς τα λουλούδια και θα χαίρεσθε την ομορφιά την ευωδία τη δροσιά τους.

Δεν γίνεσθε άγιοι κυνηγώντας το κακό. Αφήστε το κακό. Να κοιτάζετε προς τον Χριστό κι Αυτός θα σας σώσει. Αντί να στέκεσθε έξω απ’ την πόρτα και να διώχνετε τον εχθρό περιφρονήστε τον. Έρχεται από δω το κακό; Δοθείτε με τρόπο απαλό από κει. Δηλαδή έρχεται να σας προσβάλει το κακό, εσείς δώστε την εσωτερική σας δύναμη στο καλό, στον Χριστό. Παρακαλέστε: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Ξέρει Εκείνος πώς να σας ελεήσει, με τι τρόπο. Κι όταν γεμίζετε απ’ το καλό, δεν στρέφεσθε πια προς το κακό. Γίνεσθε μόνοι σας, με την χάρι του Θεού, καλοί. Που να βρεί τόπο τότε το κακό; Εξαφανίζεται!

Όλα συν Χριστώ είναι δυνατά. Πού είναι ο κόπος και η προσπάθεια για να γίνεις καλός; Τα πράγματα είναι απλά. }291} Θα καλείτε τον Θεό κι Εκείνος θα μεταβάλλει τα πράγματα προς το καλό. Αν δώσετε σ’ Εκείνον την καρδιά σας, δεν θα μείνουν περιθώρια για τα άλλα. Όταν ενδυθείτε τον Χριστό, δεν θα κάνετε καμία προσπάθεια για την αρετή. Εκείνος θα σας τηνε δώσει. Σας πιάνει φοβία κι απογοήτευση; Στραφείτε στον Χριστό. Αγαπήστε Τον απλά, ταπεινά, χωρίς απαίτηση και θα σας απαλλάξει ο ίδιος. Να στραφείτε προς τον Χριστό και να πείτε με ταπείνωση και ελπίδα σαν τον απόστολο Παύλο: «Τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;». Θα κινηθείτε λοιπόν προς τον Χριστό κι Εκείνος αμέσως θα έλθει. Αμέσως θα ενεργήσει η χάρις Του.

Έτσι ν’ αγωνίζεσθε στην πνευματική ζωή, απλά, απαλά, χωρίς βία. Η ψυχή αγιάζεται και καθαίρεται με τη μελέτη των λόγων των Πατέρων, με την αποστήθιση ψαλμών, αγιογραφικών χωρίων, με την ψαλτική, με την ευχή.

… Είναι δύο δρόμοι που μας οδηγούν στον }292} Θεό, ο σκληρός και κουραστικός με τις άγριες επιθέσεις κατά του κακού και ο εύκολος με την αγάπη. Υπάρχουν πολλοί που διάλεξαν το σκληρό δρόμο και «έχυσαν αίμα για να λάβουν Πνεύμα», ώσπου έφθασαν σε μεγάλη αρετή. Εγώ βρίσκω ότι πιο σύντομος και σίγουρος δρόμος είναι αυτός με την αγάπη. Αυτόν ν’ ακολουθήσετε κι εσείς. (ΚΟΛΠΟΙΣ)

Μπορείτε δηλαδή να κάνετε άλλη προσπάθεια. Να μελετάτε και να προσεύχεσθε και να έχετε ως στόχο να προχωρήσετε στην αγάπη του Θεού και της Εκκλησίας. Μην πολεμάτε να διώξετε το σκοτάδι απ’ το δωμάτιο της ψυχής σας. Ανοίξτε μια τρυπίτσα, για να έλθει το φως, και το σκοτάδι θα φύγει. Το ίδιο ισχύει και για τα πάθη και τις αδυναμίες. Να μην τα πολεμάτε, αλλά να τα μεταμορφώνετε σε δυνάμεις περιφρονώντας το κακό. Να καταγίνεσθε με τα τροπάρια, τους κανόνες, τη λατρεία του Θεού, το θείο έρωτα. … Να διαβάζετε με χαρά και αγάπη και αγαλλίαση. Όταν δοθείτε σ’ αυτή την προσπάθεια με λαχτάρα, η ψυχή σας θ’ αγιάζεται με τρόπο απαλό, μυστικό, χωρίς να το καταλαβαίνετε. }293}

… Δεν χρειάζεται ούτε τον διάβολο να φοβάσθε, ούτε την κόλαση, ούτε τίποτα. Δημιουργούν αντίδραση. Έχω κι εγώ μια μικρή πείρα σ’ αυτά. Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε, να πλήττετε και να σφίγγεσθε για να βελτιωθείτε. Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας.

Αυτό είναι το άγιο και ωραίο που ευφραίνει κα απαλλάσσει την ψυχή από κάθε κακό, η προσπάθεια να ενωθεί κανείς με τον Χριστό. Ν’ αγαπήσει τον Χριστό, να λαχταρήσει τον Χριστό, να ζει εν τω Χριστώ, σαν τον Απόστολο Παύλο που έλεγε: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Αυτό να είναι ο στόχος σας. Οι άλλες προσπάθειες να είναι μυστικές, κρυμμένες. Εκείνο που θα πρέπει να κυριαρχεί είναι η αγάπη στον Χριστό. Αυτό να υπάρχει μες στο μυαλό, στη σκέψη, στη φαντασία, στην καρδιά, στη βούληση. Αυτή η προσπάθεια να είναι η πιο έντονη, πως θα συναντήσετε τον Χριστό, πως θα ενωθείτε μαζί Του, πως θα Τον ενστερνισθείτε μέσα σας.

Τις αδυναμίες αφήστε τις όλες, για να μην παίρνει είδηση το αντίθετο πνεύμα και σας βουτάει και σας καθηλώνει και σας βάζει στη στενοχώρια. Να μην κάνετε καμιά προσπάθεια ν’ απαλλαγείτε απ’ αυτές. Ν’ αγωνίζεσθε με }294} απαλότητα και απλότητα, χωρίς σφίξιμο και άγχος. Μη λέτε: «Τώρα θα σφιχτώ, θα κάνω προσευχή ν’ αποκτήσω αγάπη, να γίνω καλός κ.λπ.» Δεν είναι καλό να σφίγγεσαι και να πλήττεις, για να γίνεις καλός. Έτσι θ’ αντιδράσετε χειρότερα. Όλα να γίνονται με απαλό τρόπο, αβίαστα κι ελεύθερα. Ούτε να λέτε: «Θεέ μου, απάλλαξέ με απ’ αυτό», παραδείγματος χάριν, το θυμό, τη λύπη. Δεν είναι καλό να προσευχόμαστε ή και να σκεπτόμαστε το συγκεκριμένο πάθος· κάτι γίνεται στην ψυχή μας και μπλεκόμαστε ακόμη περισσότερο. Ρίξου με ορμή για να νικήσεις το πάθος και θα δεις τότε πώς θα σ’ αγκαλιάσει, θα σε σφίξει και δεν θα μπορέσεις τίποτα να κάνεις.

Μην πολεμάτε απευθείας τον πειρασμό, μην παρακαλείτε να φύγει, μη λέτε: «Παρ’ τον Θεέ μου!» Τότε του δίνετε σημασία κι ο πειρασμός σφίγγει. Γιατί παρόλο που λέτε «πάρ’ τον, Θεέ μου», βασικά τον θυμάστε και τον υποθάλπετε περισσότερο. Η διάθεση για απαλλαγή, βέβαια, θα υπάρχει αλλά θα είναι πάρα πολύ μυστική και λεπτή, χωρίς να φαίνεται. Θα γίνεται μυστικά. Θυμηθείτε εκείνο που λέγει η Αγία Γραφή: «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου». Όλη η δύναμη σας να στρέφεται στην αγάπη του Θεού, στη λατρεία Του, στην προσκόλληση σ’ Αυτόν. Έτσι η απαλλαγή απ’ το κακό και τις αδυναμίες θα γίνεται μυστικά, χωρίς να παίρνετε είδηση, χωρίς κόπο.

Αυτή την προσπάθεια κάνω κι εγώ. Βρήκα ότι είναι ο καλύτερος τρόπος αγιασμού, αναίμακτος. Δηλαδή, }295} να ρίχνομαι στην αγάπη, μελετώντας τους κανόνες, τα τροπάρια, τους ψαλμούς. Αυτή η μελέτη κι εντρύφηση, χωρίς να το καταλάβω, πηγαίνει το νου μου προς τον Χριστό και γλυκαίνει την καρδιά μου. Συγχρόνως εύχομαι ανοίγοντας τα χέρια με λαχτάρα, με αγάπη, με χαρά και ο Κύριος με ανεβάζει στην αγάπη Του. Αυτός είναι ο σκοπός μας, να φθάσομε εκεί. Τι λέτε, αυτός ο δρόμος δεν είναι αναίμακτος;

Υπάρχουν και πολλοί άλλοι τρόποι, όπως, για παράδειγμα, να θυμάται το θάνατο, την κόλαση, τον διάβολο. Έτσι από φόβο και υπολογισμό αποφεύγεις το κακό. Εγώ ο ελάχιστος δεν εφάρμοσα στη ζωή μου αυτούς τους τρόπους που κουράζουν, φέρνουν αντίδραση και πολλές φορές αντίθετο αποτέλεσμα. Η ψυχή, κι όταν μάλιστα είναι ευαίσθητη, ευφραίνεται στην αγάπη κι ενθουσιάζεται, ενδυναμώνεται και μετασχηματίζει και μεταποιεί και μεταστοιχειώνει όλα τα αρνητικά και τα άσχημα.

Γι’ αυτό εγώ προτιμώ τον «εύκολο δρόμο», δηλαδή αυτό τον τρόπο που τον πετυχαίνομε με τη μελέτη των κανόνων των αγίων. Στους κανόνες θα βρούμε τρόπους που μεταχειρίσθηκαν οι άγιοι, οι όσιοι, οι ασκηταί, οι μάρτυρες. Καλό είναι να κάνομε αυτή την «κλοπή». Να κάνομε κι εμείς ό,τι έκαναν εκείνοι. Αυτοί ρίχθηκαν στην αγάπη του Χριστού. Έδωσαν όλη την καρδιά τους. Να κλέψομε τον τρόπο τους. }296}

Η πνευματική εργασία που κάνετε στα βάθη της ψυχής σας να γίνεται μυστικά να μη γίνεται αντιληπτή όχι μόνο απ’ τους άλλους αλλά ούτε κι από σας τους ίδιους. Ό,τι κάνει ο καλός εαυτός σας, ας μην το παίρνει είδηση ο κακός. «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου». «Αριστερά» είναι ο αντίθετος εαυτός μας, που, όταν το πάρει είδηση, θα τα χαλάσει όλα. Ο αντίθετος είναι ο κακός εαυτός μας – το λέμε έτσι πιο εξευγενισμένα. Νέος είναι ο εν Χριστώ εαυτός μας, ενώ ο άλλος είναι ο παλαιός. Χρειάζεται τέχνη για να μην παίρνει είδηση ο παλαιός. Χρειάζεται τέχνη και κυρίως η χάρις του Θεού.

Υπάρχουν μερικά μυστικά. Το Ευαγγέλιο και ο ίδιος ο Χριστός μας προτρέπει πώς πρέπει να προλαμβάνομε ορισμένα πράγματα που θα μας δυσκολεύσουν στον αγώνα μας. Γι’ αυτό λέγει αυτό το: «Μη γνώτω η αριστερά σου …». Για παράδειγμα θέλετε να γευθείτε μια χαρά απ’ τον Θεό; Ποιο είναι εδώ το μυστικό; Έστω κι αν την πιστεύετε κι αν τη ζητάτε τη χαρά και λέτε, «δεν μπορεί παρά να μου τήνε δώσει ο Θεός», Εκείνος δεν τη δίδει. Και αιτία είστε εσείς οι ίδιοι. Όχι ότι ο Θεός δεν θέλει να τη δώσει αυτή τη χαρά, αλλά όλο το μυστικό είναι η δική μας απλότης και απαλότης. Όταν λείπει η απλότης και λέτε, «θα κάνω αυτό κι ο Θεός θα μου δώσει αυτό που ζητώ, θα κάνω εκείνο, θα κάνω το άλλο …» δεν γίνεται. Ναι να κάνω τούτο το άλλο αλλά με τόση μυστικότητα, με τότη απλότητα, }297} με τόση απαλότητα, ώστε κι εγώ ο ίδιος που το ζητάω να μην το παίρνω είδηση.

Απλά, απαλά θα κάνετε το καθετί. Δεν θα κάνετε τίποτα με σκοπιμότητα. Να μη λέτε, «θα το κάνω έτσι, για να έλθει αυτό το αποτέλεσμα», αλλά θα το κάνετε έτσι απαλά, χωρίς να το ξέρετε. Δηλαδή προσεύχεσθε απλά και δεν σκέπτεσθε τι θα χαρίσει ο Θεός μες στην ψυχή σας. Δεν κάνετε υπολογισμούς. Ξέρετε, βέβαια, τι χαρίζει ο Θεός στην επαφή μαζί Του, αλλά είναι σαν να μην ξέρετε. Να μην το συζητάτε ούτε με τον εαυτό σας. Έτσι όταν λέτε την ευχή, «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» να τη λέτε απαλά, απλά και να μη σκέπτεσθε τίποτ’ άλλο παρά μόνο την ευχή. Αυτά είναι πολύ λεπτά πράγματα και χρειάζεται να επενεργήσει η χάρις του Θεού.

Η καρδιά σας να είναι απλή όχι διπλή και ανειλικρινής· αγαθή κι όχι πονηρή και ιδιοτελής. Την απλή και αγαθή ψυχή όλοι την επιζητούν, αναπαύονται σ’ εκείνη, την πλησιάζουν χωρίς φόβο, χωρίς υποψία. Και η ίδια ζει με εσωτερική ειρήνη, έχει αγαθή σχέση μ’ όλους τους ανθρώπους και μ’ όλη την κτίση.

Ο αγαθός, ο καλοκάγαθος, αυτός που δεν έχει πονηρούς λογισμούς, ελκύει την χάρι του Θεού. Κυρίως η αγαθότητα και η απλότητα ελκύουν την χάρι του Θεού· είναι οι προϋποθέσεις, για να έλθει ο Θεός και «μονήν ευρήσει». Αλλά πρέπει να γνωρίζει ο αγαθός και τις πονηριές του διαβόλου και των ανθρώπων, διότι πολύ θα ταλαιπωρείται. Αλλιώς θα έπρεπε να ζει σε κοινωνία αγγέλων. }298}

Απλότητα και αγαθότητα. Αυτό είναι το παν, για ν’ αποκτήσετε τη θεία χάρι. Πόσα μυστικά υπάρχουν στην Αγία Γραφή! «Κακότεχνος ψυχή» είναι η κακοφτιαγμένη, η κακοχτισμένη ψυχή, αυτή που κατασκευάζει το κακό. Ούτε εισέρχεται ούτε, πολύ περισσότερο κατοικεί η θεία σοφία σε μια τέτοια ψυχή. Όπου υπάρχει διαφθορά και δολιότητα, δεν εισέρχεται η χάρις του Θεού.

Σας το είπα πολλές φορές. Να δοθείτε στη μελέτη της Αγίας Γραφής, των ψαλμών, των πατερικών κειμένων. Να }299} επιδοθείτε στη μελέτη με έρωτα θείο. Να ψάχνετε να βρείτε στο λεξικό την κάθε λέξη και να επιδίδεσθε στη σωστή και καθαρή και με νόημα ανάγνωση με το νι και με το σίγμα. Να ερευνάτε πόσες φορές λέει η Αγία Γραφή μία λέξη, για παράδειγμα τη λέξη «απλότητα», και πόσες την άλλη. Φως Χριστού θα πλημμυρίσει την ψυχή σας. Έτσι θα πραγματοποιηθεί αυτό που λέγει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος: «Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς».

Αυτό το φως είναι το άκτιστο φως του Χριστού. Άμα αποκτήσομε αυτό το φως, θα γνωρίσωμε την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ο Θεός. Ο Θεός τα γνωρίζει όλα. Γι’ Αυτόν είναι όλα γνωστά φωτεινά. Ο κόσμος είναι έργο Θεού. Αυτόν τον κόσμο ο Θεός τον φωτίζει με το άκτιστον φως Του. Ο Θεός είναι φως ο ίδιος. Είναι φως διότι γνωρίζει τον εαυτό Του. Εμείς δεν γνωρίζομε τον εαυτό μας, γι’ αυτό είμαστε στο σκότος. Όταν αφήσομε το φως να μας διαποτίσει, τότε έχομε κοινωνία με τον Θεό. Αν αυτό δεν γίνει, τότε έχομε άλλα φώτα, χίλια φώτα αλλά δεν έχομε το φως. Όταν είμαστε ενωμένοι μαζί Του, ο Χριστός μας κάνει φωτεινούς. Το φως το μέγα το προσφέρει στον καθένα μας. Μακάρι να το δεχόμαστε. Τότε αποκτούμε και πίστη πιο βαθιά και συμβαίνει αυτό που λέει το κείμενο της Σοφίας Σολομώντος: «εμφανίζεται τοις μη απιστούσιν Αυτώ».

Σ’ αυτούς που δυσπιστούν, αμφιβάλλουν κι αμφισβητούν και τα σκέπτονται μόνο με τη λογική και δεν είναι ανοικτοί }300} στον Θεό, ο Θεός δεν εμφανίζεται. Σε κλειδωμένες ψυχές ο Θεός δεν εισέρχεται, δεν εκβιάζει δεν παραβιάζει. Αντίθετα, σ’ αυτούς που έχουν πίστη απλη χωρίς διακυμάνσεις, ο Θεός εμφανίζεται και χαρίζει το άκτιστον φως Του. Το δίδει πλούσια και στην εδώ ζωή και πολύ περισσότερο στην άλλη.

Μη νομίζετε όμως ότι όλοι εδώ βλέπουν το ίδιο καθαρά το φως της αληθείας. Καθένας το βλέπει ανάλογα με την ψυχή του, με το πνεύμα του, με τη μόρφωσή του, με την ψυχική του κατάσταση. Καταλάβατε; Βλέπουν για παράδειγμα πολλοί μια εικόνα όμως δεν έχουν όλοι όσοι τη βλέπουν τα ίδια συναισθήματα. Έτσι είναι και το θείον φως. Το αληθινό φως δεν λάμπει σ’ όλες τις ανθρώπινες καρδιές το ίδιο. Δηλαδή το ίδιο λάμπει ο ήλιος ο φυσικός αλλά στο σπίτι που είναι μαύρα τα τζάμια του, λίγο περνάνε από κει οι ακτίνες. Καταλάβατε; Γι’ αυτό λέω, το ίδιο γίνεται με το άκτιστον φως· είναι μαύρα τα τζάμια μας, δεν είναι καθαρή η καρδιά μας, δεν του επιτρέπει η μαυρίλα να περάσει.

Ακόμη και στους αγίους μας και στους προφήτες συνέβαινε αυτό το πράγμα. Κι αυτοί ακόμη, ανάλογα με την καθαρότητά τους, αισθάνονταν το φως το θείον.

Να έχετε συνέχεια τη μνήμη του Θεού. Έτσι ο νους σας θα αποκτήσει ευλυγισία. Η ευλυγισία του νου έρχεται }301} απ’ την εγρήγορση. Εγρήγορση είναι ο έρως για τον Θεό. Είναι να έχεις πάντα στο νου και στην καρδιά σου τον Χριστό έστω κι αν κάνεις άλλες δουλειές. Θέλει έρωτα προς τον Χριστό λαχτάρα. Μνήμη Θεού θ’ αποκτήσετε με την ευχή, «Κύριε Ιησού Χριστέ …», με τις προσευχές της Εκκλησίας, με τους ύμνους, με το να φέρνετε στο νου σας τις ενέργειες του Θεού και χωρία απ’ την Αγία Γραφή κι από άλλα πνευματικά βιβλία. Αυτό, βέβαια, θέλει αγαθή προαίρεση· δεν γίνεται με εξαναγκασμό αλλά κυρίως δια της θείας χάριτος. Η θεία χάρις, όμως, θέλει τις προϋποθέσεις, την αγάπη και την ταπείνωση.

Αν ζείτε μέσα στην θεία χάρι, δεν θα σας προσβάλλει το κακό. Αν δεν ζείτε το θείον, θα σας κυκλώνει το κακό, θα σας πιάσει η νωθρότης και θα παιδεύεσθε. Άμα βλέπετε νωθρότητα ο άνθρωπος δεν είναι καλά στην ψυχή. Εμείς πολλές φορές, όταν δούμε έναν άνθρωπο ήσυχο, εχέμυθο, κάπως διακριτικό, λέμε: «Πολύ καλός άνθρωπος, άγιος άνθρωπος». Κι όμως, μπορεί να είναι νωθρός. Οι νωθροί οι οκνηροί οι τεμπέληδες δεν είναι εντάξει απέναντι του Θεού. Η τεμπελιά είναι πολύ κακό πράγμα. Η νωθρότητα είναι αρρώστια, είναι αμαρτία. Ο Θεός δεν μας θέλει νωθρούς. Ρέμπελα θα ζείτε; «Εξέχασα να κάνω αυτή τη δουλειά, παραδείγματος χάριν, να κλείσω την πόρτα, όταν βγήκα απ’ το δωμάτιο». Τι θα πει «εξέχασα»; Να θυμηθείς! Να προσέξεις! Ενώ η πολλή προσπάθεια, η κίνηση, ο κόπος, η δράση είναι αρετή. Ο σωματικός κόπος είναι αγώνας, αγώνας πνευματικός. Όσο απερίσκεπτοι είστε τόσο θα βασανίζεσθε. Αντίθετα όσο ευλαβείς και προσεκτικοί τόσο ευτυχείς. }302}

Στο Άγιον Όρος στο κελλί που έχω, η πόρτα έχει μια παλιά μπετούγια. Πρέπει να την πιέσει κανείς για ν’ ανοίξει και τότε κάνει έναν πολύ δυνατό θόρυβο. Κάθε φορά που ερχόταν κάποιος και την πατούσε, η μπετούγια έκανε «κράααακ!». Σε εκατό μέτρα ακουγόταν ο θόρυβος. Δεν μπορούσαν ν’ ανοίξουν χωρίς να κάνουν θόρυβο. Ενώ ήταν εύκολο και τους το έδειξα και δομίμασαν, και πάλι έκαναν θόρυβο.

Αυτά τα πράγματα φαίνονται απλά, αλλά έχουν σχέση με όλη μας τη ζωή. Όσο πλησιάζετε τον Θεό, τόσο είστε πιο προσεκτικοί, χωρίς να το επιδιώκετε, σε όλα τα πράγματα αλλά και στα πνευματικά. Προσέχοντας για την ψυχή σας, γίνεσθε με τη θεία χάρι πιο έξυπνοι. Έχετε εργασθεί στη ζωή σας χωρίς λογισμούς; Δεν κάνετε λάθη. Η χάρις του Θεού σας σκεπάζει.

Ο χριστιανός δεν πρέπει να είναι νωθρός δεν πρέπει να κοιμάται. Πρέπει, όπου κι αν πάει και με την προσευχή του και με τη φαντασία του να πετάει. Και πράγματι δύναται ο χριστιανός που αγαπάει τον Θεό να πετάει με τη φαντασία του. Να πετάει μες στ’ άστρα μες στ’ άπειρα μες στο μυστήριο μες στην αιωνιότητα μες στον Θεό. Να είναι υψιπετής. Να προσεύχεται και να αισθάνεται ότι γίνεται και αυτός Θεός κατά χάριν. Να γίνεται πούπουλο και να πετάει με τη σκέψη του. Και η σκέψη του δεν είναι μία σκέτη φαντασία. Αυτό που λέμε «πετάει» δεν είναι φαντασία, είναι πραγματικότητα, όχι φαντασιοπληξία. Ο χριστιανός δεν ζει στα σύννεφα, όπως λέμε συνήθως. Συλλαμβάνει την πραγματικότητα και τήνε ζει. Αυτά που διαβάζει }303} στο Ευαγγέλιο και στους Πατέρες τα ενστερνίζεται, τα ζει, μπαίνει στις λεπτομέρειες, τα εμβαθύνει, τα κάνει βιώματα. Γίνεται λεπτός δέκτης των μηνυμάτων του Θεού.

Μέσα μας έχομε δύο κόσμους, τον καλό και τον κακό. Και οι δύο αυτοί αντλούν τη δύναμη από μία πηγή. Η δύναμη αυτή είναι σαν την μπαταρία. Αν βάζει την πρίζα στην μπαταρία ο κακός, μας οδηγεί στην καταστροφή. Αν, όμως, τηνε βάλει ο καλός, τότε όλα είναι στη ζωή μας ωραία, γαλήνια, θεία. Αλλά η ίδια δύναμη τροφοδοτεί τον καλό ή τον αντίθετο εαυτό μας. Κάθε φορά είμαστε αιχμάλωτοι σ’ ένα από τα δύο, ή στο καλό ή στο κακό. Να επιδιώκομε, αντί να είμαστε στο κακό, να είμαστε στο καλό.

Να σας πω κι ένα άλλο παράδειγμα. Σε όλα τα μέρη του κόσμου υπάρχουν τα ερτζιανά κύματα, αλλά δεν τα συλλαμβάνομε. Μόλις ανοίξομε το δέκτη μας, τότε τα συλλαμβάνομε, τ’ ακούμε, τα αισθανόμαστε.

Το ίδιο γίνεται κι όταν μπαίνομε στον πνευματικό κόσμο. Ζούμε τον Χριστό, πετάμε! Τότε νιώθομε μεγάλες χαρές κι έχομε ωραία πνευματικά βιώματα. Τότε σιγά σιγά γινόμαστε αιχμάλωτοι του αγαθού, αιχμάλωτοι του Χριστού. Κι όταν γίνει κανείς αιχμάλωτος του καλού, τότε δεν μπορεί να κακολογήσει, δεν μπορεί να μισήσει, δεν μπορεί να πει ψέματα. Δεν μπορεί και να θέλει ακόμη. }304} Πώς να έλθει στην ψυχή του ο πονηρός να του φέρει απελπισία, απογοήτευση, νωθρότητα και τα τοιαύτα; Η θεία χάρις τον γεμίζει κι εκείνα δεν έχουν τη δύναμη να μπούνε μέσα. Δεν μπορούν να μπούνε, όταν το δωμάτιό του είναι γεμάτο από φίλους του πνευματικούς, που είναι μέσα στον αιθέρα, μέσα στο άπειρο –εννοώ τους αγγέλους, τους αγίους, τους μάρτυρες και κυρίως τον Χριστό. Το αντίθετο συμβαίνει όταν γίνει κανείς αιχμάλωτος του παλαιού ανθρώπου. Τότε κατέχεται υπό του κακού πνεύματος και δεν μπορεί να κάνει το καλό, γεμίζει κακίες, κατακρίσεις θυμούς κ.λπ.

Όταν σας προσβάλλει το κακό, να έχετε ευλυγισία και να στρέφεσθε στο καλό. Το κάθε κακό να το μεταστρέφετε να το μεταστοιχειώνετε να το μεταβάλλετε σε καλό. Η μεταστοιχείωσις αυτή γίνετε μόνο με την χάρι. Το νερό, παραδείγματος χάριν, γίνεται κρασί στο γάμο της Κανά. Να η μεταστοιχείωσις. Ευδοκεί ο υπέρ φύσιν … Αυτό είναι υπερφυσικό. … Την αληθινή μεταβολή την κάνει η θεία χάρις. Για να γίνει αυτό ο άνθρωπος πρέπει να έχει δοθεί «εξ όλης ψυχής και εξ όλης καρδίας» στον Χριστό.

Θυμηθείτε τον πρωτομάρτυρα Στέφανο. Κατείχετο υπό του Θεού και ενώ εδιώκετο και ελιθοβολείτο, έλεγε για τους διώκτες του: «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην …». Γιατί φέρθηκε έτσι ο Άγιος Στέφανος; }305} Απλούστατα, γιατί δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Ήταν αιχμάλωτος του καλού. Νομίζετε, είναι εύκολο να ρίχνουν πάνω σας σωρό τις πέτρες; Για να σου ρίξουν καμιά πέτρα! Καλός, καλός, αλλά άμα σου έλθει η πέτρα, «ά!» θ’ αρχίσεις να φωνάζεις, «παλιόπαιδο!» κ.λπ. Αυτό δείχνει ότι παθαίνομε κατάληψη από το κακό πνεύμα. Και τότε πού να μπει ο Χριστός, πού να σταθεί; Είναι όλα μέσα μας κατειλημμένα. Μόλις, όμως μπούμε στην πνευματική ζωή, μόλις μπούμε στον Χριστό αλλάζουν όλα. Και κλέπτης να ήταν κανείς, παύει να κλέβει, και φονιάς, παύει να είναι φονιάς, και αιμοβόρος και κακός και μνησίκακος … Παύουν όλα. Παύει η αμαρτία και ζει ο Χριστός. Έτσι και ο απόστολος Παύλος έλεγε: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δεν εν εμοί Χριστός».

Η ελευθερία δεν κερδίζεται, αν δεν ελευθερώσομε το εσωτερικό μας απ’ τα μπερδέματα και τα πάθη. Κι αυτό, βέβαια, μόνο συν Χριστώ γίνεται. Στον Χριστό είναι η χαρά. Ο Χριστός το πάθος το μεταβάλλει σε χαρά.

Αυτή είναι η Εκκλησία μας, αυτή είναι η χαρά μας, αυτό είναι το παν για μας. Και ο άνθρωπος σήμερα αυτό ζητάει. Και παίρνει τα δηλητήρια και τα ναρκωτικά, για να έλθει σε κόσμους χαράς· αλλά ψεύτικης χαράς. Κάτι αισθάνεται εκείνη τη στιγμή και αύριο είναι τσακισμένος. Το ένα τον τρίβει τον τρώει, τον τσακίζει, τον ψήνει. Ενώ το άλλο δήλαδή το δόσιμο στον Χριστό, τον ζωογονεί, του δίνει τη χαρά, τον κάνει να χαίρεται τη ζωή, να νιώθει δύναμη, μεγαλείο.

Αυτή είναι η θρησκεία μας. Ύψος, μεγαλείο, χάρις, }306} χαρά, αγαλλίασις! Πόσο τα ζούσε αυτά ο προφήτης Δαβίδ! Έλεγε: «Επιποθεί και εκλείπει η ψυχή μου εις τας αυλάς του Κυρίου». Τι ωραία!

Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας. Παντού μπορεί ν’ αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν’ αγιάσει, αν το θέλει. Στην εργασία σας, όποια κι αν είναι, μπορείτε να γίνετε άγιοι. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη. Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή. Όχι να έχετε άγχος και να σας πονάει το στήθος.

Συμβαίνει για παράδειγμα να σας αναθέτουν εργασίες πέραν των ορίων των καθηκόντων σας. Δεν είναι σωστό ν’ αντιδράτε ή να εκνευρίζεσθε και να διαμαρτύρεσθε. Αυτές οι ταραχές φέρνουν κακό στον άνθρωπο. Να τα θεωρείτε όλα σαν ευκαιρίες αγιασμού. Και κάτι ακόμη. Υπάρχει κι ένα άλλο κέρδος· με το να σας αναθέτουν πολλή εργασία μαθαίνετε τον τρόπο όλης της δουλειάς, εξυπηρετείτε σε περισσότερες διακονίες, γίνεσθε πιο υπεύθυνοι. Παίρνετε γνώσεις, που ίσως χρειασθούν αργότερα. Αν σας αναθέτουν δουλειές πάνω από τις δυνάμεις σας, μπορείτε ωστόσο να πείτε με ευγένεια βέβαια: «Συγχωρέστε με, δεν }307} θα μπορέσω να κάνω αυτή την εργασία». Αλλά μπορείτε και να μη μιλήσετε και να σας βγει σε καλό όλος αυτός ο κόπος.

Δούλευα σ’ όλα με επιμέλεια και χωρίς αντίρρηση. Έπαθα κανένα κακό;

Να εργάζεσθε με εγρήγορση, απλά, απαλά, χωρίς αγωνία, με χαρά κι αγαλλίαση, με αγαθή διάθεση. Τότε έρχεται η θεία χάρις. }308}

Συμβαίνει πολλές φορές να αισθάνεται κανείς υπερβολική στενοχώρια για την κατάσταση του κόσμου. Να υποφέρει που βλέπει ότι το θέλημα του Θεού δεν γίνεται σήμερα απ’ τους ανθρώπους ή κι απ’ τον ίδιο. Να πονάει με τον πόνο το σωματικό και τον ψυχικό των άλλων. Η ευαισθησία αυτή είναι δώρο του Θεού. Στις γυναίκες τη συναντάμε συχνότερα. Οι ψυχές που έχουν αυτή τη λεπτότητα είναι ιδιαίτερα δεκτικές στα μηνύματα και στη θέληση του Θεού. Αυτές οι ευαίσθητες ψυχές έχουν τη δυνατότητα να προχωρήσουν πολύ στην εν Χριστώ ζωή, διότι αγαπάνε τον Θεό και δεν θέλουν να Τον λυπήσουν. Διατρέχουν όμως έναν κίνδυνο. Αν δεν δώσουν στον Χριστό με εμπιστοσύνη τη ζωή τους, είναι δυνατόν το πονηρό πνεύμα να εκμεταλλευθεί τη λεπτότητά τους και να τις οδηγήσει σε λύπη και σε απελπισία.

Η ευαισθησία δεν έχει διόρθωση. Μπορεί μόνο να μετασχηματισθεί, να μεταποιηθεί, να μετατραπεί, να μεταμορφωθεί, να μεταστοιχειωθεί, να γίνει αγάπη, χαρά, θεία λατρεία. Πώς; Με τη στροφή προς τα άνω. Να στρέψετε την κάθε θλίψη στη γνώση του Χριστού, στην αγάπη Του, στη λατρεία Του. Κι ο Χριστός που συνεχώς περιμένει με λαχτάρα να μας βοηθήσει, θα σας δώσει την χάρι Του και τη δύναμή Του και θα μετατρέψει τη θλίψη σε χαρά, σε αγάπη για τους αδελφούς, σε λατρεία προς τον ίδιο. Έτσι θα φύγει το σκοτάδι. }309}

Μην κοιτάζετε αυτό που σας συμβαίνει, αλλά να κοιτάζετε το φως, τον Χριστό, όπως το παιδί κοιτάζει την μητέρα του, όταν κάτι του συμβεί. Όλα να τα βλέπετε χωρίς άγχος, χωρίς στενοχώρια, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο. Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεσθε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε προς το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, θα δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.

Όλα τα δυσάρεστα που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σας καταπονούν. Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό. Τότε ξενοιάζετε και γίνεσθε όργανά Του. Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στο Χριστό. «Εν παντί θλιβόμενοι, αλλ’ ου στενοχωρούμενοι», δεν λέει πάλι ο Απόστολος Παύλος;

Όλα να τ’ αντιμετωπίζετε με αγάπη, με καλοσύνη, με πραότητα, με υπομονή και με ταπείνωση. Να είστε βράχοι. Όλα να ξεσπάνε πάνω σας και σαν τα κύματα να γυρίζουν πίσω· εσείς να είστε ατάραχοι. Αλλά θα πείτε: «Έ, γίνετε αυτό;». Ναι, με την χάρι του Θεού γίνεται πάντοτε. Αν τα παίρνομε ανθρώπινα, δεν γίνεται. }310}

… γυμναστική είναι για μας όλες οι αντιδράσεις του περιβάλλοντος και οι δυσκολίες γύρω μας. Γυμνάζομε τον εαυτό μας πάνω στην υπομονή, στην καρτερία.

-Ετούτη εδώ η γυναίκα σου, σ’ αγαπάει πολύ.

-Ναι, αλλά μου κάνει αυτά …

-Σου τα κάνει αυτά για να σ’ αγιάσει, αλλά εσένα δεν κόβει το μυαλό σου. Εξοργίζεσαι και, αντί ν’ αγιάζεις, κολάζεσαι.

Αν είχε όμως υπομονή και ταπείνωση, δεν θα έχανε τις ευκαιρίες του αγιασμού.

Είναι μεγάλο πράγμα, μεγάλη αρετή η υπομονή. Ο Χριστός είπε: «Άμα δεν έχετε υπομονή, θα χάσετε τις ψυχές σας· για να τις κερδίσετε, πρέπει να έχετε υπομονή». Η υπομονή είναι αγάπη, χωρίς αγάπη δεν μπορείς να έχεις υπομονή. Είναι, όμως, και θέμα πίστεως. Στην πραγματικότητα, είμαστε άπιστοι, γιατί δεν ξέρομε πώς τα φέρνει ο Θεός και μας απαλλάσει απ’ τις δυσκολίες και τις στενοχώριες. Να παρακαλάτε την Παναγία: }311}

«Στρέψον τον κοπετόν εις χαράν,

εις ευθυμίαν δε το πένθος μετάβαλε,

τον θρήνον εις ευφροσύνην και αγαλλίασιν νυν,

Θεοτόκε μόνη παντευλόγητε».

Η διάθεση ν’ αγαπήσομε τον Θεό έχει μέσα της και κάποιον πόνο. Όταν θέλομε να ζήσομε πνευματικά, πονάμε, διότι πρέπει να κόβομε κάθε δεσμό που μας ενώνει με την ύλη. Όταν όμως θέλομε να ικανοποιήσομε τον εαυτό μας ή τους άλλους, αυτό που δίνομε είναι μια αγάπη, μία ενέργεια· είναι μία δύναμη της ψυχής μας, που μέρος το «ξοδεύομε» κι εκεί. Θέλει προσοχή, τι τάξη και σειρά θα βάλομε στη ζωή μας, για ποιόν θα γίνει το «έξοδο».

Η θλίψη, η κατά Θεόν, έχει μέσα της χαρά. Προχωρεί κανείς εμπρός εξαιτίας της. Δεν αφήνει μέσα του την κατάθλιψη, που φθείρει την ψυχή. Όταν υπάρχει ταπείνωση, δεν υπάρχει κατάθλιψη. Ο εγωιστής στενοχωριέται πολύ με το καθετί. Ο ταπεινός είναι ελεύθερος και ανεξάρτητος απ’ όλους κι απ’ όλα. Αυτό γίνεται μόνο με την ένωση με τον Χριστό. Όλες οι αισθήσεις να λειτουργούν σύμφωνα με το νόμο του Κυρίου. Να είστε έτοιμοι να κενωθείτε στον οποιονδήποτε. Αυτό είναι ελευθερία. Όπου αγάπη εκεί ελευθερία. Ζώντας μέσα στην αγάπη του Θεού, ζείτε μέσα στην ελευθερία. }312}

Πολλοί άνθρωποι και μάλιστα χριστιανοί, δεν δέχονται καθόλου την ύπαρξη του δαίμονα. Το δαιμόνιο όμως δεν μπορείς να το αρνηθείς. Πιστεύω ότι υπάρχει διάβολος και λέω μάλιστα ότι, αν βγάλουμε απ’ το Ευαγγέλιο την πίστη στην ύπαρξη του διαβόλου τι γίνεται; Πάει το Ευαγγέλιο. … Δεν μπορούμε ν’ αγνοήσομε την ύπαρξη του διαβόλου, του οποίου τα έργα ήλθε να καταργήσει ο Χριστός.

Εγώ όμως σας λέγω, αντί ν’ ασχολείσθε με τον διάβολο και τις πονηρίες του, αντί ν’ ασχολείσθε με τα πάθη, να στραφείτε στην αγάπη του Χριστού. }313}

Εδώ θαυμάζει κανείς το πνεύμα του ποιητή. Βάζει τέχνη στη δομή του τροπαρίου, δηλαδή πλοκή, πλοκή λόγου. Είδατε τι λέει; Προσέχετε την κάθε λέξη. «Πλάνης μηχανήματα». Ο πονηρός έστηνε δόκανα και παγίδες κι ο άγιος Ονήσιμος τον κατετρόπωνε «ρωμαλαίω φρονήματι». Με ρωμαλαίο φρόνημα νικούσε τους πάντες. Λάτρευε, λαχταρούσε τον Χριστό. Έτσι γίνεται.

 
 
  
 
ΠΕΡΙ ΠΟΛΛΩΝ