ΠΕΡΙ ΠΟΛΛΩΝ ΚΑΙ ΤΙΝΩΝ ΑΛΛΩΝ - AFTER ALOSIN ALLOFRON ΕΝΝΙΟΤΕ ΚΑΙ ΑΦΡΩΝ

        Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου Βιβλία και «Λόγοι»

10/8/12

ΠΕΡΙΠΟΛΛΩΝ ΣΤΑ ΔΑΦΝΟΚΕΡΑΣΑ ΠΛΑΪ ΣΤΟ ΝΗΣΙ …

  

Στο καφενείο του Γιάννη του Βυζάτη, για την ακρίβεια Μπιζάτη, ή καλύτερα, Μπεζ-άτι, τουτέστιν, «Δίχως άλογο». Ο προπάππους, γύρω στο 1880, καμάρωνε για τ’ άλογο που καβαλούσε· μα ήρθαν δύσκολοι καιροί, ζορίστηκε και πούλησε το άτι. Κυκλοφορούσε πλέον πεζός ο τέως καβαλάρης, «Δίχως άλογο», «Μπεζ-άτι», Μπιζάτης, ο Βυζάτης. Κάτω απ’ τα δαφνοκέρασα, δίπλα στην όχθη, απέναντι απ’ το τρίτο και τελευταίο προς δυσμάς, νησί, που σχηματίζει ο Εδεσσαίος ποταμός καθώς διακλαδίζεται διασχίζοντας την πόλη για να ενωθεί και πάλι κάτω στο Λόγγο.

Το νερό στη κοίτη «πάντα ρει». Ροή.

«”Κι εσύ βλέπεις τον εαυτό σου να βυθίζεται σε μια εκστατική κατάσταση, σε σημείο που νιώθεις ότι σχεδόν δεν υπάρχεις. Το χέρι μοιάζει να μην ακολουθεί το σώμα... Απλώς κάθομαι εκεί, παρατηρητής... Κι έτσι, απλά, όλα ξεχειλίζουν από μόνα τους”. Η περιγραφή αυτή έχει εντυπωσιακές ομοιότητες με την περιγραφή που έδωσαν εκατοντάδες διαφορετικοί άνδρες και γυναίκες –ορειβάτες, πρωταθλητές σκακιού, χειρούργοι, μπασκετμπολίστες, μηχανικοί, διευθυντές, ακόμα και υπάλληλοι αρχείων– όταν αναφέρθηκαν στη στιγμή που ξεπέρασαν τον εαυτό τους σε κάποια αγαπημένη τους δραστηριότητα. Η κατάσταση που περιγράφουν ονομάστηκε “ροή” από τον Μιχάλι Τζικτζεντμιχάλι[1], ο οποίος συγκέντρωσε τέτοιες αναφορές σχετικά με εξαιρετικές επιδόσεις κατά τη διάρκεια μιας εικοσαετούς έρευνας. Οι αθλητές γνωρίζουν αυτήν τη χαρισματική κατάσταση με τον όρο “ζώνη”, όπου η τελειότητα έρχεται αβίαστα, θεατές και αντίπαλοι χάνονται στην ομίχλη της απόλυτης απορρόφησης τους εκείνης της στιγμής. Η ροή αντιπροσωπεύει ίσως το ζενίθ στη χαλιναγώγηση των συναισθημάτων, υποτάσσοντάς τα στην υπηρεσία της επίδοσης και της μάθησης... Όταν εγκλωβίζεται κανείς στην ανία της κατάθλιψης ή στην αναστάτωση του άγχους, η ροή εμποδίζεται... Το χαρακτηριστικό σημάδι της ροής είναι μια αίσθηση αυθόρμητης χαράς, και αγαλλίασης...»[2].

«Η προσοχή συγκεντρώνεται τόσο πολύ, που οι άνθρωποι συνειδητοποιούν μόνο το στενό πλαίσιο της αντίληψης που συνδέεται με τον άμεσο στόχο, και χάνουν την αίσθηση του χρόνου και του χώρου. Ένας χειρούργος, για παράδειγμα, θυμάται μια πολύ δύσκολη εγχείρηση, κατά την οποία βρέθηκε σε ροή. Όταν ολοκλήρωσε την επέμβαση, πρόσεξε μια στοίβα πέτρες και σοβάδες στο πάτωμα του χειρουργείου... Ενώ εκείνος ήταν αφοσιωμένος στην εγχείριση, ένα μέρος από το ταβάνι είχε υποχωρήσει... Οι άνθρωποι που βρίσκονται σε ροή είναι τόσο απορροφημένοι με το έργο που έχουν μπροστά τους, ώστε χάνουν την αίσθηση του (καθημερινού) εαυτού τους, εγκαταλείπουν τις μικρές (καθημερινές) ανησυχητικές σκέψεις, την υγεία, τους λογαριασμούς που τρέχουν, ακόμα και την ίδια την ευημερία της καθημερινής ζωής. Υπό την έννοια αυτή οι στιγμές της ροής είναι “εκτός Εγώ”... Άνθρωποι που βρίσκονται σε ροή επιδεικνύουν έναν δεξιοτεχνικό έλεγχο πάνω σε αυτό που επιτελούν και οι αντιδράσεις τους είναι απόλυτα εναρμονισμένες με τις εναλλασσόμενες απαιτήσεις της εργασίας τους. Και παρόλο που οι άνθρωποι έχουν τις καλύτερες επιδόσεις σε κατάσταση ροής, δεν ενδιαφέρονται για το πόσο καλά πηγαίνουν, ούτε απασχολούνται με σκέψεις επιτυχίας ή αποτυχίας – αυτό που τους παρακινεί είναι η ίδια η αγαλλίαση της εργασίας τους. Η ποιότητα της προσοχής στη ροή είναι χαλαρή, αν και πολύ εστιασμένη. Στη ροή υπάρχει ένα συναίσθημα ήπιας έκστασης. Αυτή η έκσταση μοιάζει να είναι ένα υπο–προϊόν της εστίασης της προσοχής. Παρατηρώντας ένα άτομο σε ροή, έχουμε την εντύπωση ότι το δύσκολο είναι εύκολο. Η άριστη επίδοση μοιάζει φυσιολογική και συνηθισμένη... Μέσα στο μυαλό επαναλαμβάνεται ένα παρόμοιο παράδοξο: οι πιο απαιτητικοί στόχοι επιτυγχάνονται με τη λιγότερη κατανάλωση νοητικής ενέργειας… Στην κατάσταση αυτή ακόμα και η σκληρή δουλειά μπορεί να είναι αναζωογονητική και ανανεωτική, και όχι εξαντλητική»[3].

Το νερό στη κοίτη «πάντα ρει». Ροή· και πάνω δαφνοκέρασα· παχιά σκιά. Κι ένα αεράκι δροσερό να πνέει. Πνοή. «Το Πνεύμα όπου θέλει πνει». «Όσο εργάζεται κανείς με πνευματικό τρόπο, δεν μπορεί να κουραστεί το σώμα του. Όταν το πνεύμα είναι μόνιμα στο “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν μας”, καμιά δουλειά δεν μπορεί να μας κουράσει εύκολα»[4]. «Όποιος αγαπά πραγματικά, δεν κουράζεται»[5]. Δεν κουράζει η δουλειά. Κουράζει η δουλειά χωρίς αγάπη, χωρίς μεράκι. Ο καφές του Γιάννη μερακλίδικος, παχύς, κι η γράπα καθαρή, ξυπνά το πνεύμα δίχως βάρος. Οινόπνευμα. Ο οίνος βοηθάει τον θνητό να παραμερίζει το σφιχτό κορσέ της λογικής του σκέψης και φέρνει αναθυμιάσεις από πετάγματα και ουρανούς. Στα δαφνοκέρασα φωλιάζουν κι αγριοπερίστερα, γκουγκούφκες. Ο Πεντζίκης έλεγε ότι το επίγραμμα είναι η κουτσουλιά του πνεύματος … Με επίγραμμα μοιάζουν και τα Χαϊκού (αστείος στίχος).

Του χωϊκού η δίψα να πετάξει, η νοσταλγία για το Πνεύμα, την Πνοή απ’ όπου προήλθε, απομεινάρι και ο έρωτας, ο φτερωτός θεός, η χημεία που θολώνει το «μυαλό» και τη καρδιά ξυπνάει. «Τι κι αν είμαι ομορφάνδρας και υπέλαμπρος αστέρας, αυτή είν’ η πεντάμορφη κι εγώ είμαι το τέρας»[6]. Παρόλο που είναι εγνωσμένης και αναγνωρισμένης αξίας «ομορφάνδρας και υπέρλαμπρος αστέρας» επιτρέπει στον εαυτό του να μηδενισθεί, ώστε να μπορέσει να αναδυθεί η απέναντι ομορφιά, χάνει το σχήμα του και θαμπώνεται από αυτή που πλέον είναι «πεντάμορφη». Για να υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να συμβεί η απογείωση, το πέταγμα, η χημεία του έρωτα, πρέπει ο θνητός να καταδέχεται, να επιτρέπει στον «εαυτό» του να πεθαίνει. Έρωτας και θάνατος. Ο θάνατος του «εγώ» προϋπόθεση για να μπορέσει να συμβεί η ένωση, η αλληλοπεριχώρηση, η αρμονία, ο κοινός χορός, η όσμωση, η ενότητα, ο έρωτας. Ο ντιπ εγωιστής, αυτός που υπερασπίζεται με νύχια και με δόντια τα «χωρικά του ύδατα», αυτός που θεωρεί ότι «η ελευθερία του τελειώνει εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλο», όσο περνούν τα χρόνια όλο και περισσότερο θα «ωριμάζει», θα χάνει τη δυνατότητα, να υπάρξει η πιθανότητα, να του συμβεί «το θαύμα», το πέταγμα, η ζάλη. «Η αγάπη είναι ζάλη»[7] κι η «ώριμη» καρδιά παγώνει, απολιθώνεται, ξυλιάζει, λογικεύεται. Εσθίει απ’ «το ξύλο της γνώσης», φαντάζεται πως, δήθεν, ξέρει, λησμονεί το σοφό επίγραμμα, «έν οίδα ότι ουδέν οίδα». Ένα ξέρω ότι τίποτα δεν ξέρω, γιατί, μόνο τότε μπορώ και δύναμαι, γιατί μόνο τότε αυξάνεται η πιθανότητα, να ερώ και νάμαι ερωτεύσημος.

Όταν ο άνθρωπος, κατορθώσει να κατέχει τον τρόπο, τη μέθοδο που του επιτρέπει να κλείνει το βιολογικό κομπιούτερ του μυαλού, τότε αφήνει χώρο στην έμπνευση για να συμβεί, τότε αρχίζει να βρίσκει το χώρο της καρδιάς. «Η καρδιά που έχει αποξενωθεί εντελώς από σκέψεις θα αποκτήσει στο κέντρο της νοήματα σκιρτώντα θεία και μυστηριώδη· όπως σκιρτούν τα ψάρια και κάνουν κουλουτούμπες τα δελφίνια στη γαλήνια θάλασσα. Και η μεν θάλασσα ριπίζεται από τη λεπτή αύρα, η δε άβυσσος της καρδιάς από το Πνεύμα το Άγιο. Επειδή είστε γιοί, έστειλε ο Θεός το Πνεύμα του Γιού Του στις καρδιές σας και κράζει, “αββά ο Πατήρ”»[8].

Το νερό στη κοίτη «πάντα ρει». Ροή· και πάνω δαφνοκέρασα· παχιά σκιά. Κι ένα αεράκι δροσερό να πνέει. Πνοή. «Το πνεύμα όπου θέλει πνέει, και τη φωνή του ακούς, αλλά δεν ξέρεις από πού έρχεται και που πηγαίνει· τέτοιος είναι όποιος έχει γεννηθεί από το Πνεύμα» (Ιωάν. 3,8). Το Πνεύμα όπου θέλει πνέει κι όποιον το δέχεται δροσίζει, τον ζωοποιεί, δίνει φτερά, τον κάνει αετό, φουσκώνει τα πανιά και το θνητό σκαρί απογειώνει· φέρνει τον Ουρανό στη Γη, ΕΔΩ και ΤΩΡΑ.





 

[1]

Dr. Mihaly Csikszentmihalyi, ψυχολόγος του Πανεπιστημίου του Σικάγου.

Το βραβείο "The Thinker of the Year" (του Στοχαστή της Χρονιάς) για το 2000 απονεμηθεί στον Mihaly Csikszentmihalyi, καθηγητή και πρώην πρόεδρο του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Σικάγου, ο οποίος έχει αφιερώσει το έργο της ζωής του στη μελέτη, του τι κάνει τους ανθρώπους πραγματικά ευτυχής, ικανοποιημένους, γεμάτους πληρότητα, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΥΣ.

Ο κ. Csikszentmihalyi είναι κυρίως γνωστός ως ο εισηγητής της έννοιας της ΡΟΗΣ στη δημιουργικότητα. Οι άνθρωποι μπαίνουν στη κατάσταση της ΡΟΗΣ, όταν απορροφώνται πλήρως από αυτό που κάνουν. Τότε χάνουν την αίσθηση του χρόνου και έχουν αισθήματα μεγάλης ικανοποίησης. Ο κ. Csikszentmihalyi περιγράφει τη ΡΟΗ ως την κατάσταση εκείνη στην οποία «είσαι απορροφημένος απόλυτα. Το ΕΓΩ υποχωρεί. Ο χρόνος κυλά. Κάθε δράση, κίνηση, σκέψη ακολουθείται αρμονικά από την επόμενη, σαν να παίζεις τζαζ. Όλη σου η ύπαρξη συμμετέχει, και αξιοποιείς τις ικανότητες σου στο έπακρο». ΤΟΤΕ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΜΠΝΕΥΣΗ, ΡΟΗ, ΠΝΟΗ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΡΟΗ - FLOW




[2]

Η ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ, Daniel Goleman, εκδ. ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, 1998, σ. 141-144.




[3]

Η ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ, Daniel Goleman, εκδ. ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, 1998, σ. 141-144.




[4]

Η ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ, Μον. Γαβριηλία - Δ. Γεωργίου, Δεύτερη Έκδ. Ιανουάριος 1997, σ. 380.




[5]

Η ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ, Μον. Γαβριηλία - Δ. Γεωργίου, Δεύτερη Έκδ. Ιανουάριος 1997, σ. 130.




[6]

Ημισκούμπρια:




[7]

Χάρις Αλεξίου:

(Στίχοι: Ανδρέας Μικρούτσικος, Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος).




[8]

ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ, τόμ Α’, σ. 165, Ησυχίου Πρεσβυτέρου, ΠΡΟΣ ΘΕΟΔΟΥΛΟΝ.




  

3 σχόλια:

  1. Επιτέλους, Διονύση, κι ένα κείμενό σου που ρέει, παρ᾿ όλο που είναι κι αυτό αρκετά 'κουρελού". Λιγότερη διαλεκτική και περισσότερη ποίηση απ᾿ ό,τι συνήθως. Φαίνεται πως η γκράπα σε χαλαρώνει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλά, είσαι πολύ απάτη ... άλλαξες τα φώτα στις φωτογραφίες στην ακροποταμιά ... μέχρι και τα δέντρα "φούντωσαν" τη φυλλωσιά τους ... τι να πω και για το χρώμα του νερού ... ούτε στις Σεϋχέλλες ...
    http://media-cdn.tripadvisor.com/media/photo-s/02/1b/8e/5e/seychelles-beach.jpg!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Πράγματι, οι φωτογραφίες είναι «πειραγμένες» με το Photoshope, αλλά, όταν κάθομαι εκεί, στην ακροποταμιά, στο καφενείο, νιώθω ότι ΑΛΗΘΙΝΗ είναι η «πειραγμένη»!!!
    Αυτό που βλέπεις όταν κάθεσαι εκεί, αυτό που νιώθεις όταν κάθεσαι ΕΚΕΙ, αποδίδεται πολύ καλύτερα, ΠΟΛΥ ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΟΤΕΡΑ από την «πειραγμένη» φωτογραφία η οποία τελικά δεν είναι καθόλου «απάτη», είναι πολύ πιο ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ από την «πραγματική», είναι πολύ πιο ΑΛΗΘΙΝΗ από την «αληθινή»!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

 
ΠΕΡΙ ΠΟΛΛΩΝ