ΠΕΡΙ ΠΟΛΛΩΝ ΚΑΙ ΤΙΝΩΝ ΑΛΛΩΝ - AFTER ALOSIN ALLOFRON ΕΝΝΙΟΤΕ ΚΑΙ ΑΦΡΩΝ

        Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου Βιβλία και «Λόγοι»

23/11/12

Ken Robinson: «Αλλάζοντας τα πρότυπα της Εκπαίδευσης»

  

 
Παρουσίαση με κινούμενα σχέδια ομιλίας
του Κεν Ρόμπινσον με τίτλο:
«ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ».
Φεβρουάριος 2010

Όλες οι χώρες, αναθεωρούν την δημόσια εκπαίδευση τους. Υπάρχουν δύο λόγοι γι’ αυτό.

Ο πρώτος είναι οικονομικός.

Προσπαθούμε να βρούμε πως θα μπορούσαμε να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά μας ώστε να βρουν τη θέση τους στις οικονομίες του 21ου αιώνα. Πώς μπορούμε όμως να το πετύχουμε αυτό δεδομένου ότι δεν μπορούμε να προβλέψουμε πως θα είναι η οικονομία στο τέλος της επόμενης εβδομάδας; Όπως άλλωστε η τελευταία (μιλάει τον Φεβρουάριο του 2010) αναταραχή διακηρύσσει. Πώς μπορούμε να το κάνουμε αυτό;

Ο δεύτερος λόγος είναι πολιτισμικός.

Κάθε χώρα προσπαθεί να βρει πως είναι δυνατόν να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά μας ώστε να αποκτήσουν πολιτισμική ταυτότητα, πώς να τους περάσουμε, τα πολιτισμικά γονίδια των κοινωνιών μας, ενώ ταυτόχρονα υφίστανται τη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης. Πώς είναι δυνατόν να τετραγωνίσουμε τον κύκλο!

Το πρόβλημα είναι ότι προσπαθούμε να συναντήσουμε το μέλλον χρησιμοποιώντας μεθόδους από το παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα αποξενώνουμε εκατομμύρια παιδιά που δεν μπορούν να βρουν κάποιο λόγο για τον οποίο πηγαίνουν στο σχολείο.

Όταν εμείς πηγαίναμε σχολείο, μας συγκρατούσε το σενάριο που έλεγε ότι αν δουλέψεις σκληρά και πας καλά στα μαθήματα και πάρεις ένα πτυχίο, ΘΑ ΕΧΕΙΣ ΔΟΥΛΕΙΑ. Τα παιδιά μας δεν το πιστεύουν πλέον αυτό. Και καλά κάνουν, για να είμαστε ειλικρινείς. Είναι καλύτερα να έχεις ένα πτυχίο από το να μην έχεις, αλλά αυτό πλέον δεν είναι εγγύηση. Και ειδικότερα δεν είναι εγγύηση αν κατά τη διαδρομή μέχρι αυτό το πτυχίο περιθωριοποιήσεις ότι θεωρείς ότι είναι σημαντικό για τον εαυτό σου. Οπότε οι άνθρωποι λένε ότι χρειάζεται να ανεβάσουμε το επίπεδο και ότι αυτό είναι μια εξέλιξη. Αλήθεια; Ναι, χρειάζεται! Δεν λέει κανείς να κατεβάσουμε το επίπεδο, αλλά να το ανεβάσουμε; Βέβαια να το ανεβάσουμε.

Το πρόβλημα είναι ότι το τρέχον εκπαιδευτικό σύστημα σχεδιάστηκε και οργανώθηκε για μια διαφορετική εποχή. Σχεδιάστηκε μέσα στα πλαίσια της διανοητικής κουλτούρας του Διαφωτισμού και μέσα στις οικονομικές συνθήκες της Βιομηχανικής Επανάστασης. Πριν τα μέσα του 19ου αιώνα δεν υπήρχε δημόσια εκπαίδευση. Βέβαια μπορούσες να μορφωθείς, αν είχες τα χρήματα, στους Ιησουίτες. Αλλά η δημόσια εκπαίδευση, η πληρωμένη από τη φορολογία, υποχρεωτική για όλους και δωρεάν στα σχολεία, ήταν μια επαναστατική ιδέα και πολλοί εναντιώθηκαν σ’ αυτήν. Έλεγαν ότι δεν είναι δυνατόν τα φτωχά παιδιά της εργατικής τάξης να ωφεληθούν από μια δημόσια εκπαίδευση. Είναι αδύνατον να μάθουν να γράφουν και να διαβάζουν. Οπότε γιατί να σπαταλήσουμε χρόνο σ’ αυτό; Αυτό χτίστηκε πάνω σε μια σειρά από υποθέσεις σχετικά με την κοινωνική δομή και τις δυνατότητες που είχαν οι τάξεις. Καθοδηγούνταν από μια οικονομική επιταγή της εποχής, την οποία αν την εξετάσουμε θα διαπιστώσουμε ότι ήταν απλώς ένα ιδεολογικό κατασκεύασμα του μυαλού. Ήταν, κατά βάση, η άποψη του Διαφωτισμού για τη νοημοσύνη του ανθρώπου. Η άποψη ότι η πραγματική ανθρώπινη νοημοσύνη θα πρέπει να διέπεται, από τον επαγωγικό συλλογισμό (όλοι οι άνθρωποι είναι ηθικοί, ο Σωκράτης είναι άνθρωπος, άρα ο Σωκράτης είναι ηθικός!) και από την γνώση των Κλασικών (Ομηρικά Έπη), δηλαδή από την ακαδημαϊκή δεξιότητα. Και αυτό βρίσκεται βαθιά μέσα στο DNA της δημόσιας εκπαίδευσης. Ότι δηλαδή υπάρχουν δύο τύποι ανθρώπων: αυτοί που έχουν την ακαδημαϊκή δεξιότητα και αυτοί που δεν την έχουν. Οι έξυπνοι άνθρωποι και οι μη έξυπνοι. Αυτό είχε σαν συνέπεια πολλοί ευφυείς να νομίζουν ότι δεν είναι ευφυείς επειδή κρίθηκαν με αυτή την ιδιαίτερη άποψη για το μυαλό. Οπότε έχουμε δύο πυλώνες που πάνω τους στηρίζεται η εκπαίδευση: ένα οικονομικό κι έναν ιδεολογικό.

Είναι πεποίθηση μου ότι αυτό το μοντέλο έχει προκαλέσει χάος στη ζωή πολλών ανθρώπων. Υπήρξε υπέροχο για μερικούς, υπάρχουν άνθρωποι που ωφελήθηκαν με θαυμάσιο τρόπο από αυτό το μοντέλο, αλλά οι περισσότεροι δεν ωφελήθηκαν. Αντίθετα, υπέφεραν από μια σύγχρονη επιδημία που είναι τόσο άστοχη όσο και πλασματική. Πρόκειται για τη πανούκλα του ADHD, τη «Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας» (ΔΕΠΥ). Αυτός είναι ο χάρτης των κρουσμάτων ADHD στην Αμερική. Αυτών που έχουν διαγνωσθεί και συνταγολογηθεί. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν υποστηρίζω ότι δεν υπάρχει Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ). Άλλωστε δεν έχω τα προσόντα να κάνω κάτι τέτοιο. Και γνωρίζω ότι η πλειοψηφία των ψυχολόγων και των παιδιάτρων λένε ότι υπάρχει. Εξακολουθεί βέβαια να είναι αντικείμενο διαφωνιών. Αυτό που γνωρίζω σαν γεγονός είναι ότι δεν πρόκειται για επιδημία. Σε αυτά τα παιδιά χορηγήθηκαν φάρμακα με την ίδια ευκολία που τους βγάζαμε και τις αμυγδαλές για τον ίδιο αλλόκοτο λόγο, ότι είχε γίνει ιατρική μόδα.

Τα παιδιά μας ζουν στην πιο υπερπλήρη σε ερεθίσματα περίοδο της ιστορίας της γης. Βομβαρδίζονται με πληροφορίες και προκλήσεις από όλους τους χώρους, από τους υπολογιστές, τα iphones, τις διαφημίσεις, τα εκατοντάδες τηλεοπτικά κανάλια. Κι ερχόμαστε και τα τιμωρούμε επειδή δεν μπορούν να συγκεντρωθούν! Σε τι δεν μπορούν να συγκεντρωθούν; Στα βαρετά, στο μεγαλύτερο μέρος τους, πράγματα του σχολείου. Μου φαίνεται ότι δεν είναι εντελώς σύμπτωση που οι περιπτώσεις της ΔΕΠΥ αυξήθηκαν παράλληλα με την αύξηση των τυποποιημένων διαγωνισμάτων. Σε αυτά τα παιδιά χορηγήθηκαν Ritalin και Adderall, και άλλα πολύ σοβαρά και μερικές φορές επικίνδυνα φάρμακα, για να κατορθώσουν να συγκεντρωθούν και να ηρεμήσουν. Αλλά σύμφωνα με αυτό το διάγραμμα η ΔΕΠΥ αυξάνεται καθώς ταξιδεύουμε προς τα ανατολικά της χώρας (ΗΠΑ). Οι άνθρωποι αρχίζουν να χάνουν το ενδιαφέρον τους στην Οκλαχόμα … ίσα-ίσα που μπορούν να σκέφτονται στο Αρκάνσας και μέχρι να φτάσουν στην Ουάσινγκτον το έχουν χάσει τελείως (ζωγραφίζει τον Τζωρτζ Μπους). Αν και πιστεύω ότι υπάρχουν διαφορετικές αιτίες γι’ αυτό. Είναι μια πλασματική επιδημία.

Αν το σκεφτείτε. Κοιτάξτε τις Τέχνες. Πιστεύω ότι ισχύει το ίδιο και για την Επιστήμη και τα Μαθηματικά. Μιλάω όμως ειδικά για τις Τέχνες γιατί αυτές κυρίως είναι το θύμα αυτής της νοοτροπίας. Οι Τέχνες απευθύνονται ειδικά στο γεγονός της αισθητικής εμπειρίας. Κατά τη διάρκεια της αισθητικής εμπειρίας οι αισθήσεις σου λειτουργούν στο έπακρο. Όταν είσαι παρών στο τώρα, στη παρούσα στιγμή, όταν συντονίζεσαι με τον ενθουσιασμό αυτού που βιώνεις, όταν είσαι ΠΛΗΡΩΣ ΖΩΝΤΑΝΟΣ. Αναίσθητος είσαι όταν κλείνεις τις αισθήσεις σου, όταν νεκρώνεις τον εαυτό σου ως προς αυτό που συμβαίνει έξω από σένα και πολλά από αυτά τα φάρμακα, αυτό προκαλούν. Καταφέρνουμε τα παιδιά μας να διανύσουν το διάστημα της σχολικής εκπαίδευσης με το να τα αναισθητοποιούμε. Νομίζω ότι θα έπρεπε να κάνουμε το ακριβώς αντίθετο. Όχι να τα κοιμίζουμε αλλά να τα αφυπνίζουμε ως προς τον εαυτό τους που βρίσκεται μέσα τους.

Αλλά έχουμε αυτό το μοντέλο: Πιστεύω ότι έχουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που έχει σχεδιαστεί για τις ανάγκες τις βιομηχανοποίησης και κατ’ εικόνα της. Θα δώσω μερικά παραδείγματα. Τα σχολεία είναι πάνω-κάτω οργανωμένα σύμφωνα με τα εργοστασιακά πρότυπα: Χτυπάει κουδούνι για τα διαλείμματα, ξεχωριστές εγκαταστάσεις ειδικευμένες σε ξεχωριστά θέματα. Τα παιδιά μορφώνονται σε φουρνιές. Τα εντάσσουμε στο σύστημα κατά ηλικιακές ομάδες. Γιατί το κάνουμε αυτό; Γιατί υπάρχει αυτό το αυτονόητο ότι, το πιο σημαντικό πράγμα που έχουν κοινό τα παιδιά είναι η ηλικία τους; Είναι σαν, το πιο σημαντικό πράγμα γι’ αυτά να είναι η ημερομηνία παραγωγής τους … Κι όμως ξέρω παιδιά που είναι πολύ καλύτερα από άλλα παιδιά της ίδιας ηλικίας σε διαφορετικούς κλάδους. Ή σε διαφορετικές ώρες της ημέρας. Ή άλλα είναι καλύτερα σε μικρότερες ομάδες αντί σε μεγαλύτερες. Ή κάποια είναι καλύτερα όταν είναι μόνα τους. Αν σε ενδιαφέρει το μοντέλο της εκπαίδευσης δεν ξεκινάς από μια νοοτροπία γραμμής παραγωγής. Όλα αυτά γίνονται βασικά για συμμόρφωση με την αυξητική τάση. Παρατηρώντας την αύξηση των τυποποιημένων διαγωνισμάτων και των τυποποιημένων προγραμμάτων. Έχει να κάνει με την τυποποίηση.

Πιστεύω ότι πρέπει να κινηθούμε προς την εντελώς αντίθετη κατεύθυνση. Αυτό εννοώ όταν λέω να αλλάξουμε τα πρότυπα.

Έγινε πρόσφατα μια θαυμάσια μελέτη για την αποκλίνουσα σκέψη που εκδόθηκε πριν ένα-δύο χρόνια. Η αποκλίνουσα σκέψη δεν είναι το ίδιο με την δημιουργικότητα. Ορίζω ως δημιουργικότητα τη διαδικασία να έχεις πρωτότυπες ιδέες που έχουν αξία. Η αποκλίνουσα σκέψη δεν είναι συνώνυμο, αλλά, μια απαραίτητη ιδιότητα της δημιουργικότητας. Είναι η ικανότητα να βλέπεις πολλές απαντήσεις σε μία ερώτηση, πολλούς διαφορετικούς τρόπους να ερμηνεύσεις μια ερώτηση, να σκέφτεσαι (όπως θα το έλεγε πιθανότατα ο Edward de Bono) ΠΛΑΓΙΑ, ΛΟΞΑ. Να σκέφτεσαι όχι μόνο με γραμμικούς ή συγκλίνοντες τρόπους. Να βλέπεις πολλαπλές απαντήσεις κι όχι μία. Υπάρχουν τεστ γι’ αυτό. Ένα απλό παράδειγμα είναι η ερώτηση: Πόσες χρήσεις μπορείτε να σκεφτείτε για ένα συνδετήρα; Οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να σκεφτούν δέκα ή δεκαπέντε. Κάποιοι που είναι καλοί σ’ αυτό μπορούν να σκεφτούν 200 χρήσεις. Και το πετυχαίνουν αυτό υποθέτοντας ότι, «θα μπορούσε ο συνδετήρας να έχει μήκος 60 μέτρα και να είναι φτιαγμένος από αφρώδες λάστιχο;» Σιγά μην έπρεπε να είναι ο συνδετήρας όπως τον ξέρουμε … Υπάρχουν τεστ λοιπόν γι’ αυτό και τα έκαναν σε 1500 ανθρώπους για το βιβλίο «Μετά το σημείο καμπής», και βάση των κανόνων του διαγωνισμού, αν πετύχαινες πάνω από ένα συγκεκριμένο επίπεδο μπορούσες να θεωρηθείς «διάνοια» στην αποκλίνουσα σκέψη. Και σας ρωτάω: Ποιο πιστεύετε ότι ήταν το ποσοστό των ανθρώπων, από τους 1500 που διαγωνίστηκαν, που πέτυχαν να φτάσουν στο επίπεδο της «διάνοιας» στην αποκλίνουσα σκέψη; Πρέπει να ξέρετε κάτι ακόμα γι’ αυτούς: Ήταν παιδιά Νηπιαγωγείου, 3 έως 5 ετών. Ποιό ποσοστό ήταν «διάνοιες»; Το 98%! Το σημαντικό με αυτή την έρευνα ήταν ότι είχε μεγάλη χρονική διάρκεια. Οπότε επανεξέτασαν τα ίδια παιδιά 5 χρόνια αργότερα σε ηλικία 8 έως 10 ετών. Ποιο νομίζετε ότι ήταν το ποσοστό; 32%! Τα εξέτασαν ακόμη μία φορά 5 χρόνια αργότερα, όταν ήταν 13 έως 15 ετών. Το ποσοστό όσων έπιασαν το επίπεδο της «διάνοιας» έπεσε στο 10%! Βλέπετε εδώ μια τάση; Αυτό το αποτέλεσμα μας λέει κάτι ενδιαφέρον, γιατί θα περιμέναμε να είναι αντίστροφο. Ξεκινάς και δεν είσαι πολύ καλός, αλλά, γίνεσαι καλύτερος μεγαλώνοντας. Αλλά αυτό το αποτέλεσμα δείχνει δύο πράγματα: Πρώτον. Όλοι έχουμε αυτή την ικανότητα. Δεύτερον. Μειώνεται. Πολλά συνέβησαν σε αυτά τα παιδιά καθώς μεγάλωναν, πολλά, αλλά το σημαντικότερο που τους συνέβη είναι ότι ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΚΑΝ. Επί 10 χρόνια στο σχολείο άκουγαν να τους λένε ότι υπάρχει μία μόνο λύση, αυτή που βρίσκεται στο Λυσάρι. Να μην την κοιτάξουν, να μην την αντιγράψουν γιατί αυτό είναι ζαβολιά. Έξω από το σχολείο αυτό λέγεται συνεργασία αλλά μέσα στο σχολείο … Αυτό δεν συμβαίνει επειδή το θέλουν οι δάσκαλοι, υπάρχει επειδή απλά συμβαίνει με αυτό τον τρόπο. Υπάρχει γιατί βρίσκεται στο γονίδιο της εκπαίδευσης. Πρέπει να σκεφτούμε διαφορετικά σχετικά με την ανθρώπινη ικανότητα, πρέπει να ξεπεράσουμε αυτή την παλιά αντίληψη για το τι είναι ακαδημαϊκό και τι δεν είναι, τι είναι αφηρημένο, τι θεωρητικό και τι σχετικό με την επαγγελματική σταδιοδρομία και να τα αναγνωρίσουμε ως αυτά που είναι: ένας ΜΥΘΟΣ! Δεύτερον, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η πιο πετυχημένη εκμάθηση συμβαίνει σε ομάδες (συνεργασίας), ότι η συνεργασία είναι το υλικό της ανάπτυξης. Αν εξατομικεύουμε τους ανθρώπους και τους ξεχωρίζουμε και τους κρίνουμε μεμονωμένα, τους ξεκόβουμε από το φυσικό μαθησιακό τους περιβάλλον. Και τρίτον, ότι αφορά με κρίσιμο τρόπο τον πολιτισμό των θεσμών μας, τις συνήθειες, το περιβάλλον, τον χώρο που καταλαμβάνουν.



 
Η αρχική ομιλία του Κεν Ρόμπινσον περίληψη της οποίας είναι τα προηγούμενα



Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το έργο του Κεν Ρόμπινσον: http://www.sirkenrobinson.com

  

20/11/12

«ΕΔΩ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ...» - ΕΚΕΙ;;;;

  
ΔΕΝ ΤΟΝ ΞΕΡΩ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΑΛΛΑ ΕΓΡΑΨΕ ΦΟΒΕΡΟ ΑΡΘΡΟ .....

Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης γράφει για την εξέγερση του Πολυτεχνείου

“Για τους Σπαρτιάτες, Είλωτες. Και για τους Είλωτες, Σπαρτιάτες…”

Του Χρύσανθου Λαζαρίδη

Ακούω διάφορους σήμερα να βρίζουν τη λεγόμενη «γενιά του Πολυτεχνείου».

Ανήκω – θέλοντας και μη – σε εκείνη της γενιά.

Μιλάω σπάνια για τα γεγονότα εκείνα, κι όταν το κάνω αμφισβητώ όλους τους μύθους που επικράτησαν έκτοτε. Κυρίως για το ρόλο που διαδραμάτισε η τότε Αριστερά…

Αυτή η αμφισβήτηση εκ μέρους μου εκφράζεται δημόσια και γίνεται από τότε, όταν δεν ήταν εύκολο να ειπωθούν, να γραφούν ή να ακουστούν, πράγματα που τώρα τα λένε πολλοί. Και κάποιοι, μάλιστα, καθ’ υπεροβολήν…

Και δεν εξαργύρωσα τη συμμετοχή μου στα «γεγονότα του Πολυτεχνείου». Συνειδητά, από την πρώτη στιγμή, κράτησα τις αποστάσεις μου και αποδοκίμασα όσους το έκαναν. Και μάλιστα σε εποχές που αυτό είχε και κόστος και ρίσκο:

Το κόστος να απομονωθείς από παντού. Και το ρίσκο να φανείς «γραφικός».

Ό,τι έκανα στη ζωή μου το έκανα όχι επικαλούμενος τη «συμμετοχή» μου σε εκείνη την εξέγερση, αλλά μάλλον… αποσιωπώντας την.

Ό,τι έκανα έκτοτε το κατάφερα όχι επειδή «ήμουν κι εγώ εκεί», αλλά παρά το γεγονός ότι ήμουν κι εγώ εκεί…

Και τέλος μίλησα από τους πρώτους για τη χρεοκοπία της μεταπολίτευσης του 1974 και για την ανάγκη μιας «νέας μεταπολίτευση». Σε καιρούς (πριν δέκα χρόνια περίπου) που κι αυτό δεν ήταν εύκολο να το πει κανείς…

Νιώθω, λοιπόν, την ανάγκη να γράψω σήμερα αυτές τις γραμμές, όχι «απολογητικά» με την έννοια της «απολογίας», ούτε καν με την έννοια του «απολογισμού». Μάλλον «παρεμβατικά», με την έννοια να βάλουμε κάποια πράγματα στη θέση τους.

Κάποτε ήταν «μόδα» να δηλώνεις «γενιά του Πολυτεχνείου» ακόμα κι αν δεν πέρασες ούτε απ’ έξω. Τώρα έγινε μόδα να βρίζεις τη «γενιά του Πολυτεχνείου». Ακόμα κι αν δεν ξέρεις πολλά για το τι ακριβώς έγινε τότε…

Ποτέ δεν μου άρεσε να ακολουθώ τους «συρμούς». Δεν το έκανα τότε, όταν ήταν «πολιτικώς ορθόν» να γράφεις κατεβατά επικολυρικού θαυμασμού για ό,τι έγινε στο «Πολυτεχνείο». Δεν το κάνω ούτε και τώρα, όταν «γύρισαν» τα πράγματα και είναι «πολιτικώς ορθόν» να αναθεματίζουμε όλοι μαζί, ότι ως πριν λίγο προσκυνούσαμε.

Η αλήθεια – και εν πάση περιπτώσει η δική μου, γιατί αυτήν μόνο μπορώ να καταθέσω – είναι αρκετά διαφορετική:

* Την εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν την ήθελε κανείς. Και δεν την «προετοίμασε» κανείς. Η ίδια η Αριστερά που βροντοφώναζε και υπερηφανευόταν για τη συμμετοχή της και για τον… «καθοδηγητικό της ρόλο», εκ των υστέρων, στη διάρκεια της εξέγερσης την είδε με επιφυλακτικότητα και καχυποψία. Κάποιοι μάλιστα ζήτησαν από τους φοιτητές να βγουν έξω και αμέσως μετά καταδίκασαν την εξέγερση ως έργο «300 προβοκατόρων»

Ξέρετε τι θα πει να είσαι 19 ετών στην πιο βαθιά παρανομία μετά την εξέγερση, και κάποια κόμματα της Αριστεράς να σε θεωρούν «προβοκάτορα» την ώρα που η χούντα σε κυνηγάει παντού;

* Δεύτερον, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, όντως κάποιοι πήγαν να τα εκμεταλλευτούν. Τα εκμεταλλεύθηκε πρώτος ο δικτάτορας Ιωαννίδης για να ρίξει τον δικτάτορα Παπαδόπουλο. Μετά τα εκμεταλλεύθηκε η Αριστερά κυρίως (αλλά και το ΠΑΣΟΚ πλαγίως), για να εδραιώσουν την παρουσία τους μετά την κατάρρευση της χούντας. Αλλά στην εξέγερση δεν πρωτοστάτησε ούτε ο… Ιωαννίδης, ούτε το ΠΑΣΟΚ (που δεν υπήρχε τότε), ούτε η Αριστερά (μέρος της οποίας απέσυρε τις δυνάμεις της, ενώ κάποιο άλλο μέρος είχε ταυτιστεί με το «πείραμα Μαρκεζίνη» που το ακύρωσε η εξέγερση).

* Τρίτον, το «Πολυτεχνείο» σίγουρα δεν έριξε τη χούντα. Αλλά την κλόνισε σοβαρά, και έπαιξε το ρόλο του «καταλύτη» για την εσωτερική της διάσπαση. Η «πολιτικοποίηση» της δικτατορίας (με τις εκλογές Μαρκεζίνη που ήταν προγραμματισμένες για τον Ιανουάριο του 1974) ματαιώθηκε μια βδομάδα μετά την εξέγερση. Ενώ η κατάρρευση της δικτατορίας προέκυψε μετά την τραγωδία της Κύπρου τον Ιούλιο του 1974.

Για το Πολυτεχνείο το μόνο που μπορούμε να πούμε ήταν ότι κλόνισε το δικτατορικό καθεστώς, το διέσπασε, το αποδυνάμωσε και επέτεινε τις εσωτερικές του αντιφάσεις. Κι αυτό δεν ήταν λίγο. Αλλά ήταν πολύ διαφορετικό απ’ το μύθο που πλάστηκε όλα τα επόμενα χρόνια…

* Τέταρτον, η «αντίσταση του λαού κατά της χούντας» δεν υπήρξε τόσο «παλλαϊκή», τόσο «μαζική» και τόσο «ομόθυμη» όσο παρουσιάστηκε μετά. Η αλήθεια είναι πως δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ενέκριναν τη δικτατορία τα πρώτα χρόνια. Αρκετοί ακόμα την ανέχονταν αγόγγυστα. Ακόμα περισσότεροι ένιωθαν απλώς φόβο. Πολλοί λίγοι είχαν διάθεση για αντίσταση. Όπως λίγοι ήταν κι αυτοί που είχαν διάθεση να βοηθήσουν τους τότε αντιστασιακούς…

Στις αρχές του 1973 αυτό άρχισε να αλλάζει. Και καταλύτης υπήρξε το φοιτητικό κίνημα, πράγματι. Με την κατάληψη (τις δύο καταλήψεις για την ακρίβεια) της Νομικής Σχολής, το Φεβρουάριο και το Μάρτιο του 1973. Και, βέβαια, με την κατάληψη του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο της χρονιάς εκείνης. Αλλά απλώς άρχισε να αλλάζει το κλίμα…

* Μετά τον Ιούλιο του 1974 γεμίσαμε με «αντιστασιακούς κατόπιν εορτής»! Από ανθρώπους που υπηρέτησαν το δικτατορικό καθεστώς και ύστερα διαφήμιζαν την αντιδικτατορική τους δράση, μέχρι ανθρώπους που απλώς δεν έκαναν τίποτε και ύστερα εμφανίζονταν ως περίπου… «οπλαρχηγοί» μιας «παλλαϊκής αντίστασης» που δεν υπήρξε ποτέ!

Μετά από πολλά χρόνια γνώρισα κάποιο γνωστό άρθρογράφο – μακαρίτη εδώ και καιρό – που τόλμησε να γράψει: «εγώ παιδιά δεν ήμουν αντιστασιακός επί χούντας!» Ξαφνικά τον εκτίμησα πολύ. Όχι γιατί δεν έκανε αντίσταση. Αλλά γιατί δεν ήταν «δήθεν»….

* Η Γιορτή του Πολυτεχνείου – και όλη η μυθολογία που πλάστηκε σχετικά – υπήρξε ένας καθεστωτικός μύθος. Ήταν η τελετουργία που νομιμοποιούσε την εγκαθίδρυση της Κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Αναδείκνυε «σύμβολα» και «ήρωες» – θεμέλια απαραίτητα για κάθε καθεστώς που διψά για νομιμοποίηση.

Άλλα καθεστώτα θεμελιώθηκαν σε αληθινά μεγάλα γεγονότα. Εδώ βολεύτηκαν με ένα «συμβάν»! Το οποίο είχε και μια ακόμα λυτρωτική λειτουργία. Ξέπλυνε τις τύψεις ενός λαού, που δίψαγε για αντιστασιακούς μύθους στη διάρκεια μιας περιόδου που ελάχιστοι έκαναν πραγματική αντίσταση.

* Το Πολυτεχνείο δεν συγκρίνεται – ούτε θα μπορούσε, άλλωστε – με κανένα από τα μεγάλα γεγονότα που σημάδεψαν τη νεοΕλληνική Ιστορία. Η 25η Μαρτίου και η 28η Οκτωβρίου δεν μπορούν να έχουν την παραμικρή σύγκριση με την 17η Νοεμβρίου. Είναι γελοίο και να το λέμε…

Δεν συγκρίνεται ούτε με άλλα ιστορικά γεγονότα, όπως οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και ο Κυπριακός αγώνας της δεκαετίας του ’50, ή με μεγάλες στιγμές όπως η παλλαϊκή αντίσταση του 1943 κατά της «πολιτικής επιστράτευσης» που προσπάθησαν να επιβάλουν τότε οι αρχές της Κατοχής. Η Ελλάδα είναι μια από τις ελάχιστες χώρες της κατεχόμενης Ευρώπης, όπου οι Ναζί δεν μπόρεσαν να κάνουν πολιτική επιστράτευση. Και η μόνη, ίσως, που αυτό ματαιώθηκε μετά από αληθινά παλλαϊκή και όντως πολυαίμακτη εξέγερση του λαού. Κι όμως, όλα αυτά αποσιωπώνται και γιορτάζουμε κάθε χρόνο το …Πολυτεχνείο! Αυτό δεν είναι γελοίο πια. Είναι τραγικό! Και καθόλου κολακευτικό για όλους μας.

* Η γιορτή του Πολυτεχνείου, λοιπόν, δεν έχει καμία ιστορική αντιστοίχηση με τα πραγματικά γεγονότα. Υπήρξε καθαρά καθεστωτικό σύμβολο και για ένα λόγο ακόμα: Σηματοδοτεί μια περίοδο, όπου οι «ηττημένοι» του Εμφύλιου, κερδίζουν την ηγεμονία μέσα στη χώρα. Δεν άσκησαν ποτέ την διακυβέρνηση, αλλά επέβαλαν τη δική τους λογική στο καθεστώς και στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του: τα Πανεπιστήμια, τα σχολεία, τη διανόηση, τον Τύπο, τα ΜΜΕ. Είμαστε μια μοναδική περίπτωση που την πρόσφατη ιστορία την έγραψαν τελικά οι ηττημένοι, όχι οι νικητές. Και την έγραψαν εξ ίσου στρεβλά

Το Πολυτεχνείο λοιπόν, όχι ως γεγονός αλλά ως επέτειος, μύθος, σύμβολο, υπήρξε μια «κολυμβήθρα του Σιλωάμ», για να δώσει στην Αριστερά, μετά από 27 χρόνια παρανομίας, μια «ηθική νίκη».

Ήταν μια «νίκη», μετά από μια εξέγερση που η ίδια η Αριστερά δεν την ήθελε, δεν τη στήριξε, κάποια στιγμή την κατήγγειλε κι όλα, και στη συνέχεια τν οικειοποιήθηκε πλήρως!

Κρίμα, γιατί η Αριστερά είχε πραγματικούς αγώνες, σύμβολα και ήρωες, που τους παραμέρισε, για να τιμήσει ένα πολύ μικρότερης σημασίας γεγονός από το οποίο η ίδια επισήμως μάλλον απείχε.

Ή μάλλον ακριβώς γι’ αυτό: Διότι όλα τα άλλα που είχε στο «ενεργητικό» της ήταν γραμμένα ταυτόχρονα και στο «παθητικό» της! Ήταν γεγονότα και σύμβολα που δίχαζαν τον ελληνικό λαό. Ενώ το Πολυτεχνείο, ή μάλλον ο μύθος που πλάστηκε γι’ αυτό, λειτουργούσε ενωτικά ως σύμβολο.

Και γι’ αυτό ήταν πολύ βολικό. Αλλά ελάχιστα αληθινό

Αυτό δεν σημαίνει ότι υπήρξε ένα «ψέμα»! Ήταν μια εξέγερση της νεολαίας για Δημοκρατία και Ελευθερία. Τίποτε παραπάνω και τίποτε λιγότερο. Και δεν είναι μικρό πράγμα.

Η «γενιά του Πολυτεχνείου», δηλαδή οι άνθρωποι που πρωταγωνίστησαν δεν είναι αυτές οι καρικατούρες που εμφανίζονται σήμερα, που άρχισε η αποδόμηση του μύθου. Ήταν παιδιά ανάμεσα στα 19 και τα 25 χρόνια τους τότε, που διψούσαν για Ελευθερία, οργανώθηκαν χωρίς βοήθεια, εξεγέρθηκαν και ρίσκαραν, όταν κάθε συμβατική λογική γύρω τους – αριστερή και δεξιά – τους έλεγε «να κάτσουν στα αυγά τους»! Γιατί αυτό τους έλεγαν.

Κι από τότε παραμένουν, όπως θα ’λεγε ο Άρης Αλεξάνδρου:

«Για τους Σπαρτιάτες, Είλωτες και για τους Είλωτες, Σπαρτιάτες»

Το τι έκανε ο καθένας τους μετά δεν έχει και πολύ σημασία. Οι ήρωες είναι «τυχεροί» όταν πεθαίνουν. Γιατί μένει το «φωτοστέφανο». Όσοι αγωνίστηκαν για κάτι μεγάλο κι έχουν την… «ατυχία» να επιζήσουν, τότε ακολουθούν ο καθένας τον δρόμο του, άλλος καλύτερο άλλο χειρότερο, άλλος αξιοπρεπέστερο, άλλος όχι. Αυτό δεν σημαίνει ότι η πράξη της νιότης τους απαξιώνεται. Κάποιοι από τους «πρωταγωνιστές» μπορεί να απαξιώθηκαν. Το ξέσπασμα Ελευθερίας, όχι…

Όσους αληθινά πρωτοστάτησαν στα γεγονότα τότε, δεν τους ξέρετε. Γιατί προτίμησαν να μείνουν στην αφάνεια. Οι περισσότεροι αηδιασμένοι από τη μυθοπλασία, δηλαδή από το προπαγανδιστικό «περιτύλιγμα» με το οποίο περιβλήθηκε η δική του νεανική εξέγερση. Άλλοι, πάλι, διακρίθηκαν στη ζωή τους, χωρίς να διαφημίσουν την τότε συμμετοχή τους. Ελάχιστοι – αληθινά ελάχιστοι – έκαναν το Πολυτεχνείο καριέρα. Και σήμερα το έχουν μετανιώσει.

Είναι, λοιπόν, κατάντημα, να φτύνουμε σήμερα εκεί που κάποτε όλοι προσκυνούσαν.

Οι περισσότεροι που έπαιξαν κάποιο ρόλο τότε, δεν προσκύνησαν ποτέ το είδωλο – το φετίχ – που περιφέρεται κάθε χρόνο τέτοια μέρα στους δρόμους.

Κι αυτοί που προσκύνησαν το «φετίχ», κατά κανόνα δεν είχαν καμία σχέση με το «έγκλημα». Γίνονταν φαντασιακοί μέτοχοι ενός μύθου, ακριβώς γιατί δεν μετείχαν στα πραγματικά γεγονότα…

* Η χρεοκοπία της μεταπολίτευσης, είναι γεγονός. Η νέα μεταπολίτευση που έχει ανάγκη ο τόπος είναι ακόμα ζητούμενο. Σε αυτό το μεσοδιάστημα καταρρέουν οι παλαιοί μύθοι, χωρίς να εδραιώνονται οι νέες αλήθειες.

Αυτό αναδεικνύει μια σύγχυση αναπόφευκτη. Αλλά για κάποιους είναι λυτρωτικό. Κυρίως για την ίδια «τη γενιά του Πολυτεχνείου»

Ναι, συμφωνώ προφανώς, με όσους υποστηρίζουν ότι πρέπει να τελειώνουμε με τέτοιες επετειακές εκδηλώσεις. Να βρούμε το κουράγιο να εξηγήσουμε ότι τιμούμε κάθε ξέσπασμα ελευθερίας της Ελληνικής νεολαίας, αλλά δεν διογκώνουμε τα γεγονότα, ούτε προσβάλλουμε τη μνήμη άλλων σημαντικότερων αγώνων που έχουν περιέλθει στη λήθη. Το έχω υποστηρίξει ενυπόγραφα, εδώ και πολλά χρόνια. Όταν ακόμα ήταν δύσκολο. Κι εγώ απελπιστικά μόνος τότε…

Αλλά όχι να περνάμε από τη μυθοποίηση στο… ανάθεμα!

Πρέπει άραγε, να ντρεπόμαστε που αγωνιστήκαμε κάποτε για Ελευθερία;

Πρέπει να απολογούμαστε, γιατί κάποιοι, ελάχιστοι, οικειοποιήθηκαν τους αγώνες μας ή τους μετέτρεψαν σε εφαλτήριο καριέρας;

Ως πότε σε αυτή τη χώρα όσοι αγωνίστηκαν για κάτι σημαντικό θα πρέπει συνεχώς να καλούνται σε απολογία;

Φυσικά κάθε λαός έχει ανάγκη από σύμβολα.

Αλλά εδώ δεν κατεδαφίζουμε φθαρμένα σύμβολα. Τρώμε τα παιδιά μας!

Και τώρα τα τρώμε όταν έχουν πάψει προ πολλού να είναι «παιδιά».

Η «γενιά του Πολυτεχνείου» μπήκε πράγματι, μαζικά, στα κόμματα της ευρύτερης Αριστεράς το 1974 και λίγο αργότερα.

Όπως μπήκε-βγήκε! Οι περισσότεροι τουλάχιστον…

Γιατί όσοι έχουν ζήσει από τα μέσα μια εξέγερση εκτός από απροσκύνητοι ήταν πλέον και ψυλλιασμένοι.

Κι ανθρώπους που είναι απροσκύνητοι και ψυλλιασμένοι, δεν μπορούν να τους «φάνε» έτσι εύκολα. Ιδιαίτερα οι άκαπνοι…

Και παραμένουμε από τότε «για τους Σπαρτιάτες Είλωτες, και για τους Είλωτες Σπαρτιάτες». Παλαιότερα μας πετροβολούσε η Αριστερά για την είχαμε ξεπεράσει ή εγκαταλείψει. Σήμερα μας πετροβολούν και πολλοί άλλοι, γιατί ήμασταν τα θύματα ενός μύθου, που κάποιοι άλλοι έπλασαν στην καμπούρα μας…

Όσοι από μας δεν καταδέχθηκαν να γίνουν «παιδιά του κομματικού σωλήνα» και δεν ενέδωσαν στις σειρήνες του life style – δηλαδή οι συντριπτικά περισσότεροι – έχουν κρατήσει δύο πράγματα. Που το καθένα από μόνο τους είναι πολύτιμο, αλλά και τα δύο μαζί «δεν παίζονται»:

–Έχουν εμπειρία ρήξης με ένα ανελεύθερο καθεστώς. Δηλαδή έχουν γευτεί αυτό που λέμε «Ελευθερία» και το ξέρει μόνο όποιος ρίσκαρε γι’ αυτό. Όχι όποιος έμαθε να το θεωρεί «δεδομένο»…

–Κι έχουν κρατήσει κάτι άλλο, που το λένε Αξιοπρέπεια. Και που μπορεί να το καταλάβει μόνον όποιος το έχει.

Ελευθερία και Αξιοπρέπεια δεν είναι μόνο δύο λέξεις. Το πρώτο είναι εμπειρία ζωής και το δεύτερο είναι τρόπος ζωής.

Αυτά τα δύο κουβαλάμε. Κι αυτά τα δύο παραδίδουμε σε όποιους τα θέλουν. Και σε όποιους τα εκτιμούν.

Οι υπόλοιποι μπορούν να μας πετροβολούν.

Αντέξαμε απέναντι σε θηρία. Δεν μας φοβίζουν οι ψείρες…

Είμαστε και Σπαρτιάτες και Είλωτες!

«Σπαρτιάτες» γιατί μάθαμε να πολεμάμε.

Και «Είλωτες» γιατί μάθαμε να υπομένουμε…

Και δεν έχουμε πει ακόμα την τελευταία μας λέξη

 



  
 
ΠΕΡΙ ΠΟΛΛΩΝ